της Jennifer Peedom
Ain't no mountain high enough...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Κατακτώντας κορυφές!
H Αυστραλή Jennifer Peedom έχει σκηνοθετήσει τα ντοκιμαντέρ «Miracle on Everest» (2008), «Solo» (2008) και «Sherpa» (2015) πριν γυρίσει τούτη της την ταινία. Από τους τίτλους και μόνο αλλά ψάχνοντας και λίγο παραπάνω, μπορούμε να πούμε πως η συγκεκριμένη δημιουργός έχει μια εμμονή με τα βουνά!
Μουσική στην ταινία χαρίζει η Αυστραλιανή Ορχήστρα Δωματίου, αφηγητής της ταινίας είναι ο Willem Dafoe και η ταινία έχει γυριστεί σε... ορεινές περιοχές και συγκεκριμένα στην Ανταρκτική, Αργεντινή, Αυστραλία, Αυστρία, Βολιβία, Καναδά, Χιλή, Γαλλία, Ισλανδία, Ινδία, Ιταλία, Νεπάλ, Νέα Ζηλανδία, Πακιστάν, Παπούα Νέα Γκινέα, Σκωτία, Νότια Αφρική, Ελβετία, Θιβέτ και ΗΠΑ!
Η υπόθεση: Πριν από τρεις αιώνες η αναρρίχηση ενός βουνού θεωρείτο παράνοια. Η σκέψη ότι τα άγρια τοπία του πλανήτη μας θα μπορούσαν να έχουν οποιοδήποτε είδος έλξης, δεν υπήρχε καν. Οι βουνοκορφές ήταν μέρη επικίνδυνα, όχι όμορφα. Γιατί, τότε, η έλξη που νιώθουμε τώρα για τα βουνά είναι τόσο έντονη; Το "Mountain" μας παρουσιάζει τη σαγηνευτική δύναμη των βουνών και τη συνεχή επιρροή που έχουν στη διαμόρφωση της ζωής και των ονείρων μας.
Η άποψή μας: «Η τρέλα δεν πάει στα βουνά». «Βουνό με βουνό δεν σμίγει». «Έλα να αγαπηθούμε σε μια βουνοκορφή». «Όταν δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στον Μωάμεθ». «... Σκίζω τα βουνά και παντού ρωτάω...». Βουνό ή θάλασσα; Από τα κλασικά, διχαστικά ερωτήματα. Όχι κυρίες και κύριοι, στην προκειμένη περίπτωση δεν χωράει κανένας διχασμός. Βουνό, απαντάει η ταινία. Βουνό ως συνισταμένη της μεγαλύτερης έκφανσης της διχασμένης ανθρώπινης προσωπικότητας: γιατί λατρεύουμε να ανεβαίνουμε ψηλά αφού τρέμουμε τα ύψη; Όλοι το κάνουμε, λίγο ή πολύ. Οι περισσότεροι το κάνουμε ελάχιστα και οι ελάχιστοι το κάνουν πολύ. Αυτοί οι ελάχιστοι θα εκτιμήσουν πιο πολύ την ταινία. Εκείνοι που το καλύτερό τους είναι να κάνουν ορειβασία. Που νιώθουν ζωντανοί όταν σκαρφαλώνουν σε δύσβατα μονοπάτια, σε πλαγιές με μεγάλη κλίση, σε αγέρωχες κορφές. Που με μόνο τα δάχτυλά τους και τα παπούτσια τους κρέμονται σε βράχους κυριολεκτικά στο κενό! Που με τα ποδήλατά τους κάνουν σάλτο μορτάλε ανάμεσα σε χαράδρες! Που δεν αλλάζουν με τίποτε τη θέα από την κορυφή, όσο επίπονο κι αν είναι να φτάσεις σε αυτήν.
Το ντοκιμαντέρ είναι άψογο αισθητικά. Υπάρχουν σκηνές που σου κόβουν την ανάσα – τόσο από το πόσο επικίνδυνα είναι αυτά που βλέπεις όσο και από το πόσο όμορφα είναι αυτά που έχει αιχμαλωτίσει ο φακός. Το πόσο βοήθεια δίνουν τα drones και οι εξελιγμένες ψηφιακές κάμερες για να παραχθεί το τελικό αποτέλεσμα είναι ηλίου φαεινότερον. Και ο συνδυασμός με την υπέροχη μουσική υπόκρουση δίνει ένα σπάνιας απόλαυσης οπτικοακουστικό υπερθέαμα. Που εννοείται πως στη μεγάλη οθόνη είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό. Εκτός από σύγχρονα πλάνα, υπάρχουν και ιστορικής σημασίας πλάνα αρχείου που δένουν πολύ έξυπνα μέσα στο φιλμικό σώμα. Και βεβαίως στην αφήγηση, πέρα από την επιστημονική, ψυχολογική, ψυχαναλυτική ερμηνεία για το για ποιον λόγο μας ελκύουν τόσο πολύ τα βουνά, δεν κρύβεται και το ζήτημα της εκμετάλλευσης και της εμπορευματοποίησης της ζωτικής ανάγκης (για αρκετούς) του να ανέβουν σε κορυφές.
Όμορφο ντοκιμαντέρ, που όμως από κάποια στιγμή και μετά δεν έχει κάτι παραπάνω ή διαφορετικό να σου δώσει από αυτό που καταλαβαίνεις και βλέπεις στα πρώτα πέντε λεπτά.
Η υπόθεση: Πριν από τρεις αιώνες η αναρρίχηση ενός βουνού θεωρείτο παράνοια. Η σκέψη ότι τα άγρια τοπία του πλανήτη μας θα μπορούσαν να έχουν οποιοδήποτε είδος έλξης, δεν υπήρχε καν. Οι βουνοκορφές ήταν μέρη επικίνδυνα, όχι όμορφα. Γιατί, τότε, η έλξη που νιώθουμε τώρα για τα βουνά είναι τόσο έντονη; Το "Mountain" μας παρουσιάζει τη σαγηνευτική δύναμη των βουνών και τη συνεχή επιρροή που έχουν στη διαμόρφωση της ζωής και των ονείρων μας.
Η άποψή μας: «Η τρέλα δεν πάει στα βουνά». «Βουνό με βουνό δεν σμίγει». «Έλα να αγαπηθούμε σε μια βουνοκορφή». «Όταν δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στον Μωάμεθ». «... Σκίζω τα βουνά και παντού ρωτάω...». Βουνό ή θάλασσα; Από τα κλασικά, διχαστικά ερωτήματα. Όχι κυρίες και κύριοι, στην προκειμένη περίπτωση δεν χωράει κανένας διχασμός. Βουνό, απαντάει η ταινία. Βουνό ως συνισταμένη της μεγαλύτερης έκφανσης της διχασμένης ανθρώπινης προσωπικότητας: γιατί λατρεύουμε να ανεβαίνουμε ψηλά αφού τρέμουμε τα ύψη; Όλοι το κάνουμε, λίγο ή πολύ. Οι περισσότεροι το κάνουμε ελάχιστα και οι ελάχιστοι το κάνουν πολύ. Αυτοί οι ελάχιστοι θα εκτιμήσουν πιο πολύ την ταινία. Εκείνοι που το καλύτερό τους είναι να κάνουν ορειβασία. Που νιώθουν ζωντανοί όταν σκαρφαλώνουν σε δύσβατα μονοπάτια, σε πλαγιές με μεγάλη κλίση, σε αγέρωχες κορφές. Που με μόνο τα δάχτυλά τους και τα παπούτσια τους κρέμονται σε βράχους κυριολεκτικά στο κενό! Που με τα ποδήλατά τους κάνουν σάλτο μορτάλε ανάμεσα σε χαράδρες! Που δεν αλλάζουν με τίποτε τη θέα από την κορυφή, όσο επίπονο κι αν είναι να φτάσεις σε αυτήν.
Το ντοκιμαντέρ είναι άψογο αισθητικά. Υπάρχουν σκηνές που σου κόβουν την ανάσα – τόσο από το πόσο επικίνδυνα είναι αυτά που βλέπεις όσο και από το πόσο όμορφα είναι αυτά που έχει αιχμαλωτίσει ο φακός. Το πόσο βοήθεια δίνουν τα drones και οι εξελιγμένες ψηφιακές κάμερες για να παραχθεί το τελικό αποτέλεσμα είναι ηλίου φαεινότερον. Και ο συνδυασμός με την υπέροχη μουσική υπόκρουση δίνει ένα σπάνιας απόλαυσης οπτικοακουστικό υπερθέαμα. Που εννοείται πως στη μεγάλη οθόνη είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό. Εκτός από σύγχρονα πλάνα, υπάρχουν και ιστορικής σημασίας πλάνα αρχείου που δένουν πολύ έξυπνα μέσα στο φιλμικό σώμα. Και βεβαίως στην αφήγηση, πέρα από την επιστημονική, ψυχολογική, ψυχαναλυτική ερμηνεία για το για ποιον λόγο μας ελκύουν τόσο πολύ τα βουνά, δεν κρύβεται και το ζήτημα της εκμετάλλευσης και της εμπορευματοποίησης της ζωτικής ανάγκης (για αρκετούς) του να ανέβουν σε κορυφές.
Όμορφο ντοκιμαντέρ, που όμως από κάποια στιγμή και μετά δεν έχει κάτι παραπάνω ή διαφορετικό να σου δώσει από αυτό που καταλαβαίνεις και βλέπεις στα πρώτα πέντε λεπτά.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Ιανουαρίου 2018 από την Neo Films
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική