του Guillaume Canet. Mε τους Guillaume Canet, Marion Cotillard, Philippe Lefebvre, Gilles Lellouche, Camille Rowe, Yvan Attal, Alain Attal, Johnny Hallyday, Kev Adams, Ben Foster
Αχ αυτά τα σαράντα...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Τι συμβαίνει όταν παύεις να είσαι ροκ εν ρολ;;;;
Ο Guillaume Canet γεννήθηκε στις 10 Απριλίου του 1973 στη Βουλώνη, στη γαλλική ακτή της Μάγχης. Η οικογένειά του επί γενιές ολόκληρες ασχολείται με την εκτροφή λόγων. Και ο ίδιος ασχολήθηκε επαγγελματικά με την ιππασία έως ότου ένας άσχημος τραυματισμός στο γόνατό του σταμάτησε την καριέρα του – αν και συνεχίζει να ασχολείται ερασιτεχνικά. Εκείνος ο τραυματισμός, όμως, αποτέλεσε κατά μία έννοια το αίτιο για να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο τόσο ως ηθοποιός όσο και ως σκηνοθέτης.
Αυτή είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία την οποία σκηνοθετεί. Η προηγούμενη φιλμογραφία του ως σκηνοθέτης έχει ως εξής: «Έρωτας αλά γαλλικά» (Mon idole, 2002), «Μην το πεις σε κανέναν» (Ne le dis à personne, 2006), «Μικρά αθώα ψέματα» (Les petits mouchoirs, 2010) και «Ο νόμος του αίματος» (Blood Ties, 2013). Μπροστά και πίσω από το φακό έχει βρεθεί στην πρώτη του ταινία και στην τωρινή. Στην πρώτη του ταινία είχε συμπρωταγωνίστρια την τότε σύζυγό του, Diane Kruger ενώ στην τελευταία έχει ως συμπρωταγωνίστρια την εράστριά του και μητέρα των δύο παιδιών του, Marion Cotillard, την οποία έχει σκηνοθετήσει σε άλλες δύο από τις ταινίες του! Αυτή είναι η τέταρτη ταινία στην οποία συμπρωταγωνιστεί με την Cotillard (η μία είναι η κινουμένων σχεδίων «Ο μικρός πρίγκιπας» (The Little Prince, 2015), στην οποία δάνεισαν τη φωνή τους) με την πρώτη να είναι η φοβερή και τρομερή ταινία «Αγάπα με αν τολμάς» (Jeux d'enfants, 2003). Το «Μεγάλωσε αν τολμάς» βγήκε στη Γαλλία στις 15 Φεβρουαρίου (πριν έξι μήνες δηλαδή) και την ταινία είδαν πάνω από 1,2 εκατομμύριο θεατές.
Η υπόθεση: O 43χρονος Guillaume Canet έχει όλα όσα χρειάζεται για να είναι ευτυχισμένος. Πετυχημένος ηθοποιός, ζει μαζί με την πανέμορφη κι εξίσου πετυχημένη ηθοποιό Marion Cotillard και το παιδάκι τους και ασχολείται με το αγαπημένο του σπορ, που είναι η ιππασία. Ωστόσο, ο εγωισμός του και κυρίως η ματαιοδοξία του θίγονται όταν μια νεαρή δημοσιογράφος που του παίρνει συνέντευξη, του μιλάει μονάχα για τους νεαρότερους συναδέλφους του, Pierre Niney και Gaspard Ulliel, ως την ανερχόμενη γενιά και ως sex symbols. Η Camille, μια νεαρή 20χρονη ηθοποιός με την οποία γυρίζει μια ταινία, θα του υπενθυμίζει επίσης επίμονα την ηλικία του. Για τον Canet, αυτή η περίοδος είναι περίοδος ενδοσκόπησης και ο ίδιος αρχίζει να φέρεται παράξενα δυσαρεστώντας τη σύντροφό του και τους δικούς του. Μέχρι πού θα φτάσει όλο αυτό;
Η άποψή μας: Χρειάζεται πολύ θάρρος για να χρησιμοποιήσεις την κινηματογραφική κάμερα ως καθρέφτη και να βάλεις μπροστά της τον εαυτό σου: να καταγράψεις τη ζωή σου ως ντοκιμαντέρ και ως μυθοπλασία ταυτόχρονα! Ο Canet ψυχαναλύεται μπροστά στα μάτια μας και δεν χαρίζεται σε κανέναν και κυρίως στον εαυτό του, στην περσόνα του! Εννοείται ότι όλα όσα βλέπουμε δεν είναι αλήθεια: αυτό που γυρίζει δεν είναι ντοκιμαντέρ. Είναι όμως κατά μία έννοια ένα mockumentary με μπόλικα αληθινά στοιχεία κι άλλα τα οποία είναι κατασκευασμένα. Πχ, ο Canet ήταν και συνεχίζει να είναι λάτρης της ιππασίας όντως. Στην ταινία εμφανίζεται η πραγματική του σύντροφος, η πραγματική του μητέρα, το αγοράκι όμως που έχει αποκτήσει με την Cotillard δεν εμφανίζεται στην ταινία – το παίζει ένα άλλο αγοράκι!
Ο Canet από τη μια παίζει με το αδηφάγο βλέμμα του κοινού και την ανάγκη του για... κουτσομπολιό και από την άλλη, κατακρίνει τη ματαιοδοξία του ίδιου και γενικά των ηθοποιών – σταρ, σε μια ταινία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η... αποθέωση της ματαιοδοξίας! Κι όλο αυτό το κάνει με πολύ, πολύ χιούμορ. Υπάρχουν σκηνές στην ταινία όπου γελάς πάρα πολύ και δυνατά. Ο Canet χαλιέται που τον περνάνε για ξενέρωτο. Χαλιέται που δεν βγαίνει με τους φίλους του. Χαλιέται που υποδύεται ρόλους πατεράδων πλέον αντί εραστών. Χαλιέται που η νεαρή συμπρωταγωνίστριά του δεν τον βλέπει ερωτικά. Χαλιέται που τον κοροϊδεύουν για την ενασχόλησή του με τα άλογα. Χαλιέται που δεν είναι πλέον rock'n roll, όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας. Βεβαίως, μπορεί ποτέ να μην ήταν rock'n roll, αλλά αυτό το προσπερνάμε... Ο Canet μπαίνει στα άδυτα (χμ...) της κινηματογραφικής βιομηχανίας made in France και τα χώνει γενικώς! Κάθε του προσπάθεια να «βγει» πιο cool στέφεται με μεγαλύτερη αποτυχία από την προηγούμενη!
Στα γυρίσματα της ταινίας που γυρίζει μέσα στην ταινία, κάνει παλαβομάρες και οι υπόλοιποι δεν μπορούν να τον ανεχθούν. Ζητάει βοήθεια από τον κολλητό του, Gilles Lellouche, λες και αυτό που έχει ο Gilles και δεν έχει ο ίδιος, μπορεί να διδαχθεί, να μεταδοθεί, να μπολιαστεί. Πηγαίνει στον θεό Johnny Hallyday (του οποίου η νεαρότατη και ομορφότατη πραγματική σύντροφός του, την οποία επίσης βλέπουμε να υποδύεται τον εαυτό της, προσπαθεί να του κόψει το τσιγάρο προκειμένου να προστατέψει την υγεία του κι εκείνος καπνίζει μπάφους!) και του... κόβεται η μαγκιά! Πηγαίνει για κάστινγκ στον Ben Foster ο οποίος ψάχνει νεαρό Γάλλο ηθοποιό για τη νέα του ταινία, έναν ηθοποιό που να μιλάει καλά αγγλικά, και εξευτελίζεται! Πηγαίνει στο γραφείο παραγωγής, στους ανθρώπους που γνωρίζει σχεδόν σε όλη του την επαγγελματική ζωή και τους βγάζει όλους έξω φρενών – είναι η σκηνή με την οποία γελάσαμε περισσότερο! Και η Marion είναι τρελαμένη με το να προσπαθεί να μάθει γαλλικά του Κεμπέκ, προκειμένου να λάβει μέρος στη νέα ταινία του Javier Dollan, όπως όντως συνέβη στην πραγματικότητα! Χαμός!
Το θάρρος του Canet μάλιστα είναι τόσο μεγάλο που όσο πλησιάζει στο τέλος η ταινία, τόσο περισσότερο... ξεφεύγει! Η υποκριτική, μάλλον το πλέον ναρκισσιστικό από όλα τα επαγγέλματα του κόσμου, επιζητεί τη μόνιμη νεότητα. Σαν τον Δράκουλα ένα πράγμα. Και ο Canet βλέποντας μέσα από παραμορφωτικό φακό προφανώς, λέει, πως για την επίτευξη της αιώνιας νεότητας ο ίδιος και οι συνάδελφοί του προχωρούν σε συμφωνίες με το διάβολο. Που στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να είναι ένας γκουρού που σου κάνει... μπότοξ. Εκεί, λοιπόν, στο τελευταίο 20λεπτο, εκεί όπου ο ηθοποιός έχει χάσει πλέον την εικόνα του εαυτού του, εκεί η ταινία αγγίζει την υστερία. Τραβάει τα πράγματα στα άκρα.
Ας είναι. Μας έχει δώσει προηγουμένως απίστευτα πολλά πράγματα για να γελάσουμε. Με τα χάλια των ηθοποιών. Και γιατί όχι, με τα δικά μας...
Η υπόθεση: O 43χρονος Guillaume Canet έχει όλα όσα χρειάζεται για να είναι ευτυχισμένος. Πετυχημένος ηθοποιός, ζει μαζί με την πανέμορφη κι εξίσου πετυχημένη ηθοποιό Marion Cotillard και το παιδάκι τους και ασχολείται με το αγαπημένο του σπορ, που είναι η ιππασία. Ωστόσο, ο εγωισμός του και κυρίως η ματαιοδοξία του θίγονται όταν μια νεαρή δημοσιογράφος που του παίρνει συνέντευξη, του μιλάει μονάχα για τους νεαρότερους συναδέλφους του, Pierre Niney και Gaspard Ulliel, ως την ανερχόμενη γενιά και ως sex symbols. Η Camille, μια νεαρή 20χρονη ηθοποιός με την οποία γυρίζει μια ταινία, θα του υπενθυμίζει επίσης επίμονα την ηλικία του. Για τον Canet, αυτή η περίοδος είναι περίοδος ενδοσκόπησης και ο ίδιος αρχίζει να φέρεται παράξενα δυσαρεστώντας τη σύντροφό του και τους δικούς του. Μέχρι πού θα φτάσει όλο αυτό;
Η άποψή μας: Χρειάζεται πολύ θάρρος για να χρησιμοποιήσεις την κινηματογραφική κάμερα ως καθρέφτη και να βάλεις μπροστά της τον εαυτό σου: να καταγράψεις τη ζωή σου ως ντοκιμαντέρ και ως μυθοπλασία ταυτόχρονα! Ο Canet ψυχαναλύεται μπροστά στα μάτια μας και δεν χαρίζεται σε κανέναν και κυρίως στον εαυτό του, στην περσόνα του! Εννοείται ότι όλα όσα βλέπουμε δεν είναι αλήθεια: αυτό που γυρίζει δεν είναι ντοκιμαντέρ. Είναι όμως κατά μία έννοια ένα mockumentary με μπόλικα αληθινά στοιχεία κι άλλα τα οποία είναι κατασκευασμένα. Πχ, ο Canet ήταν και συνεχίζει να είναι λάτρης της ιππασίας όντως. Στην ταινία εμφανίζεται η πραγματική του σύντροφος, η πραγματική του μητέρα, το αγοράκι όμως που έχει αποκτήσει με την Cotillard δεν εμφανίζεται στην ταινία – το παίζει ένα άλλο αγοράκι!
Ο Canet από τη μια παίζει με το αδηφάγο βλέμμα του κοινού και την ανάγκη του για... κουτσομπολιό και από την άλλη, κατακρίνει τη ματαιοδοξία του ίδιου και γενικά των ηθοποιών – σταρ, σε μια ταινία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η... αποθέωση της ματαιοδοξίας! Κι όλο αυτό το κάνει με πολύ, πολύ χιούμορ. Υπάρχουν σκηνές στην ταινία όπου γελάς πάρα πολύ και δυνατά. Ο Canet χαλιέται που τον περνάνε για ξενέρωτο. Χαλιέται που δεν βγαίνει με τους φίλους του. Χαλιέται που υποδύεται ρόλους πατεράδων πλέον αντί εραστών. Χαλιέται που η νεαρή συμπρωταγωνίστριά του δεν τον βλέπει ερωτικά. Χαλιέται που τον κοροϊδεύουν για την ενασχόλησή του με τα άλογα. Χαλιέται που δεν είναι πλέον rock'n roll, όπως είναι και ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας. Βεβαίως, μπορεί ποτέ να μην ήταν rock'n roll, αλλά αυτό το προσπερνάμε... Ο Canet μπαίνει στα άδυτα (χμ...) της κινηματογραφικής βιομηχανίας made in France και τα χώνει γενικώς! Κάθε του προσπάθεια να «βγει» πιο cool στέφεται με μεγαλύτερη αποτυχία από την προηγούμενη!
Στα γυρίσματα της ταινίας που γυρίζει μέσα στην ταινία, κάνει παλαβομάρες και οι υπόλοιποι δεν μπορούν να τον ανεχθούν. Ζητάει βοήθεια από τον κολλητό του, Gilles Lellouche, λες και αυτό που έχει ο Gilles και δεν έχει ο ίδιος, μπορεί να διδαχθεί, να μεταδοθεί, να μπολιαστεί. Πηγαίνει στον θεό Johnny Hallyday (του οποίου η νεαρότατη και ομορφότατη πραγματική σύντροφός του, την οποία επίσης βλέπουμε να υποδύεται τον εαυτό της, προσπαθεί να του κόψει το τσιγάρο προκειμένου να προστατέψει την υγεία του κι εκείνος καπνίζει μπάφους!) και του... κόβεται η μαγκιά! Πηγαίνει για κάστινγκ στον Ben Foster ο οποίος ψάχνει νεαρό Γάλλο ηθοποιό για τη νέα του ταινία, έναν ηθοποιό που να μιλάει καλά αγγλικά, και εξευτελίζεται! Πηγαίνει στο γραφείο παραγωγής, στους ανθρώπους που γνωρίζει σχεδόν σε όλη του την επαγγελματική ζωή και τους βγάζει όλους έξω φρενών – είναι η σκηνή με την οποία γελάσαμε περισσότερο! Και η Marion είναι τρελαμένη με το να προσπαθεί να μάθει γαλλικά του Κεμπέκ, προκειμένου να λάβει μέρος στη νέα ταινία του Javier Dollan, όπως όντως συνέβη στην πραγματικότητα! Χαμός!
Το θάρρος του Canet μάλιστα είναι τόσο μεγάλο που όσο πλησιάζει στο τέλος η ταινία, τόσο περισσότερο... ξεφεύγει! Η υποκριτική, μάλλον το πλέον ναρκισσιστικό από όλα τα επαγγέλματα του κόσμου, επιζητεί τη μόνιμη νεότητα. Σαν τον Δράκουλα ένα πράγμα. Και ο Canet βλέποντας μέσα από παραμορφωτικό φακό προφανώς, λέει, πως για την επίτευξη της αιώνιας νεότητας ο ίδιος και οι συνάδελφοί του προχωρούν σε συμφωνίες με το διάβολο. Που στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να είναι ένας γκουρού που σου κάνει... μπότοξ. Εκεί, λοιπόν, στο τελευταίο 20λεπτο, εκεί όπου ο ηθοποιός έχει χάσει πλέον την εικόνα του εαυτού του, εκεί η ταινία αγγίζει την υστερία. Τραβάει τα πράγματα στα άκρα.
Ας είναι. Μας έχει δώσει προηγουμένως απίστευτα πολλά πράγματα για να γελάσουμε. Με τα χάλια των ηθοποιών. Και γιατί όχι, με τα δικά μας...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 31 Αυγούστου 2017 από την Rosebud 21
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική