της Mia Hansen-Love. Με τους Isabelle Huppert, Andre Marcon, Roman Kolinka, Edith Scob, Sarah Le Picard, Solal Forte, Elise Lhomeau, Lionel Dray, Gregoire Montana-Haroche, Lina Benzerti
«Αχ, πού σαι νιότη, πού 'δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος!»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Ο καιρός γαρ εγγύς...
To L' Avenir είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η 35χρονη Mia Hansen-Love και μόλις η δεύτερη που βλέπουμε να έχει πάρει διανομή στη χώρα μας. Είχε προηγηθεί το πολύ δυνατό Ο πατέρας των παιδιών μου (Le père de mes enfants, 2009).
Με τούτη την ταινία της η Mia Hansen-Love έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ Βερολίνου, όπου και τιμήθηκε με την Αργυρή Άρκτο καλύτερης σκηνοθεσίας! Αν σκεφτούμε πως λίγους μήνες αργότερα ο σύζυγός της, Olivier Assayas, τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας (έστω και εξ ημισείας) στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών για την ταινία του «Personal Shopper» καταλαβαίνουμε πως το... ζευγάρι έχει κυριαρχήσει στα μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ! Ελπίζουμε πως στο... μέλλον θα δούμε σπουδαιότερες ταινίες από τους δυο τους, ιδίως από τον Assayas, μιας που η σύζυγός του μάλλον τα καταφέρνει καλύτερα από εκείνον τη δεδομένη στιγμή!
Η υπόθεση: Η Ναταλί είναι καθηγήτρια φιλοσοφίας σε ένα γαλλικό λύκειο. Είναι παντρεμένη με τον (επίσης ακαδημαϊκό) Χάινζ, έχει κάνει δύο παιδιά κι έχει και μια μητέρα που την τυραννά, καθώς διατείνεται ότι πάσχει από κατάθλιψη. Φαίνεται να διάγει μια ευτυχισμένη ζωή, με μόνο αγκαθάκι την κατάσταση της μητέρας της. Λατρεύει τη δουλειά της: θεωρεί τρομερά σημαντικό να βοηθάς παιδιά να μπορούν να μάθουν να σκέφτονται μόνα τους. Τα πράγματα θα αλλάξουν όταν ο σύζυγός της την εγκαταλείψει για μια άλλη γυναίκα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την εμφάνιση εκ νέου στη ζωή της του αγαπημένου της μαθητή από το παρελθόν, ο οποίος ποτέ δεν συμβιβάστηκε και γράφει, υποστηρίζοντας όσο πιο έμπρακτα μπορεί τις αναρχικές ιδέες του, θα την ταρακουνήσουν. Η ίδια διατείνεται ότι για πρώτη φορά στη ζωή της είναι πραγματικά ελεύθερη. Μήπως όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει;
Η άποψή μας: Η αλήθεια είναι πως τούτη η ταινία με άφησε αρκετά μπερδεμένο. Διαθέτει πάρα πολλά πράγματα για να τα αγαπήσεις, όμως, αρκετά από αυτά μπορεί να λειτουργήσουν ως λόγος για να κρατήσεις τις αποστάσεις σου, καθώς λίγο απέχει από το να χαρακτηριστεί εντέλει η ταινία ως ελιτίστικη. Στο γενικό της πλαίσιο, το περίγραμμα της ταινίας αφορά μια μεσήλικη γυναίκα που καλείται να μάθει να ζει αλλιώς μετά το χωρισμό της, τον οποίο δεν περίμενε με τίποτε. Οκ, όχι και το πιο πρωτότυπο θέμα στον κόσμο κι άπτεται του σεναρίου, των ερμηνειών και της σκηνοθετικής αντιμετώπισης για να αποφανθεί κανείς εντέλει αν αυτό που είδε άξιζε τελικά τον κόπο.
Η σκηνοθέτιδα (σύζυγος του Olivier Assayas, που της ρίχνει και 26 χρονάκια, να τα λέμε κι αυτά, τα κουτσομπολίστικα!) υπογράφει και το σενάριο και μεταφέρει κατά κάποιο τρόπο την εμπειρία της από τη δική της ζωή, καθώς μεγάλωσε με γονείς ακαδημαϊκούς. Ο Ρουσό, ο Αντόρνο, ο... Ζίζεκ, ο Γιουναμπόμπερ αποτελούν συνεχείς αναφορές στην ταινία, όπως γενικότερα η Σχολή της Φρανκφούρτης κι άλλοι πολλοί που δεν συγκράτησα τα ονόματά τους. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα: ok, μακάρι όλοι μας να είχαμε ή να έχουμε εντρυφήσει βαθιά στη φιλοσοφία ώστε πέρα από το να γνωρίζουμε τα ονόματα των φιλοσόφων, να μπορούμε να... προλάβουμε να σκεφτούμε τα φιλοσοφικά θέματα που θέτει η ταινία. Από την καθαρότητα της αλήθειας μέχρι τον ορισμό της ευτυχίας. Όπερ σημαίνει πως μόνο ψυλλιασμένο κοινό μπορεί να παρακολουθήσει τους ιδιαίτερους διαλόγους χωρίς να νευριάσει. Ίσα ίσα, οι ψυλλιασμένοι και οι ανοιχτόμυαλοι θα κάνουν πάρτι με τα διάφορα debate που λαμβάνουν χώρα. Οι υπόλοιποι όμως; Δεν θα βαρεθούν; Αν δεν μπορείς να «πιάσεις» τις αναφορές, δεν μένεις εκτός ταινίας; Ακόμα και η ταινία που παρακολουθεί η Ναταλί στο σινεμά, κλείνει το μάτι στους επαΐοντες: πόσοι έχουν αλήθεια δει το παρεξηγημένο εν πολλοίς αριστούργημα του Abbas Kiarostami «Γνήσιο αντίγραφο» (Copie conforme, 2010); Ακόμα και ο χοντρός μαύρος γάτος (αυτό θα μπορούσε να λέγεται και κάρμα – κάτι δικά μου...) ονομάζεται... Πανδώρα! Η πρώην κομουνίστρια καθηγήτρια έχει συμβιβαστεί ως αστή κι όταν της το επισημαίνει ο αναρχικός μαθητής της, ενοχλείται. Πολύ ωραία όλα αυτά, αλήθεια.
Και η πρωταγωνίστρια, η Isabelle Huppert, τι να πούμε γι' αυτήν. Εξαιρετική για ακόμα μια φορά. Ίσως η σπουδαιότερη εν ζωή ηθοποιός στον πλανήτη μας αυτήν τη στιγμή! Και το σάουντρακ είναι πανέξυπνο και υπέροχο ταυτόχρονα και η σκηνοθεσία λειτουργεί αψεγάδιαστα. Μόνη μας ένσταση: μήπως η ταινία απευθύνεται μόνο σε διανοούμενος ή σε όσους νομίζουν ότι είναι διανοούμενοι, δυσκολεύοντας τους υπόλοιπους θεατές; Είναι ένα ρίσκο που η Mia Hansen-Løve παίρνει και φέρνει το όραμά της εις πέρας. Είθε να συναντήσει και το κοινό της.
Η υπόθεση: Η Ναταλί είναι καθηγήτρια φιλοσοφίας σε ένα γαλλικό λύκειο. Είναι παντρεμένη με τον (επίσης ακαδημαϊκό) Χάινζ, έχει κάνει δύο παιδιά κι έχει και μια μητέρα που την τυραννά, καθώς διατείνεται ότι πάσχει από κατάθλιψη. Φαίνεται να διάγει μια ευτυχισμένη ζωή, με μόνο αγκαθάκι την κατάσταση της μητέρας της. Λατρεύει τη δουλειά της: θεωρεί τρομερά σημαντικό να βοηθάς παιδιά να μπορούν να μάθουν να σκέφτονται μόνα τους. Τα πράγματα θα αλλάξουν όταν ο σύζυγός της την εγκαταλείψει για μια άλλη γυναίκα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την εμφάνιση εκ νέου στη ζωή της του αγαπημένου της μαθητή από το παρελθόν, ο οποίος ποτέ δεν συμβιβάστηκε και γράφει, υποστηρίζοντας όσο πιο έμπρακτα μπορεί τις αναρχικές ιδέες του, θα την ταρακουνήσουν. Η ίδια διατείνεται ότι για πρώτη φορά στη ζωή της είναι πραγματικά ελεύθερη. Μήπως όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει;
Η άποψή μας: Η αλήθεια είναι πως τούτη η ταινία με άφησε αρκετά μπερδεμένο. Διαθέτει πάρα πολλά πράγματα για να τα αγαπήσεις, όμως, αρκετά από αυτά μπορεί να λειτουργήσουν ως λόγος για να κρατήσεις τις αποστάσεις σου, καθώς λίγο απέχει από το να χαρακτηριστεί εντέλει η ταινία ως ελιτίστικη. Στο γενικό της πλαίσιο, το περίγραμμα της ταινίας αφορά μια μεσήλικη γυναίκα που καλείται να μάθει να ζει αλλιώς μετά το χωρισμό της, τον οποίο δεν περίμενε με τίποτε. Οκ, όχι και το πιο πρωτότυπο θέμα στον κόσμο κι άπτεται του σεναρίου, των ερμηνειών και της σκηνοθετικής αντιμετώπισης για να αποφανθεί κανείς εντέλει αν αυτό που είδε άξιζε τελικά τον κόπο.
Η σκηνοθέτιδα (σύζυγος του Olivier Assayas, που της ρίχνει και 26 χρονάκια, να τα λέμε κι αυτά, τα κουτσομπολίστικα!) υπογράφει και το σενάριο και μεταφέρει κατά κάποιο τρόπο την εμπειρία της από τη δική της ζωή, καθώς μεγάλωσε με γονείς ακαδημαϊκούς. Ο Ρουσό, ο Αντόρνο, ο... Ζίζεκ, ο Γιουναμπόμπερ αποτελούν συνεχείς αναφορές στην ταινία, όπως γενικότερα η Σχολή της Φρανκφούρτης κι άλλοι πολλοί που δεν συγκράτησα τα ονόματά τους. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα: ok, μακάρι όλοι μας να είχαμε ή να έχουμε εντρυφήσει βαθιά στη φιλοσοφία ώστε πέρα από το να γνωρίζουμε τα ονόματα των φιλοσόφων, να μπορούμε να... προλάβουμε να σκεφτούμε τα φιλοσοφικά θέματα που θέτει η ταινία. Από την καθαρότητα της αλήθειας μέχρι τον ορισμό της ευτυχίας. Όπερ σημαίνει πως μόνο ψυλλιασμένο κοινό μπορεί να παρακολουθήσει τους ιδιαίτερους διαλόγους χωρίς να νευριάσει. Ίσα ίσα, οι ψυλλιασμένοι και οι ανοιχτόμυαλοι θα κάνουν πάρτι με τα διάφορα debate που λαμβάνουν χώρα. Οι υπόλοιποι όμως; Δεν θα βαρεθούν; Αν δεν μπορείς να «πιάσεις» τις αναφορές, δεν μένεις εκτός ταινίας; Ακόμα και η ταινία που παρακολουθεί η Ναταλί στο σινεμά, κλείνει το μάτι στους επαΐοντες: πόσοι έχουν αλήθεια δει το παρεξηγημένο εν πολλοίς αριστούργημα του Abbas Kiarostami «Γνήσιο αντίγραφο» (Copie conforme, 2010); Ακόμα και ο χοντρός μαύρος γάτος (αυτό θα μπορούσε να λέγεται και κάρμα – κάτι δικά μου...) ονομάζεται... Πανδώρα! Η πρώην κομουνίστρια καθηγήτρια έχει συμβιβαστεί ως αστή κι όταν της το επισημαίνει ο αναρχικός μαθητής της, ενοχλείται. Πολύ ωραία όλα αυτά, αλήθεια.
Και η πρωταγωνίστρια, η Isabelle Huppert, τι να πούμε γι' αυτήν. Εξαιρετική για ακόμα μια φορά. Ίσως η σπουδαιότερη εν ζωή ηθοποιός στον πλανήτη μας αυτήν τη στιγμή! Και το σάουντρακ είναι πανέξυπνο και υπέροχο ταυτόχρονα και η σκηνοθεσία λειτουργεί αψεγάδιαστα. Μόνη μας ένσταση: μήπως η ταινία απευθύνεται μόνο σε διανοούμενος ή σε όσους νομίζουν ότι είναι διανοούμενοι, δυσκολεύοντας τους υπόλοιπους θεατές; Είναι ένα ρίσκο που η Mia Hansen-Løve παίρνει και φέρνει το όραμά της εις πέρας. Είθε να συναντήσει και το κοινό της.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Νοεμβρίου 2016 από την Spentzos Films
2 σχόλια:
Επομένως, είναι κατακριτέο ως ελιτίστικο μία σεναριογράφος να επιστρατεύει τη φιλοσοφία προκειμένου να εξηγήσει τις αναφορές ή τον τρόπο σκέψης των ηρώων της, γιατί ο μέσος θεατής δεν τις καταλαβαίνει.
Με συγχωρείτε, αλλά υπάρχουν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι που οι αναφορές τους δεν περιορίζονται στα πρωινάδικα και τα Τούρκικα σίριαλ. Αν ορισμένοι δεν μπορούν να παροκολουθήσουν μια ταινία με απλές φιλοσοφικές αναφορές, τότε θα πρέπει να προβληματιστούν πάρα πολύ με τη δική τους καλλιέργεια, καθώς είναι προφανές πως δεν χρειάζεται να έχει κανείς διδακτορικό στη φιλοσοφία για να τις κατανοήσει.
Επιπλέον, ορισμένες ταινίες μπορεί εκ των πραγμάτων να απευθύνονται σε κοινό με συγκεκριμένους προβληματισμούς ή υπόβαθρο. Είναι επιλογή του σεναριογράφου το πού θέλει να απευθυνθεί. Από πότε είναι υποχρεωτικό να ταυτίζεται με το μέσο θεατή;
Θεωρώ πως θα ήταν προτιμότερο να μην ισοπεδώνουμε τα πάντα προς τα κάτω. Ο κόσμος είναι αρκετά πολύπλοκος ώστε να περιοριζόμαστε σε υπεραπλουστεύσεις στο όνομα μιας δήθεν λαϊκότητας, την οποία για κάποιο λόγο έχουμε εξιδανικεύσει. Είναι, τέλος, μια προσέγγιση ίσως και προσβλητική για ανθρώπους που έχουν βαθείς προβληματισμούς και σκέφτονται πιο σύνθετα από τον μέσο θεατή.
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική