του Christopher Nolan. Με τους Fionn Whitehead, Tom Glynn-Carney, Jack Lowden, Harry Styles, Aneurin Barnard, James D'Arcy, Barry Keoghan, Kenneth Branagh, Cillian Murphy, Mark Rylance, Tom Hardy
Nolan's Law!
του gaRis (@takisgaris)
Η ιδέα γεννάται στην ιδιοφυή κεφαλή του Christopher Nolan πίσω στα 1992, όταν διέσχισε έμπλεος για πρώτη φορά μετά της νυν συζύγου (και πολλάκις συμπαραγωγού, Emma Thomas) τα παράλια της γαλλικής Δουνκέρκης. Εκεί που ο στρατιωτικός όλεθρος εκείνου του Μάη του ’40 μόνο με την απώλεια της Σιγκαπούρης θα μπορούσε να συγκριθεί δυο χρόνια αργότερα. Γύρω στους 400 χιλιάδες Κοινοπολιταίους μαζί με Γαλλοβέλγους να τους μπορμπαρδίζει η Λουφτφάφε και να μένουν εγκλωβισμένοι καταρρώμενοι την άτιμη τη RAF, στην πλειονοψηφία αμούστακα, άπειρα στη μάχη παιδιά. Ο Τσέρτσιλ γίγαντας μόλις 16 ημερών στην πρωθυπουργία, στρέφει τα πλοιάρια των Βρετανών πολιτών στο πέλαγος και μετατρέπει την άτακτη φυγή σε ψυχολογικό θρίαμβο, γλιτωμό του Νησιού που έστρεψε τον ρου του WWII.
O Nolan δεν είναι κι ούτε θέλει να ζηλώσει δόξαν Spielberg. Ούτε τόχει να βγάζει ανθρωπίλα Eastwood ή μεταφυσική σπλατεριά Gibson. Θέλει δυο - τρεις Bay στην καθισιά του και έχει τρανή ευκαιρία να δείξει μούσκουλα, στο ποιος είναι το αφεντικό στο είδος που ο ίδιος έχει δημιουργήσει: Την ταινία μαζικής αποδοχής που στοχεύει (και ποτέ δεν πετυχαίνει) να μετουσιωθεί σε Τέχνη. Διότι από τεχνική ίπταται παρασάγγας. Ευχή και κατάρα, ότι περίπου και με τον έτερο αρχιμάστορα, David Fincher, να επαναθέτουν τα όρια κινηματογραφικής μαεστρίας, μα το σουβλάκι αηδονόγλωσσα δε γίνεται, όσο στην εντέλεια μαγειρεμένο κι αν είναι.
Η Δουνκέρκη απο-στομώνει με IMAX οδοστρωτήρα και κορώνει με το 65mm (στην κοντινή παράδοση των The Master και The Hateful Eight). Με μια εκατοπενηντάρα χρηματοδότηση από τα οποία το εικοσάρικο στην τσέπη (ρεκόρ που πιάνει την αμοιβή του Peter Jackson για το King Kong), τον Interstellar Hoytema και τον διαβόητο Zimmer να κουρταλά τσι ήχοι, ο διαστημοπλοιάς Christopher παίρνει τη μανιέρα κατακερματισμού του ιστορικού χρόνου και την τερματίζει από ξηράς-θαλάσσης-αέρος.
Ελάχιστοι το αντιλαμβάνονται μεμιάς, άλλωστε αυτό είναι και το κλου του Nolanικού oevre. Απανωτές παρακολουθήσεις, ώστε να διασπαστεί η προσοχή από το άτσαλο μοντάζ δράσης (που εδώ όμως τα σπάει) και την αισθητή υπανάπτυξη του στόρυ (76 σελίδες εδώ) όσο και των χαρακτήρων (ο μόνος που ουσιαστικά διεκδικεί τη συναισθηματική μας συμμετοχή στο Dunkirk είναι ο σκηνοθέτης Nolan). Δες τις 10 αράδες του πιλότου - μασκοφόρου Μπέιν (Tom Hardy σε άλλο ένα αποκαρδιωτικό ξόδεμα), την καρικατούρα καλοκάγαθου μαουνιέρη - με - την - αψόγου άρθρωση Mark Rylance και τον πεζικάριο Harry Styles των One Direction να περιφέρει ζυγωματικά, σε ένα πλήθος χρησιμοποιούμενο ως σκηνικό αιτιολόγησης, μιας συρραφής μοναδικών σκηνών καταστροφής, που έκαναν τους ολοιγάριθμους ενενηντακοντούτηδες επιβιώσαντες να ξαναζήσουν τον εφιάλτη, 77 χρόνια αργότερα, στην πρεμιέρα της ταινίας.
Αναντίρρητα ο Βρετανός έχει κάνει πολλή έρευνα: Greed (1924), Sunrise: A Song of two Humans (1927), Le Salaire De La Peur (1953). Παίζει με πλήθη, νεύματα, ανάσες για να γεμίσει την οθόνη θραύσματα μιας ντοκουντράμα αφήγησης που θα ήταν πολύ κοντά στο United 93, αν δεν προσγειωνόταν άτσαλα στα ρηχά μιας γλυκερής, μη πιστευτής κατάληξης, όχι ως προς την ιστορική αλήθεια, αλλά μιλώντας για το συναίσθημα μιας διάσωσης που εδώ ελλείπει. Το Dunkirk είναι ένα αισθησιαρχικό μιλένιαλ έπος που αποστασιοποιείται ιδεολογικά από κάθε πόλεμο και θεωρεί ανοίκεια, ως ανέφικτη, την όποια σύνδεσή του με οτιδήποτε, πέρα από την δια πυρός και σιδήρου επιβίωση.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 24 Αυγούστου 2017 από την Tanweer
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική