του Gabe Klinger. Με τους Anton Yelchin, Lucie Lucas
Δεν το επιδιώκουμε, συμβαίνει. Ή μήπως όχι?
του zerVo (@moviesltd)
Ορίζει την δεύτερη μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη της Πορτογαλίας, αφού φιλοξενεί στην πραγματικά παραμυθένιας όψης αγκαλιά του, περισσότερους από ενάμισι εκατομμύριο κατοίκους. Από τα σημαντικότερα λιμάνια της Ευρώπης και από τα πλέον πολυσύχναστα στο αντίκρυ του Ατλαντικού ωκεανού, το Πόρτο, στηρίζει το μεγαλύτερο κομμάτι της οικονομίας του στο ομώνυμο γευστικό κρασί που παράγουν οι αμπελώνες, που εκτείνονται σε όλο το εύρος των οχθέων του ποταμού Δούρου. Του υδάτινου φιδιού που διασχίζει από άκρου εις άκρο την δυόμισι χιλιάδων χρόνων ιστορίας μεγαλούπολη, στήνοντας παρέα με τα γραφικά κτίρια, ένα υπέροχο φυσικό σκηνικό, ικανό να περιβάλλει ρομαντικά, όπως κάποτε η Βιέννη και το Παρίσι, το love story ενός Γιάνκη και μιας Φραντσέζας.
Εκείνος, ο Αμερικάνος Τζέικ, στα 26 του, μοναχικός, δίχως φίλους και συντροφιές, χωρίς σαφή προορισμό και με την μοίρα να τον έχει ρίξει σε αυτή την υποφωτισμένη γωνιά της Γηραιάς Ηπείρου, αφήνοντας τον να ξημεροβραδιάζεται στα σοκάκια και τις φτηνές παμπ του Πόρτο, βυθισμένο στις έγνοιες και τις σκέψεις. Εκείνη, η Ματί, κομψή ως Γαλλίδα, στα 32 της, αρχαιολόγος στο επάγγελμα, έχοντας διαβεί όχι και λίγους σκοπέλους στην διαδρομή της, δεν έχει ακόμη ζήσει, αν και έχει προσπαθήσει, το πάθος που πάντα ονειρευόταν. Η τυχαία γνωριμία τους σε ένα καφέ της πόλης, θα σημάνει την απαρχή ενός μεγάλου έρωτα. Αληθινού ή κίβδηλου? Υπαρκτού ή ανήκοντα στην σφαίρα της φαντασίας?
Για εκείνον απλά και μόνο η κουβέντα μαζί της ισοδυναμεί με τον παράδεισο, καθώς το κάθε μέρα του ξοδεύεται στην απομονωτική φυλακή που ο ίδιος έχει περιορίσει τον εαυτό του. Για εκείνην η συντροφιά του νεαρότερου άντρα, μοιάζει με το ξέδωμα που για καιρό καρτερούσε εγκλωβισμένη σε μια σχέση που δεν δείχνει να έχει μέλλον. Εκ πρώτης όψης μοιάζουν αμφότεροι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο, η χημεία τους μοιάζει ιδανική και το ταίριασμα τους σαν να το έχει επιλέξει ο ίδιος ο φτερωτός Θεός. όμως όχι, για κάποιους άλλους μιλάμε, δεν είναι αυτή η ιστορία του Τζέικ και της Ματί. ή ακόμη και του καθενός χώρια...
Χωρισμένη σε τρία τεύχη, με διαφορετικές συνθήκες κινηματογραφικής λήψης το καθένα, φιλμαρισμένη με εναλλακτικές κάμερες, από Super 8 μέχρι και 35mm, είναι η ενδιαφέρουσας καλλιτεχνικής άποψης, παρθενική δημιουργία μυθοπλασίας του Gabe Klinger, βραβευμένου μέχρι ώρας ντοκιμαντερίστα. Ακολουθώντας αφήγηση χρονικά ασύμμετρη, με όχι λίγα φλας μπακ να εισβάλλουν στο (πιθανό) παρόν, αλλά και με επαναλήψεις των ίδιων σεκάνς, δοσμένες από το πως θα καρτερούσε το υποκείμενο την εξέλιξη τους, η πειραματικού στυλ ταινία, προσεγγίζει το συναίσθημα της ερωτικής προσδοκίας, που πολλές φορές - ίσως και τις περισσότερες - είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με εκείνο της αλήθειας και του συμβάντος.
Το πιο δραματικό πρόσωπο, αναμφίβολα, εκ των δύο πόλων που ορίζουν το ανδρόγυνο, είναι ο ταλαιπωρημένος ψυχικά, περιπλανώμενος loner, που βρίσκεται πολλές χιλιάδες μίλια μακρυά από την εστία του, αποκομμένος από τα γνωστά του πρόσωπα, σε έναν τόπο που τον θαρρεί αφιλόξενο και άφιλο. Η (προσωρινή?) όαση που θα ανακαλύψει στην ματιά της (υπερ)γυναίκας απέναντι του, θα τον ωθήσει να πλάσει μέσα στον λαβύρινθο του νου, στιγμές που πολύ θα επιθυμούσε να πραγματοποιηθούν, με συνέπεια μέσα στην fuzzy λογική του, να μην πετυχαίνει να διαχωρίσει αν πρόκειται για ψέμα ή για θείο δώρο δεδομένο. Ευτυχώς για εμάς τους θεατές, που δεν κρίνουμε αν παίζει φαντασίωση για όχι, το λάγνο ονείρατο, σκιτσάρεται με μπόλικο ιδρώτα και παρορμητικότητα στην τρίτη και τελευταία πράξη, όταν και λαμβάνει χώρα το ανεπανόρθωτο - όπως δεν το έχουμε συναντήσει ακόμη, σε κανένα τσάπτερ των αγαπημένων επεισοδίων των Befores, που λειτουργούν ως πατρόν δημιουργικότητας για τον Βραζιλιάνο ντιρέκτορα.
Με πιο άξιο αναφοράς στοιχείο του έργου, την εξαιρετικά προσεγμένη του φωτογραφία, που όμως δεν εκμεταλλεύεται παρά στο ελάχιστο σε πρωινά πλάνα την ομορφιά της πόλης, το Porto αφιερώνεται με σύνεση και σεβασμό, στους ερωτοχτυπημένους που ακουμπούν τα όρια της παράνοιας για χάρη του μεγάλου τους αμόρε. Και πως να γίνει διαφορετικά όταν το ερωτικό αντικείμενο του πάθους, εδώ, διαγράφεται στο πανί από την πρωτοεμφανιζόμενη, ορισμό της θηλυκότητας Lucie Lucas, που δύσκολα θα αφήσει στην θέα της, σερνικό σαγόνι στην θέση του. Πολύ μέλλον, πέραν της προφανούς υπερσέξυ εικόνας. Και δεν θα δίναμε να λέγαμε το ίδιο και για τον φουκαρά Anton Yelchin, που η Άτροπος του έπαιξε παιχνίδι που δεν απαντά κανείς ούτε σε χολιγουντιανά σενάρια. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει. Μια χαρά ηθοποιός. Κρίμα...
Για εκείνον απλά και μόνο η κουβέντα μαζί της ισοδυναμεί με τον παράδεισο, καθώς το κάθε μέρα του ξοδεύεται στην απομονωτική φυλακή που ο ίδιος έχει περιορίσει τον εαυτό του. Για εκείνην η συντροφιά του νεαρότερου άντρα, μοιάζει με το ξέδωμα που για καιρό καρτερούσε εγκλωβισμένη σε μια σχέση που δεν δείχνει να έχει μέλλον. Εκ πρώτης όψης μοιάζουν αμφότεροι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο, η χημεία τους μοιάζει ιδανική και το ταίριασμα τους σαν να το έχει επιλέξει ο ίδιος ο φτερωτός Θεός. όμως όχι, για κάποιους άλλους μιλάμε, δεν είναι αυτή η ιστορία του Τζέικ και της Ματί. ή ακόμη και του καθενός χώρια...
Χωρισμένη σε τρία τεύχη, με διαφορετικές συνθήκες κινηματογραφικής λήψης το καθένα, φιλμαρισμένη με εναλλακτικές κάμερες, από Super 8 μέχρι και 35mm, είναι η ενδιαφέρουσας καλλιτεχνικής άποψης, παρθενική δημιουργία μυθοπλασίας του Gabe Klinger, βραβευμένου μέχρι ώρας ντοκιμαντερίστα. Ακολουθώντας αφήγηση χρονικά ασύμμετρη, με όχι λίγα φλας μπακ να εισβάλλουν στο (πιθανό) παρόν, αλλά και με επαναλήψεις των ίδιων σεκάνς, δοσμένες από το πως θα καρτερούσε το υποκείμενο την εξέλιξη τους, η πειραματικού στυλ ταινία, προσεγγίζει το συναίσθημα της ερωτικής προσδοκίας, που πολλές φορές - ίσως και τις περισσότερες - είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με εκείνο της αλήθειας και του συμβάντος.
Το πιο δραματικό πρόσωπο, αναμφίβολα, εκ των δύο πόλων που ορίζουν το ανδρόγυνο, είναι ο ταλαιπωρημένος ψυχικά, περιπλανώμενος loner, που βρίσκεται πολλές χιλιάδες μίλια μακρυά από την εστία του, αποκομμένος από τα γνωστά του πρόσωπα, σε έναν τόπο που τον θαρρεί αφιλόξενο και άφιλο. Η (προσωρινή?) όαση που θα ανακαλύψει στην ματιά της (υπερ)γυναίκας απέναντι του, θα τον ωθήσει να πλάσει μέσα στον λαβύρινθο του νου, στιγμές που πολύ θα επιθυμούσε να πραγματοποιηθούν, με συνέπεια μέσα στην fuzzy λογική του, να μην πετυχαίνει να διαχωρίσει αν πρόκειται για ψέμα ή για θείο δώρο δεδομένο. Ευτυχώς για εμάς τους θεατές, που δεν κρίνουμε αν παίζει φαντασίωση για όχι, το λάγνο ονείρατο, σκιτσάρεται με μπόλικο ιδρώτα και παρορμητικότητα στην τρίτη και τελευταία πράξη, όταν και λαμβάνει χώρα το ανεπανόρθωτο - όπως δεν το έχουμε συναντήσει ακόμη, σε κανένα τσάπτερ των αγαπημένων επεισοδίων των Befores, που λειτουργούν ως πατρόν δημιουργικότητας για τον Βραζιλιάνο ντιρέκτορα.
Με πιο άξιο αναφοράς στοιχείο του έργου, την εξαιρετικά προσεγμένη του φωτογραφία, που όμως δεν εκμεταλλεύεται παρά στο ελάχιστο σε πρωινά πλάνα την ομορφιά της πόλης, το Porto αφιερώνεται με σύνεση και σεβασμό, στους ερωτοχτυπημένους που ακουμπούν τα όρια της παράνοιας για χάρη του μεγάλου τους αμόρε. Και πως να γίνει διαφορετικά όταν το ερωτικό αντικείμενο του πάθους, εδώ, διαγράφεται στο πανί από την πρωτοεμφανιζόμενη, ορισμό της θηλυκότητας Lucie Lucas, που δύσκολα θα αφήσει στην θέα της, σερνικό σαγόνι στην θέση του. Πολύ μέλλον, πέραν της προφανούς υπερσέξυ εικόνας. Και δεν θα δίναμε να λέγαμε το ίδιο και για τον φουκαρά Anton Yelchin, που η Άτροπος του έπαιξε παιχνίδι που δεν απαντά κανείς ούτε σε χολιγουντιανά σενάρια. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει. Μια χαρά ηθοποιός. Κρίμα...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Σεπτεμβρίου 2017 από την Neo Films
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική