του Thomas Lilti. Με τους François Cluzet, Marianne Denicourt, Christophe Odent, Patrick Descamps, Margaux Fabre
Έτερος... γιατρός!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
«Έχω έναν πόνο στην ωμοπλάτη...»
O Thomas Lilti γεννήθηκε το 1976. Ξεκίνησε σπουδές ιατρικής, κατά την διάρκεια των οποίων σκηνοθέτησε τρεις ταινίες μικρού μήκους. Αργότερα, παράλληλα με την άσκηση της ιατρικής, ξεκίνησε να γυρίζει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία με τίτλο «Les Yeux bandés», ταινία που βγήκε στις αίθουσες στις αρχές του 2008. Το 2014 ολοκλήρωσε τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του «Hippocrate», που εκτυλίσσεται σε ένα περιβάλλον που γνώριζε καλά: το νοσοκομείο. Τούτη η ταινία του είναι η τρίτη μεγάλου μήκους που σκηνοθετεί. Παράλληλα, συνεχίζει να εξασκεί το επάγγελμα του παθολόγου. Η ταινία σημείωσε τεράστια εμπορική επιτυχία στη Γαλλία, όπου έκοψε πάνω από 1,5 εκατομμύριο εισιτήρια, ενώ αποτέλεσε πέρσι την πιο εμπορική γαλλική ταινία στην Ισπανία!
Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο François Cluzet. Ο συμπαθέστατος Γάλλος ηθοποιός πέτυχε την αναγνώριση και την καταξιωση σε μεγάλη ηλικία. Πλέον είναι 62 ετών. Πριν έξι χρόνια πέτυχε τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της καριέρας του, πρωταγωνιστώντας στην ταινία «Άθικτοι» (Intouchables, 2011), την οποία μάλιστα διένειμε στην Ελλάδα η ίδια εταιρία που βγάζει τώρα στις αίθουσες της χώρας μας και τούτο το φιλμ. Να σημειώσουμε πως ο Cluzet κρατάει έναν μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο στην ελληνική ταινία του Σωτήρη Τσαφούλια «Έτερος εγώ».
Η υπόθεση: Ο Ζαν-Πιέρ είναι αγροτικός γιατρός. Ασκεί το ιατρικό επάγγελμα επί πολλά χρόνια στην περιοχή του χωριού του, εκεί όπου ζει ακόμα η μητέρα του. Είναι μοναχικός και η δουλειά του είναι όλη η ζωή του. Φαίνεται να μην έχει χρόνο για οτιδήποτε άλλο. Όλοι στην περιοχή τον εκτιμούν και τον σέβονται. Κι αυτός κάνει τη δουλειά του με κέφι, γνωρίζοντας όλους τους κατοίκους της περιοχής (πρώην και νυν ασθενείς του) με το μικρό τους όνομα. Κάποια συμπτώματα τον οδηγούν στο νοσοκομείο της κοντινότερης πόλης όπου ο συνάδελφος φίλος του, τον πληροφορεί για τα δυσάρεστα: έχει καρκίνο στον εγκέφαλο! Και είναι τόσο μεγάλος που δεν μπορεί να εγχειριστεί. Η πρόγνωση είναι μοιρασμένη: 50 – 50 οι πιθανότητες να τη βγάλει καθαρή ή να συμβεί το μοιραίο.
Ο γιατρός συμβουλεύει τον... γιατρό να κόψει λίγο τους ρυθμούς του, να μην κουράζεται, να κάνει καλύτερη ζωή. Ο Ζαν-Πιέρ, όμως, πέφτει ακόμα περισσότερο με τα μούτρα στη δουλειά. Χωρίς να τον ρωτήσει, ο γιατρός που τον κουράρει του στέλνει για βοήθεια τη Ναταλί. Η Ναταλί, πρώην νοσοκόμα και νυν γιατρός, φτάνει στην περιοχή. Ο Ζαν-Πιέρ όμως δεν τη βλέπει με καλό μάτι. Θα μπορέσουν οι δυο τους να συνεννοηθούν; Θα λειτουργήσουν καλά ως δίδυμο για το καλό της κοινότητας; Και θα τα καταφέρει να γλυτώσει ο Ζαν-Πιέρ; Ή ισχύει το «ουδείς αναντικατάστατος»;
Η άποψή μας: Από το «άθικτος» στο «αναντικατάστατος», δύο αρρώστιες δρόμος! Στον «Άθικτο» ο Cluzet υποδυόταν έναν άρρωστο άνθρωπο, καθηλωμένο σε αναπηρικό αμαξίδιο, που δεν μπορούσε να κουνήσει τίποτα κάτω από το λαιμό του. Στον «Αναντικατάστατο» (έτσι είναι ο τίτλος της ταινίας στα αγγλικά – τυχαίο; – δεν νομίζω – ω, ρε φίλε, τη θυμάστε τη διαφήμιση του 11888, με τον αριθμολόγο στο ταξί;) ο Cluzet υποδύεται έναν άρρωστο, πάσχοντα από καρκίνο, ο οποίος παράλληλα είναι και γιατρός. Και για την ερμηνεία του είναι υποψήφιος για βραβείο Cesar (μοναδική υποψηφιότητα της ταινίας στα γαλλικά Όσκαρ).
Η ταινία είναι συμπαθής, αλλά μέχρι εκεί. Κερδίζει κυρίως εξαιτίας της πολύ καλής «χημείας» ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές. Νιώθεις ότι ανάμεσά τους υποβόσκει ένας ερωτισμός, που ψάχνει μια σπίθα για να πάρει φωτιά, αλλά εντέλει το όλον μένει στο επίπεδο των προθέσεων και των υπονοιών. Τα δίπολα που θέλει να μας παρουσιάσει ο σκηνοθέτης είναι ενδιαφέροντα: άνδρας – γυναίκα, χωριό – πόλη, αρρώστια – θεραπεία. Αλλά στην τελική παρουσιάζονται πολύ επιδερμικά. Και όλο το χιούμορ της ταινίας (εγώ τουλάχιστον εδώ γέλασα μόνο) εξαντλείται στη σκηνή με την... επίθεση των παπιών, που δεν είναι πάπιες αλλά αρσενικές χήνες! Και όλος ο κοινωνικός σχολιασμός έχει να κάνει με το τι αποτελέσματα έχει η επίσκεψη της γυναίκας γιατρού σε έναν καταυλισμό Ρομά για να γιατρέψει μια γυναίκα. Τα πάντα είναι πολύ στρωτά, πολύ καλοσυνάτα, πολύ προβλέψιμα.
Φαίνεται, όμως, πως το μεγάλο κοινό (της Γαλλίας στην προκειμένη περίπτωση αλλά και των άλλων χωρών στις οποίες η ταινία προβλήθηκε με επιτυχία) εκτιμά όλα τα παραπάνω, χωρίς συνταγή... γιατρού! Ή κριτικών, στην περίπτωσή μας. Οπότε, περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα...
Η υπόθεση: Ο Ζαν-Πιέρ είναι αγροτικός γιατρός. Ασκεί το ιατρικό επάγγελμα επί πολλά χρόνια στην περιοχή του χωριού του, εκεί όπου ζει ακόμα η μητέρα του. Είναι μοναχικός και η δουλειά του είναι όλη η ζωή του. Φαίνεται να μην έχει χρόνο για οτιδήποτε άλλο. Όλοι στην περιοχή τον εκτιμούν και τον σέβονται. Κι αυτός κάνει τη δουλειά του με κέφι, γνωρίζοντας όλους τους κατοίκους της περιοχής (πρώην και νυν ασθενείς του) με το μικρό τους όνομα. Κάποια συμπτώματα τον οδηγούν στο νοσοκομείο της κοντινότερης πόλης όπου ο συνάδελφος φίλος του, τον πληροφορεί για τα δυσάρεστα: έχει καρκίνο στον εγκέφαλο! Και είναι τόσο μεγάλος που δεν μπορεί να εγχειριστεί. Η πρόγνωση είναι μοιρασμένη: 50 – 50 οι πιθανότητες να τη βγάλει καθαρή ή να συμβεί το μοιραίο.
Ο γιατρός συμβουλεύει τον... γιατρό να κόψει λίγο τους ρυθμούς του, να μην κουράζεται, να κάνει καλύτερη ζωή. Ο Ζαν-Πιέρ, όμως, πέφτει ακόμα περισσότερο με τα μούτρα στη δουλειά. Χωρίς να τον ρωτήσει, ο γιατρός που τον κουράρει του στέλνει για βοήθεια τη Ναταλί. Η Ναταλί, πρώην νοσοκόμα και νυν γιατρός, φτάνει στην περιοχή. Ο Ζαν-Πιέρ όμως δεν τη βλέπει με καλό μάτι. Θα μπορέσουν οι δυο τους να συνεννοηθούν; Θα λειτουργήσουν καλά ως δίδυμο για το καλό της κοινότητας; Και θα τα καταφέρει να γλυτώσει ο Ζαν-Πιέρ; Ή ισχύει το «ουδείς αναντικατάστατος»;
Η άποψή μας: Από το «άθικτος» στο «αναντικατάστατος», δύο αρρώστιες δρόμος! Στον «Άθικτο» ο Cluzet υποδυόταν έναν άρρωστο άνθρωπο, καθηλωμένο σε αναπηρικό αμαξίδιο, που δεν μπορούσε να κουνήσει τίποτα κάτω από το λαιμό του. Στον «Αναντικατάστατο» (έτσι είναι ο τίτλος της ταινίας στα αγγλικά – τυχαίο; – δεν νομίζω – ω, ρε φίλε, τη θυμάστε τη διαφήμιση του 11888, με τον αριθμολόγο στο ταξί;) ο Cluzet υποδύεται έναν άρρωστο, πάσχοντα από καρκίνο, ο οποίος παράλληλα είναι και γιατρός. Και για την ερμηνεία του είναι υποψήφιος για βραβείο Cesar (μοναδική υποψηφιότητα της ταινίας στα γαλλικά Όσκαρ).
Η ταινία είναι συμπαθής, αλλά μέχρι εκεί. Κερδίζει κυρίως εξαιτίας της πολύ καλής «χημείας» ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές. Νιώθεις ότι ανάμεσά τους υποβόσκει ένας ερωτισμός, που ψάχνει μια σπίθα για να πάρει φωτιά, αλλά εντέλει το όλον μένει στο επίπεδο των προθέσεων και των υπονοιών. Τα δίπολα που θέλει να μας παρουσιάσει ο σκηνοθέτης είναι ενδιαφέροντα: άνδρας – γυναίκα, χωριό – πόλη, αρρώστια – θεραπεία. Αλλά στην τελική παρουσιάζονται πολύ επιδερμικά. Και όλο το χιούμορ της ταινίας (εγώ τουλάχιστον εδώ γέλασα μόνο) εξαντλείται στη σκηνή με την... επίθεση των παπιών, που δεν είναι πάπιες αλλά αρσενικές χήνες! Και όλος ο κοινωνικός σχολιασμός έχει να κάνει με το τι αποτελέσματα έχει η επίσκεψη της γυναίκας γιατρού σε έναν καταυλισμό Ρομά για να γιατρέψει μια γυναίκα. Τα πάντα είναι πολύ στρωτά, πολύ καλοσυνάτα, πολύ προβλέψιμα.
Φαίνεται, όμως, πως το μεγάλο κοινό (της Γαλλίας στην προκειμένη περίπτωση αλλά και των άλλων χωρών στις οποίες η ταινία προβλήθηκε με επιτυχία) εκτιμά όλα τα παραπάνω, χωρίς συνταγή... γιατρού! Ή κριτικών, στην περίπτωσή μας. Οπότε, περί ορέξεως, κολοκυθόπιτα...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Φεβρουαρίου 2017 από την Filmtrade
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική