του Chris McKay. Με τις φωνές των Will Arnett, Zach Galifianakis, Michael Cera, Rosario Dawson, Ralph Fiennes, Mariah Carey, Jenny Slate, Susan Bennett, Billy Dee Williams, Héctor Elizondo
Είμαι ένας φτωχός και μόνος...Μπάτμαν!
του zerVo (@moviesltd)
Σίγουρα υπήρξε σημαντικό ρίσκο για την Warner, εκείνη η πρώτη φορά που αποφάσισε να ασχοληθεί στο δικό της κομμάτι του animation με την στοπ μόσιον περίπτωση των πολύχρωμων τουβλοπαιχνιδιών της Lego, μιας και ούτε λίγο ούτε πολύ δαπάνησε το ποσόν των εξήντα εκατομμυρίων δολαρίων για να το κάνει πραγματικότητα. Η αλήθεια είναι πάντως, πως πολύ δύσκολα το εγχείρημα δεν θα στεφόταν με επιτυχία, αφού χάρη στην μαγική δυάδα των σχεδιαστών Lord και Miller, το The Lego Movie επέστρεψε στα ταμεία το κόστος του, μόλις στο πρώτο γουικέντ και μόνο στην Αμερική, καταφέρνοντας τελικά να κλείσει το παγκόσμιο box office του κάποιυ κοντά στο μισό δις! Νούμερο που συνδυασμένο με την nod που απέσπασε η ταινία στην σχετική Οσκαρική κατηγορία, κατέγραψε έναν πραγματικό θρίαμβο για την προσπάθεια που δύσκολα δεν θα είχε την λογική συνέχεια της. Η οποία όχι απλώς αποτελεί ένα σίκουελ των περιπετειών του από την μια στιγμή στην άλλη superhero Έμμετ, αλλά προσθέτει στην ιστορία το σύνολο των περίφημων χαρακτήρων που πηγάζουν από τις μελάνινες σελίδες των κόμικ της DC, για να στολιστεί με ακόμη πιο σελέμπριτυ και διάσημα clicky!
Είναι ο προστάτης της Γκόθαμ Σίτι, εκείνος που εδώ και χρόνια με τις τεράστιες και υπεράνθρωπες ικανότητες του καταφέρνει να αποτρέψει στους απανταχού κακούς να επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες στην τεράστια μητρόπολη, είναι ο Άνθρωπος Νυχτερίδα, ο διαβόητος Μπάτμαν. Με την μόνη διαφορά πως κατόπιν της πιο πρόσφατης επικράτησης του σε μια ακόμη κόντρα με τον αιώνιο αντίπαλο του Τζόκερ, δεν διάγει και τις πιο εύθυμες του ημέρες, καθώς η καινούργια αρχηγός της Αστυνομίας, κόρη του συνταξιούχου πλέον, επιθεωρητή Γκόρντον, Μπάρμπαρα, θα ζητήσει από εκείνον να αποσυρθεί, προκειμένου να αναλάβουν την προστασία των πολιτών, εκείνοι που έχει ορίσει ο νόμος, οι καλά εκπαιδευμένοι και κανονικοί ένστολοι. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο υπερήρωας, εξαιτίας της πομπώδους και σνομπ συμπεριφοράς του, θα αντιληφθεί πως οι υπόλοιποι σύντροφοί του της Justice League Τον έχουν θέσει στο περιθώριο και δεν τον καλούν πια στις συγκεντρώσεις τους.
Μόνος, στενοχωρημένος και αποτραβηγμένος στην Μπατκέιβ του, ο μαυροντυμένος τιμωρός, έχοντας σαν συντροφιά που του έχει απομείνει τον πιστό του σέρβαντ Άλφρεντ, καλείται πλέον να πληροφορείται δίχως να μπορεί να αντιδράσει τις προθέσεις των αντιπάλων του, που θα επιστρέψουν ακόμη πιο ισχυροί και απειλητικοί. Χωρίς να χάσει χρόνο, εκείνος, θα παρακούσει τις άνωθεν εντολές και θα στρατολογήσει στο πλευρό του, τον μικρούλη και άφοβο ορφανό Ντικ Γκρέισον, που αφού του δώσει κι εκείνου φορεσιά ήρωα και τον βαφτίσει Ρόμπιν, θα τον πάρει μαζί του, στην κατά πως φαντάζεται τελευταία και πιο σημαντική τους αποστολή: Να κλέψουν παρέα το υπερόπλο που θα στείλει τον Τζόκερ στην εξορία των κακίστρων και να ξενοιάσουν από αυτόν μια και καλή...
Εννοείται βέβαια πως τα πράγματα δεν θα πάνε κατά πως τα σχεδιάζει ο Μπάτμαν, αφού όχι μόνο θα τιμωρηθεί από την συνετή Τσιφ Μπάρμπαρα για την παρανομία του, μα θα καταφέρει εκεί που θα στείλει τον ανήθικο γελαστό παλιάτσο, να τον φέρει σε επαφή με όλους τους κακούς χαρακτήρες της ιστορίας, που πλέον θα γυρίσουν όλοι μαζί συντροφιά για ισοπεδώσουν την Γκόθαμ. Πανηγύρι που περιλαμβάνει από Δράκουλα, Κινγκ Κονγκ και Γκρέμλινς, ίσαμε Βόλντεμορτ, Χάρλει Κουίν αλλά και το μάτι του Σάουρον που επιβλέπει τα πάντα. Και άντε τώρα να τα βγάλεις πέρα με όλη αυτή την μικτή κακοποιών, που ήδη έχει ξεκινήσει το καταστροφικό της έργο.
Η πολύ μεγάλη διαφορά σε σχέση με όλες τις προηγούμενες εκδοχές εμφάνισης του Σκοτεινού Ιππότη στην μεγάλη οθόνη βέβαια, είναι το ότι τα πάντα, τα πάντα κυριολεκτικά όμως, δίνονται μέσα από ένα πρίσμα αχαλίνωτης γλαφυρότητας. Αρχής γενομένης από την ίδια την περσόνα του Μπάτμαν, που διαθέτει στοιχεία εντελώς διαφορετικά από εκείνα που τον χαρακτηρίζουν στ' αλήθεια. Εγωκεντρικός, ψωροπερήφανος, όχι ιδιαίτερα ευφυής, με τεράστια ιδέα για τον εαυτό του, εκτιμά πως χωρίς αυτόν η μητρόπολη ήδη θα είχε καταστραφεί από την έφοδο των villains. Κάτι που δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα με την μόνη διαφορά πως τα μυαλά του φαντασμένου Νυχτερίδα παραέχουν πάρει αέρα, θεωρώντας εαυτόν σαν τον ένα και μοναδικό σωτήρα! Ούτε η άφιξη του χαζοχαρούμενου αλλά και διαθέσιμου να δώσει και την ζωή του ακόμη για τον...μπαμπά του, Ρόμπιν, θα του αλλάξουν την συλλογιστική, παρόλη την πίκρα που βιώνει από τον παραγκωνισμό του. Οπότε τι μένει? Φυσικά να πάρει επάνω του την ευθύνη και να τα βάλει με όλους και με όλα, ολομόναχος για μια ακόμη φορά. Θα τα καταφέρει κόντρα στις αντιξοότητες?
Απίστευτο κέφι και πανζουρλισμός ακατάπαυστης δράσης και εκρηκτικών πλάνων, με τα τουβλάκια να εκτοξεύονται ένθεν κακείθεν, κάθε φορά που το Μπατμομπίλ παίρνει μπροστά ή όποτε η φράξια των κακιασμένων, υπό τις οδηγίες του σαρδόνιου Τζόκερ κάνει τα πάντα γης μαδιάμ. Σχεδιασμός τρισδιάστατης αντίληψης πάρα πολύ ικανοποιητικός, γνωρίζοντας την δυσκολία του εγχειρήματος, πανομοιότυπος και ίσως ακόμη και πιο προσεγμένος από εκείνον της πρώτης φοράς, μιας κι εδώ πλέον πρέπει να τονιστούν στα πλαστικά ανθρωπάκια, οι μορφές, οι γκριμάτσες, τα στοιχεία γνώριμων σε όλους, προσώπων. Σε αυτό το τσάλεντζ η παραγωγή παίρνει πάρα πολύ καλό βαθμό, όπως άλλωστε και στο επίτευγμα του lip sync που είναι πράγματι εντυπωσιακό. Όπως και στην πρώτη Legoπεριπέτεια έτσι κι εδώ, η μεγαλύτερη αναποδιά του δημιουργού Chris McKay έχει να κάνει με την κίνηση των τούβλινων παιχνιδιών, που εξ ορισμού δεν γίνεται να είναι η ομαλότερη, μείον που αναγκαστικά θα πρέπει να αποδεχθούμε ντε φάκτο.
Προσεγμένη δουλειά έχουν πραγματοποιήσει και οι πέντε στον αριθμό σεναριογράφοι, που με βάση τις θρυλικές πενιές του Bob Kane, χτίζουν μια κεφάτη πλοκή, αναμφίβολα φανταστικού περιεχομένου και έκβασης, που να ταιριάζει ει δυνατόν στις απαιτήσεις της παιχνιδιάρικης Lego φόρμας, αλλά και του πολύ νεαρού σε ηλικία κοινού που θα κληθεί να παρακολουθήσει την The Lego Batman Movie. Πλάκες και ανέκδοτα που ιδίως στις λιγότερο θορυβώδεις σκηνές, ασχέτου της υπάρχουσας μετάφρασης, βγάζουν έξυπνο και ευθύβολο χιούμορ (ο μπάτλερ του Μπρους Γουέιν - πολύ μικρή χρονικά εμφάνιση για τον μη μασκοφόρο Μπάτμαν - είναι αληθινή απόλαυση, φέροντας την λαλιά του Ralph Fiennes) που μετατρέπεται με άνεση σε γέλιο, πριν πάρουν την σκυτάλη ξανά οι κοφτότατου μοντάζ εικόνες πανικού, εκεί που δεν προλαβαίνεις, ακόμη και σαν γνώστης των μορφών τους, να αντιληφθείς σε ποιον ανήκει η πασίγνωστη φάτσα που μόλις είδες.
Δικαιολογημένα θα σαρώσει εμπορικά, δηλαδή και στην νέα, εναλλακτική, πλαστικοποιημένη και όχι βαρετή, τύπου Affleck, βερσιόν του ο Μπάτμαν, όπως συνέβη σχετικά και το 2016 και το 2012 και το 2008 και το 2005 και το 1997 και το 1995 και το 1992 και 1989... Εντάξει, δεν παριστάνω τον ξερόλα, ο Άλφρεντ μου τις θύμισε τις φορές, τις πιο πολλές τις είχα λησμονήσει.
Μόνος, στενοχωρημένος και αποτραβηγμένος στην Μπατκέιβ του, ο μαυροντυμένος τιμωρός, έχοντας σαν συντροφιά που του έχει απομείνει τον πιστό του σέρβαντ Άλφρεντ, καλείται πλέον να πληροφορείται δίχως να μπορεί να αντιδράσει τις προθέσεις των αντιπάλων του, που θα επιστρέψουν ακόμη πιο ισχυροί και απειλητικοί. Χωρίς να χάσει χρόνο, εκείνος, θα παρακούσει τις άνωθεν εντολές και θα στρατολογήσει στο πλευρό του, τον μικρούλη και άφοβο ορφανό Ντικ Γκρέισον, που αφού του δώσει κι εκείνου φορεσιά ήρωα και τον βαφτίσει Ρόμπιν, θα τον πάρει μαζί του, στην κατά πως φαντάζεται τελευταία και πιο σημαντική τους αποστολή: Να κλέψουν παρέα το υπερόπλο που θα στείλει τον Τζόκερ στην εξορία των κακίστρων και να ξενοιάσουν από αυτόν μια και καλή...
Εννοείται βέβαια πως τα πράγματα δεν θα πάνε κατά πως τα σχεδιάζει ο Μπάτμαν, αφού όχι μόνο θα τιμωρηθεί από την συνετή Τσιφ Μπάρμπαρα για την παρανομία του, μα θα καταφέρει εκεί που θα στείλει τον ανήθικο γελαστό παλιάτσο, να τον φέρει σε επαφή με όλους τους κακούς χαρακτήρες της ιστορίας, που πλέον θα γυρίσουν όλοι μαζί συντροφιά για ισοπεδώσουν την Γκόθαμ. Πανηγύρι που περιλαμβάνει από Δράκουλα, Κινγκ Κονγκ και Γκρέμλινς, ίσαμε Βόλντεμορτ, Χάρλει Κουίν αλλά και το μάτι του Σάουρον που επιβλέπει τα πάντα. Και άντε τώρα να τα βγάλεις πέρα με όλη αυτή την μικτή κακοποιών, που ήδη έχει ξεκινήσει το καταστροφικό της έργο.
Η πολύ μεγάλη διαφορά σε σχέση με όλες τις προηγούμενες εκδοχές εμφάνισης του Σκοτεινού Ιππότη στην μεγάλη οθόνη βέβαια, είναι το ότι τα πάντα, τα πάντα κυριολεκτικά όμως, δίνονται μέσα από ένα πρίσμα αχαλίνωτης γλαφυρότητας. Αρχής γενομένης από την ίδια την περσόνα του Μπάτμαν, που διαθέτει στοιχεία εντελώς διαφορετικά από εκείνα που τον χαρακτηρίζουν στ' αλήθεια. Εγωκεντρικός, ψωροπερήφανος, όχι ιδιαίτερα ευφυής, με τεράστια ιδέα για τον εαυτό του, εκτιμά πως χωρίς αυτόν η μητρόπολη ήδη θα είχε καταστραφεί από την έφοδο των villains. Κάτι που δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα με την μόνη διαφορά πως τα μυαλά του φαντασμένου Νυχτερίδα παραέχουν πάρει αέρα, θεωρώντας εαυτόν σαν τον ένα και μοναδικό σωτήρα! Ούτε η άφιξη του χαζοχαρούμενου αλλά και διαθέσιμου να δώσει και την ζωή του ακόμη για τον...μπαμπά του, Ρόμπιν, θα του αλλάξουν την συλλογιστική, παρόλη την πίκρα που βιώνει από τον παραγκωνισμό του. Οπότε τι μένει? Φυσικά να πάρει επάνω του την ευθύνη και να τα βάλει με όλους και με όλα, ολομόναχος για μια ακόμη φορά. Θα τα καταφέρει κόντρα στις αντιξοότητες?
Απίστευτο κέφι και πανζουρλισμός ακατάπαυστης δράσης και εκρηκτικών πλάνων, με τα τουβλάκια να εκτοξεύονται ένθεν κακείθεν, κάθε φορά που το Μπατμομπίλ παίρνει μπροστά ή όποτε η φράξια των κακιασμένων, υπό τις οδηγίες του σαρδόνιου Τζόκερ κάνει τα πάντα γης μαδιάμ. Σχεδιασμός τρισδιάστατης αντίληψης πάρα πολύ ικανοποιητικός, γνωρίζοντας την δυσκολία του εγχειρήματος, πανομοιότυπος και ίσως ακόμη και πιο προσεγμένος από εκείνον της πρώτης φοράς, μιας κι εδώ πλέον πρέπει να τονιστούν στα πλαστικά ανθρωπάκια, οι μορφές, οι γκριμάτσες, τα στοιχεία γνώριμων σε όλους, προσώπων. Σε αυτό το τσάλεντζ η παραγωγή παίρνει πάρα πολύ καλό βαθμό, όπως άλλωστε και στο επίτευγμα του lip sync που είναι πράγματι εντυπωσιακό. Όπως και στην πρώτη Legoπεριπέτεια έτσι κι εδώ, η μεγαλύτερη αναποδιά του δημιουργού Chris McKay έχει να κάνει με την κίνηση των τούβλινων παιχνιδιών, που εξ ορισμού δεν γίνεται να είναι η ομαλότερη, μείον που αναγκαστικά θα πρέπει να αποδεχθούμε ντε φάκτο.
Προσεγμένη δουλειά έχουν πραγματοποιήσει και οι πέντε στον αριθμό σεναριογράφοι, που με βάση τις θρυλικές πενιές του Bob Kane, χτίζουν μια κεφάτη πλοκή, αναμφίβολα φανταστικού περιεχομένου και έκβασης, που να ταιριάζει ει δυνατόν στις απαιτήσεις της παιχνιδιάρικης Lego φόρμας, αλλά και του πολύ νεαρού σε ηλικία κοινού που θα κληθεί να παρακολουθήσει την The Lego Batman Movie. Πλάκες και ανέκδοτα που ιδίως στις λιγότερο θορυβώδεις σκηνές, ασχέτου της υπάρχουσας μετάφρασης, βγάζουν έξυπνο και ευθύβολο χιούμορ (ο μπάτλερ του Μπρους Γουέιν - πολύ μικρή χρονικά εμφάνιση για τον μη μασκοφόρο Μπάτμαν - είναι αληθινή απόλαυση, φέροντας την λαλιά του Ralph Fiennes) που μετατρέπεται με άνεση σε γέλιο, πριν πάρουν την σκυτάλη ξανά οι κοφτότατου μοντάζ εικόνες πανικού, εκεί που δεν προλαβαίνεις, ακόμη και σαν γνώστης των μορφών τους, να αντιληφθείς σε ποιον ανήκει η πασίγνωστη φάτσα που μόλις είδες.
Δικαιολογημένα θα σαρώσει εμπορικά, δηλαδή και στην νέα, εναλλακτική, πλαστικοποιημένη και όχι βαρετή, τύπου Affleck, βερσιόν του ο Μπάτμαν, όπως συνέβη σχετικά και το 2016 και το 2012 και το 2008 και το 2005 και το 1997 και το 1995 και το 1992 και 1989... Εντάξει, δεν παριστάνω τον ξερόλα, ο Άλφρεντ μου τις θύμισε τις φορές, τις πιο πολλές τις είχα λησμονήσει.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Φεβρουαρίου 2017 από την Tanweer
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική