του Sean Anders. Με τους Will Ferrell, Mark Wahlberg, Linda Cardellini, John Cena, John Lithgow, Mel Gibson
Feliz Navi-dad!
του zerVo (@moviesltd)
E, μικρό πράγμα δεν το λες, το να καταφέρνει μια ταινία, έτσι από το πουθενά και με θεματολογία που νομίζεις πως κάπου έχει εξαντληθεί, να σου τριπλασιάζει, μόνο εντός της αμερικάνικης επικράτειας, το κόστος και να σου βάζει στα ταμεία, ,100 ολόκληρα και ζεστά εκατομμύρια δολάρια! Που παγκοσμίως αγγίζουν την διακοσάρα, νούμερα διόλου ευκαταφρόνητα, ειδικά όταν δεν αναφερόμαστε σε καθαρόαιμη μπλοκμπαστεριά, ούτε κινούμενο σκίτσο. Λογική κι επόμενη λοιπόν η κίνηση της Paramount να επενδύσει σε ένα ακόμη επεισόδιο της φαμελιάρικης κομεντί Daddy's Home, δίνοντας της ένεκα και των ημερών, έναν παραπάνω τόνο γιορτινό και με αμέτρητα λαμπιόνια στολισμένο.
Έχοντας παραμερίσει εδώ και μια διετία κοντά, τα πάθη και τα μίση και αφού εκμηδένισαν ο καθένας από την μεριά του τον ακραίο εγωισμό, ο Μπραντ και ο Ντάστυ απολαμβάνουν την συνθήκη ειρήνης που έχουν συναποφασίσει, για το καλό των παιδιών τους, της συζύγου (νύν του ενός, πρώην του άλλου), της φαμίλιας τους. Τα Χριστούγεννα όμως πλησιάζουν και στο σπιτικό του πρώτου, που διαμένουν τα, όχι και λίγα, ανήλικα, επικρατεί μια σχετική κατήφεια, που για ακόμη μια φορά τις γιορτές δεν θα τις περάσουν όλοι μαζί, σαν μια οικογένεια. Μετά από αμοιβαίες υποχωρήσεις, οι δυο μπαμπάδες, θα πάρουν την απόφαση να το διασκεδάσουν παρέα με τις κυρίες και τα τέκνα τους, στην εξοχή, μακρυά από το άγχος και την βουή της μεγαλούπολης. Ατυχώς για αμφότερους τους ντάντηδες, εντελώς αναπάντεχα, θα πληροφορηθούν, πως όπου νάναι καταφτάνουν για να προστεθούν στην, ήδη πολυπληθή ομήγυρη και οι δικοί τους πατεράδες!
Κάτι που σημαίνει για τον μεν Μπραντ, πως θα βρεθεί μετά από καιρό μαζί με τον λατρεμένο του, πανομοιότυπα γκαφατζή, πολυλογά, αρούκατο γονιό, τον Ντον, που περιέργως ταξιδεύει μόνος δίχως την συντροφιά της συζύγου του, αλλά και για τον δε Ντάστυ, πως από εκεί που δεν το περιμένει, θα αναγκαστεί να ανταλλάξει χνώτα με τον όχι και τόσο αγαπημένο του μπαμπά, τον γυναικά, εξυπνάκια και πονηρό Κερτ, που συνηθίζει σε κάθε του εμφάνιση να προκαλεί ανακατωσούρες στην συντροφιά. Αγχωμένοι από την παρουσία των δικών τους μπαμπάδων, οι πρώην εχθροί και νυν φίλοι, θα ψάξουν να βρουν την χρυσή τομή, προκειμένου οι γιορτινές ημέρες στην χιονισμένη ύπαιθρο, να περάσουν με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες. Δύσκολο...
Με μια σημαντική σεναριακή εναλλαγή λοιπόν, από ότι συνέβη την πρώτη, ανέλπιστα επιτυχημένη, φορά, όταν αμφότεροι οι κύρηδες της όμορφης Σάρα, έκαναν τα πάντα για να της αποδείξουν ποιος είναι ο καλύτερος συμβίος για εκείνη, ξεκινά η ιστορία του σίκουελ, καθώς οι δύο μεσήλικες, έχουν υποχρεωθεί σε συνθηκολόγηση. Αυτό σε καμία των περιπτώσεων δεν σημαίνει πως δεν θα επανέλθει η ανταγωνιστικότητα μεταξύ τους, αν και κάτι τέτοιο, ελάχιστα μοιάζει να ενδιαφέρει την κινηματογραφική συνέχεια, που έχει στρέψει την ματιά της σε καινούργια ενδιαφέροντα. Τους εβδομηντάρηδες παππούδες, δηλαδή, που εννοείται είναι δομημένοι κατ εικόνα και καθ ομοίωση των παιδιών τους και που σύμφωνα με την σκηνοθετική εκτίμηση, αναμένεται να σηκώσουν ένα σημαντικό βάρος της χιουμοριστικής δράσης. Ένα στοιχείο που δεν συμβαίνει όμως ποτέ, αφού η παρουσία του πρώτου, με την μορφή του John Lithgow, μάλλον προς το δραματικότερο φέρνει, την ώρα που θεατράλε ανακοινώνει στοn γιο του τον χωρισμό του, μετά από μισό αιώνα και βάλε, με την μητέρα του, την ίδια στιγμή που περνά πλήρως ανεκμετάλλευτος ο ερχομός του Mel Gibson, ως γκομενιάρη γεροξούρα, που με την στάση του έχει αφήσει ουκ ολίγα ψυχικά τραύματα στον δικό του (επίσης όπως θυμόμαστε γυναικά - και παντρεμένο εδώ με την θανατηφόρα Alessandra Ambrosio) κανακάρη.
Συνεπώς το πόνημα του Sean Anders, μοιάζει να αποτελείται από μικρά μικρά παζλάκια που συνθέτουν ένα όχι και τόσο αστείο σύνολο, πλημμυρισμένο από τις νευρώσεις του (μη αποδεκτού στα μέρη μας ως κωμικού της προκοπής) Will Ferrell, που επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά την μόστρα του σαχλαμαράκια και τα άγχη του έτερου πατερούλη Mark Wahlberg (σαφώς ποιοτικότερος και ρεαλιστικότερος) για να μην συμβεί το παραμικρό στους νεαρούς (βιολογικά και μη διαδόχους του) συμμετέχοντες στην πλοκή, μην τυχόν και κάτι τους στενοχωρήσει και καταστραφεί το σύμπαν. Κλίμα αγιοβασιλιάτικης συναίνεσης που διατηρείται ατόφιο καθόλη την διάρκεια του φιλμ, δίχως την παραμικρή έκπληξη να ανεμίζει στην ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στις προβλέψιμες αγκαλιές του Do They Know Its Christmas Time φινάλε, όπου τα χαμόγελα κι οι ευχές δίνουν και παίρνουν. Αφήνοντας εμάς μέσα σε ζωγραφιστό χαμόγελο να ελπίζουμε πως οι Daddies δεν θα ξαναγυρίσουν και για τρίτη φορά ανούσια φορά στο εκράν.
Κάτι που σημαίνει για τον μεν Μπραντ, πως θα βρεθεί μετά από καιρό μαζί με τον λατρεμένο του, πανομοιότυπα γκαφατζή, πολυλογά, αρούκατο γονιό, τον Ντον, που περιέργως ταξιδεύει μόνος δίχως την συντροφιά της συζύγου του, αλλά και για τον δε Ντάστυ, πως από εκεί που δεν το περιμένει, θα αναγκαστεί να ανταλλάξει χνώτα με τον όχι και τόσο αγαπημένο του μπαμπά, τον γυναικά, εξυπνάκια και πονηρό Κερτ, που συνηθίζει σε κάθε του εμφάνιση να προκαλεί ανακατωσούρες στην συντροφιά. Αγχωμένοι από την παρουσία των δικών τους μπαμπάδων, οι πρώην εχθροί και νυν φίλοι, θα ψάξουν να βρουν την χρυσή τομή, προκειμένου οι γιορτινές ημέρες στην χιονισμένη ύπαιθρο, να περάσουν με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες. Δύσκολο...
Με μια σημαντική σεναριακή εναλλαγή λοιπόν, από ότι συνέβη την πρώτη, ανέλπιστα επιτυχημένη, φορά, όταν αμφότεροι οι κύρηδες της όμορφης Σάρα, έκαναν τα πάντα για να της αποδείξουν ποιος είναι ο καλύτερος συμβίος για εκείνη, ξεκινά η ιστορία του σίκουελ, καθώς οι δύο μεσήλικες, έχουν υποχρεωθεί σε συνθηκολόγηση. Αυτό σε καμία των περιπτώσεων δεν σημαίνει πως δεν θα επανέλθει η ανταγωνιστικότητα μεταξύ τους, αν και κάτι τέτοιο, ελάχιστα μοιάζει να ενδιαφέρει την κινηματογραφική συνέχεια, που έχει στρέψει την ματιά της σε καινούργια ενδιαφέροντα. Τους εβδομηντάρηδες παππούδες, δηλαδή, που εννοείται είναι δομημένοι κατ εικόνα και καθ ομοίωση των παιδιών τους και που σύμφωνα με την σκηνοθετική εκτίμηση, αναμένεται να σηκώσουν ένα σημαντικό βάρος της χιουμοριστικής δράσης. Ένα στοιχείο που δεν συμβαίνει όμως ποτέ, αφού η παρουσία του πρώτου, με την μορφή του John Lithgow, μάλλον προς το δραματικότερο φέρνει, την ώρα που θεατράλε ανακοινώνει στοn γιο του τον χωρισμό του, μετά από μισό αιώνα και βάλε, με την μητέρα του, την ίδια στιγμή που περνά πλήρως ανεκμετάλλευτος ο ερχομός του Mel Gibson, ως γκομενιάρη γεροξούρα, που με την στάση του έχει αφήσει ουκ ολίγα ψυχικά τραύματα στον δικό του (επίσης όπως θυμόμαστε γυναικά - και παντρεμένο εδώ με την θανατηφόρα Alessandra Ambrosio) κανακάρη.
Συνεπώς το πόνημα του Sean Anders, μοιάζει να αποτελείται από μικρά μικρά παζλάκια που συνθέτουν ένα όχι και τόσο αστείο σύνολο, πλημμυρισμένο από τις νευρώσεις του (μη αποδεκτού στα μέρη μας ως κωμικού της προκοπής) Will Ferrell, που επαναλαμβάνει για μια ακόμη φορά την μόστρα του σαχλαμαράκια και τα άγχη του έτερου πατερούλη Mark Wahlberg (σαφώς ποιοτικότερος και ρεαλιστικότερος) για να μην συμβεί το παραμικρό στους νεαρούς (βιολογικά και μη διαδόχους του) συμμετέχοντες στην πλοκή, μην τυχόν και κάτι τους στενοχωρήσει και καταστραφεί το σύμπαν. Κλίμα αγιοβασιλιάτικης συναίνεσης που διατηρείται ατόφιο καθόλη την διάρκεια του φιλμ, δίχως την παραμικρή έκπληξη να ανεμίζει στην ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στις προβλέψιμες αγκαλιές του Do They Know Its Christmas Time φινάλε, όπου τα χαμόγελα κι οι ευχές δίνουν και παίρνουν. Αφήνοντας εμάς μέσα σε ζωγραφιστό χαμόγελο να ελπίζουμε πως οι Daddies δεν θα ξαναγυρίσουν και για τρίτη φορά ανούσια φορά στο εκράν.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Νοεμβρίου 2017 από την UIP!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική