του Atilla Till. Με τους Szabolcs Thuróczy, Zoltán Fenyvesi, Adám Fekete, Dusan Vitanovic, Lidia Danis, Mónika Balsai
Ταραντίνο σε ρόδες!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Μια ταινία μακριά από κάθε έννοια πολιτικής ορθότητας!
Μεγάλη έκπληξη τούτη η ταινία από την Ουγγαρία! Επιβεβαιώνει με τον πλέον εμφατικό τρόπο πως η χώρα του περίφημου σαλαμιού, αλλά και το κέντρο της ευρωπαϊκής κινηματογραφικής βιομηχανίας πορνό (!) τα καταφέρνει περίφημα και σε ότι αφορά το σινεμά για το φεστιβαλικό κοινό, χωρίς να κλείνει τα μάτια και στις προοπτικές εμπορικότητας! Η ταινία Tiszta Szivvel έλαβε ήδη μέρος σε αρκετά φεστιβάλ, όπως εκείνα του Κάρλοβι Βάρι, του Λονδίνου και του Σικάγου, λαμβάνοντας παντού εξαιρετικές κριτικές αλλά κυρίως κερδίζοντας την αμέριστη συμπάθεια των θεατών!
Αυτή είναι μόλις η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Atilla Till, μετά το «Pánik» του 2008. Το φιλμ έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου τιμήθηκε με τον Χρυσό Αλέξανδρο Καλύτερης Ταινίας αλλά και με το Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας, που το μοιράστηκαν οι τρεις βασικοί πρωταγωνιστές της! Μάλιστα, όσοι παραβρεθήκαμε στο «Ολύμπιον», στην τελετή λήξης, είδαμε σε βιντεοζεύξη τον σκηνοθέτη, να ετοιμάζεται για ένα τηλεοπτικό σόου στη Βουδαπέστη πριν ευχαριστήσει την κριτική επιτροπή και το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, και εντάξει, ο άνθρωπος φαίνεται μορφάρα! Όπως μορφάρα είναι και ο βασικός πρωταγωνιστής: οι παραγωγοί ανακάλυψαν τον Zoltán Fenyvesi μέσω της σελίδας του στο instagram, όπου έχει καταχωρήσει τον εαυτό του ως «wheelchairguy»! Τέλος, να σημειώσουμε πως η ταινία αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Ουγγαρίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Η υπόθεση: Ο Ζόλι και ο Μπάρμπα είναι συγκάτοικοι σε ένα κέντρο φροντίδας ανθρώπων με κινητικά προβλήματα στη σύγχρονη Βουδαπέστη. Ο Ζόλι κινείται με τη βοήθεια αναπηρικού αμαξιδίου, καθώς έχει χοντρό πρόβλημα με τη σπονδυλική του στήλη ενώ ο Μπάρμπα πάσχει από ελαφριάς μορφής εγκεφαλική παράλυση, κάτι που τον κάνει να κινείται από μόνος του μεν, μη έχοντας τον πλήρη έλεγχο των άκρων του δε. Ο Ζόλι πρέπει οπωσδήποτε να υποβληθεί σε μια πανάκριβη χειρουργική επέμβαση, διαφορετικά τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η ίδια του η επιβίωση. Η μητέρα του τον εκλιπαρεί να δεχτεί τα χρήματα που προσφέρεται να τους δώσει ο πατέρας του για να γίνει το χειρουργείο, ο Ζόλι όμως αρνείται κατηγορηματικά. Δεν μπορεί να τον συγχωρέσει για το γεγονός ότι τους εγκατέλειψε αμέσως μετά τη γέννησή του.
Ο Ζόλι περνάει την ώρα του ζωγραφίζοντας κόμικ μαζί με τον Μπάρμπα. Όταν οι δυο τους γνωρίζουν τον πρώην πυροσβέστη Ρουπάζοφ, ο οποίος μένει παράλυτος από τη μέση και κάτω τραυματιζόμενος στο πεδίο του καθήκοντος, η ζωή τους θα αλλάξει. Ο Ρουπάζοφ έχει γίνει πληρωμένος εκτελεστής (!) για έναν Σέρβο μαφιόζο, που τρέφει μεγάλη λατρεία για τα σκυλιά του ράτσας ροτβάιλερ. Και η παρέα του με τους δύο φίλους θα τους δώσει πραγματικά μαθήματα ζωής. Μήπως όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως φαίνονται;
Η άποψή μας: Πώς μπορείς να αντισταθείς σε μια ταινία όπως αυτή; Που κάνει τόσο πολλά πράγματα σωστά; Έχει ως πρωταγωνιστές ανθρώπους που η κοινωνία τους ονομάζει ΑΜΕΑ: δείχνει από καμιά φορά τη συμπόνια και τον οίκτο της προς αυτούς και τους ξεπετά μακριά, εσώκλειστους, κρυμμένους, χωρίς να ενδιαφέρεται καθόλου ουσιαστικά, γκετοποιώντας τους. Ο σκηνοθέτης τους χρίζει πρωταγωνιστές δίχως να τους λυπάται ούτε να τους χαρίζεται. Είναι άνθρωποι με πάθη και προβλήματα, με προτερήματα και ελαττώματα, με κολλήματα (ο Μπάρμπα χρησιμοποιεί συνεχώς αποσμητικό – ποτέ δεν ξέρεις, λέει, πότε θα συναντήσεις ένα όμορφο κορίτσι – δεν πρέπει να μυρίζεις όμορφα τότε;), που πονάνε, που αστειεύονται, που αγαπάνε, που ονειρεύονται και που έχουν φαντασία – μεγάλη φαντασία (αυτό το τελευταίο κρατήστε το – αποτελεί βασικό στοιχείο για την αποκρυπτογράφηση της ταινίας, χε χε χε).
Πέρα από τους ήρωές μας με τα αναπηρικά αμαξίδια η ταινία κατορθώνει να έχει γρήγορο ρυθμό, σκηνές έντασης και δράματος που εναλλάσσονται με σκηνές πάρα πολύ αστείες και σαφέστατα μη πολιτικά ορθές (όταν ο Μπάρμπα προσπαθεί να πάρει ένα μπουκάλι νερό από αυτόματο πωλητή, λόγω του τρέμουλου στο χέρι του πατάει άλλο νούμερο στο μηχάνημα και βγάζει... φιστίκια – και ναι, δεν τους λυπάσαι ρε φίλε αλλά γελάς γιατί τόσο ο Μπάρμπα όσο και ο Ζόλι δεν μιζεριάζουν). Αλλά υπάρχουν και οι σκηνές των δολοφονιών, οι οποίες είναι άψογα στημένες, ωσάν να βλέπεις ένα τέλειο θρίλερ. Και ο σκηνοθέτης δεν κάνει πίσω ούτε σε αυτές τις απεικονίσεις. Η δολοφονία ενός γιάπι πχ στην πλατεία μπροστά από την περίφημη εκκλησία του Αγίου Στεφάνου της ουγγαρέζικης πρωτεύουσας, όπου συμμετέχουν και τα τρία φιλαράκια, με το τάισμα των περιστεριών και το εξαιρετικό μοντάζ, θα πρέπει να διδάσκεται στις σχολές κινηματογράφου ως σκηνή δημιουργίας σασπένς που ταυτόχρονα αποτίνει φόρο τιμής αλλά και λίιιιγο «κοροϊδεύει» ανάλογες σκηνές, όπως την περίφημη ανάλογη στο «Θωρηκτό Ποτέμκιν». Ο πρώην πυροσβέστης – νυν πληρωμένος δολοφόνος είναι απολαυστικός στο ρόλο του καθώς κάνει όλα όσα οι δύο φίλοι πάντοτε ήθελαν αλλά ποτέ δεν θα μπορούσαν. Έτσι γίνεται και πρωταγωνιστής στο κόμικ τους. Και στο τέλος γίνεται και η μεγάλη, σπουδαία ανατροπή, που στέλνει την ταινία αλλού, στο πλαίσιο ενός φιλμ ενηλικίωσης, ωρίμανσης, μεγαλώματος.
Πάρα πολύ σπουδαία ταινία πραγματικά, από μια χώρα όπου ο φασισμός και ο ρατσισμός έχουν πάρει τεράστιες διαστάσεις (ποιος μπορεί να ξεχάσει την κάμεραγούμαν, που έβαλε τρικλοποδιά σε μετανάστη;), φαίνεται όμως πως υπάρχουν πολλές και ενδιαφέρουσες φωνές πραγματικής και ουσιαστικής αντίστασης κι όχι κομ ιλ φο. Και το σπουδαιότερο; Δεν κάνει διδασκαλία καθέδρας. Ίσα ίσα, προσφέρει τη... μολότοφ του σε συσκευασία απολαυστικού φιλμικού δώρου. Απολαύστε το!
Η υπόθεση: Ο Ζόλι και ο Μπάρμπα είναι συγκάτοικοι σε ένα κέντρο φροντίδας ανθρώπων με κινητικά προβλήματα στη σύγχρονη Βουδαπέστη. Ο Ζόλι κινείται με τη βοήθεια αναπηρικού αμαξιδίου, καθώς έχει χοντρό πρόβλημα με τη σπονδυλική του στήλη ενώ ο Μπάρμπα πάσχει από ελαφριάς μορφής εγκεφαλική παράλυση, κάτι που τον κάνει να κινείται από μόνος του μεν, μη έχοντας τον πλήρη έλεγχο των άκρων του δε. Ο Ζόλι πρέπει οπωσδήποτε να υποβληθεί σε μια πανάκριβη χειρουργική επέμβαση, διαφορετικά τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η ίδια του η επιβίωση. Η μητέρα του τον εκλιπαρεί να δεχτεί τα χρήματα που προσφέρεται να τους δώσει ο πατέρας του για να γίνει το χειρουργείο, ο Ζόλι όμως αρνείται κατηγορηματικά. Δεν μπορεί να τον συγχωρέσει για το γεγονός ότι τους εγκατέλειψε αμέσως μετά τη γέννησή του.
Ο Ζόλι περνάει την ώρα του ζωγραφίζοντας κόμικ μαζί με τον Μπάρμπα. Όταν οι δυο τους γνωρίζουν τον πρώην πυροσβέστη Ρουπάζοφ, ο οποίος μένει παράλυτος από τη μέση και κάτω τραυματιζόμενος στο πεδίο του καθήκοντος, η ζωή τους θα αλλάξει. Ο Ρουπάζοφ έχει γίνει πληρωμένος εκτελεστής (!) για έναν Σέρβο μαφιόζο, που τρέφει μεγάλη λατρεία για τα σκυλιά του ράτσας ροτβάιλερ. Και η παρέα του με τους δύο φίλους θα τους δώσει πραγματικά μαθήματα ζωής. Μήπως όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως φαίνονται;
Η άποψή μας: Πώς μπορείς να αντισταθείς σε μια ταινία όπως αυτή; Που κάνει τόσο πολλά πράγματα σωστά; Έχει ως πρωταγωνιστές ανθρώπους που η κοινωνία τους ονομάζει ΑΜΕΑ: δείχνει από καμιά φορά τη συμπόνια και τον οίκτο της προς αυτούς και τους ξεπετά μακριά, εσώκλειστους, κρυμμένους, χωρίς να ενδιαφέρεται καθόλου ουσιαστικά, γκετοποιώντας τους. Ο σκηνοθέτης τους χρίζει πρωταγωνιστές δίχως να τους λυπάται ούτε να τους χαρίζεται. Είναι άνθρωποι με πάθη και προβλήματα, με προτερήματα και ελαττώματα, με κολλήματα (ο Μπάρμπα χρησιμοποιεί συνεχώς αποσμητικό – ποτέ δεν ξέρεις, λέει, πότε θα συναντήσεις ένα όμορφο κορίτσι – δεν πρέπει να μυρίζεις όμορφα τότε;), που πονάνε, που αστειεύονται, που αγαπάνε, που ονειρεύονται και που έχουν φαντασία – μεγάλη φαντασία (αυτό το τελευταίο κρατήστε το – αποτελεί βασικό στοιχείο για την αποκρυπτογράφηση της ταινίας, χε χε χε).
Πέρα από τους ήρωές μας με τα αναπηρικά αμαξίδια η ταινία κατορθώνει να έχει γρήγορο ρυθμό, σκηνές έντασης και δράματος που εναλλάσσονται με σκηνές πάρα πολύ αστείες και σαφέστατα μη πολιτικά ορθές (όταν ο Μπάρμπα προσπαθεί να πάρει ένα μπουκάλι νερό από αυτόματο πωλητή, λόγω του τρέμουλου στο χέρι του πατάει άλλο νούμερο στο μηχάνημα και βγάζει... φιστίκια – και ναι, δεν τους λυπάσαι ρε φίλε αλλά γελάς γιατί τόσο ο Μπάρμπα όσο και ο Ζόλι δεν μιζεριάζουν). Αλλά υπάρχουν και οι σκηνές των δολοφονιών, οι οποίες είναι άψογα στημένες, ωσάν να βλέπεις ένα τέλειο θρίλερ. Και ο σκηνοθέτης δεν κάνει πίσω ούτε σε αυτές τις απεικονίσεις. Η δολοφονία ενός γιάπι πχ στην πλατεία μπροστά από την περίφημη εκκλησία του Αγίου Στεφάνου της ουγγαρέζικης πρωτεύουσας, όπου συμμετέχουν και τα τρία φιλαράκια, με το τάισμα των περιστεριών και το εξαιρετικό μοντάζ, θα πρέπει να διδάσκεται στις σχολές κινηματογράφου ως σκηνή δημιουργίας σασπένς που ταυτόχρονα αποτίνει φόρο τιμής αλλά και λίιιιγο «κοροϊδεύει» ανάλογες σκηνές, όπως την περίφημη ανάλογη στο «Θωρηκτό Ποτέμκιν». Ο πρώην πυροσβέστης – νυν πληρωμένος δολοφόνος είναι απολαυστικός στο ρόλο του καθώς κάνει όλα όσα οι δύο φίλοι πάντοτε ήθελαν αλλά ποτέ δεν θα μπορούσαν. Έτσι γίνεται και πρωταγωνιστής στο κόμικ τους. Και στο τέλος γίνεται και η μεγάλη, σπουδαία ανατροπή, που στέλνει την ταινία αλλού, στο πλαίσιο ενός φιλμ ενηλικίωσης, ωρίμανσης, μεγαλώματος.
Πάρα πολύ σπουδαία ταινία πραγματικά, από μια χώρα όπου ο φασισμός και ο ρατσισμός έχουν πάρει τεράστιες διαστάσεις (ποιος μπορεί να ξεχάσει την κάμεραγούμαν, που έβαλε τρικλοποδιά σε μετανάστη;), φαίνεται όμως πως υπάρχουν πολλές και ενδιαφέρουσες φωνές πραγματικής και ουσιαστικής αντίστασης κι όχι κομ ιλ φο. Και το σπουδαιότερο; Δεν κάνει διδασκαλία καθέδρας. Ίσα ίσα, προσφέρει τη... μολότοφ του σε συσκευασία απολαυστικού φιλμικού δώρου. Απολαύστε το!
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Φεβρουαρίου 2017 από την Filmcenter Trianon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική