του Matt Ross. Με τους Viggo Mortensen, Frank Langella, George MacKay, Samantha Isler, Annalise Basso, Nicholas Hamilton, Shree Crooks, Charlie Shotwell, Ann Dowd, Erin Moriarty, Missi Pyle, Kathryn Hahn, Steve Zahn
Oh Captain My Captain!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Κι αν οι επαναστατικές ιδέες γίνουν η νόρμα, τι θα απογίνει η επανάσταση;
O Matt Ross είναι ηθοποιός κατά βάση. Ποτέ δεν έχει παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε ταινία. Όλο β' ρόλους παίζει, αλλά πολύ χαρακτηριστικούς, όπως εκείνον στο «American Psycho» πχ. Αν τον ψάξετε στο google θα καταλάβετε από τη φάτσα του για ποιον μιλάμε. Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί. Προηγήθηκε το «28 Hotel Rooms» (2012). Τούτη η ταινία ξεκίνησε την καριέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Σάντανς. Την ευρωπαϊκή της πρεμιέρα την έκανε στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου συμμετείχε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» και εντέλει τιμήθηκε με το βραβείο σκηνοθεσίας! Εκεί την είδαμε εμείς. Γενικώς, στα φεστιβάλ τα πάει πάρα πολύ καλά, καθώς έχει συμμετάσχει σε μπόλικα από αυτά. Μένει να δούμε πως θα τα πάει και στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες...
Από την άλλη, ο Viggo Mortensen, ο Captain Fantastic της ταινίας, υπήρξε πρωταγωνιστής σε πάρα πολλές και δημοφιλέστατες ταινίες. Ο άνθρωπος έπαιξε τον Aragorn στην τριλογία του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών»! Κι όμως, δεν ξεπούλησε την ιδεολογία του. Δεν μετέφρασε την επιτυχία σε φράγκα. Ενώ θα μπορούσε να παίξει από τη μια χολιγουντιανή υπερπαραγωγή στην άλλη, επέλεξε τον δύσκολο δρόμο, αυτόν των επιλεγμένων φιλμικών εμφανίσεων σε ταινίες που, ενδεχομένως, δεν είναι για όλους. Κι εδώ «κουβαλάει» την περσόνα του στο πανί. Πχ σε πολλές σκηνές της ταινίας τον βλέπουμε να πίνει μάτε, το εθνικό αφέψημα της Αργεντινής. Ο Mortensen έζησε στην Αργεντινή από τα 2 έως τα 12 του χρόνια! Στην τελευταία σκηνή, τον βλέπουμε να κρατάει κι ένα φλασκί με ένα αυτοκόλλητο της San Lorenzo! Είναι, όσοι ασχολούνται με το στοίχημα, μια ποδοσφαιρική ομάδα της Αργεντινής, της οποίας ο Mortensen είναι μεγάλος οπαδός! Αυτά, για να δούμε πως τελικά σε πολλές περιπτώσεις η ζωή και η τέχνη διαπλέκονται γλυκά...
Η υπόθεση: Ο Μπεν δεν είναι αυτό που λέμε «τυπικός πατέρας». Μεγαλώνει τα έξι ανήλικα παιδιά του στα δάση του Pacific Northwest στις ΗΠΑ, μαθαίνοντάς τα να επιβιώνουν, να πειθαρχούν, να έχουν νου υγιή σε σώμα υγιές, να σκέφτονται, να εκφράζονται. Καμία σχέση με την κλασική εκπαίδευση. Καμία σχέση με διαπαιδαγώγηση με θρησκευτικά ιδεώδη. Είχαν πάρει την απόφαση να ζήσουν έτσι, μακριά από τον πολιτισμό, μαζί με τη σύζυγό του. Όταν εκείνη αρρώστησε ο Μπεν συνέχισε το έργο μόνος του, καθώς εκείνη τραβιόταν σε νοσοκομεία. Κάποια στιγμή, όμως, η σύζυγός του αυτοκτονεί. Τα νέα σοκάρουν τόσο τον ίδιο όσο και τους απογόνους του.
Παρά την απαγόρευση του πεθερού του να παραβρεθούν στην κηδεία ο Μπεν, υπακούοντας στην επιθυμία των παιδιών του, θα τα φορτώσει στο λεωφορείο που διαθέτει και θα προσπαθήσει να προλάβει να παραβρεθούν στην ταφή. Κυρίως για να πραγματοποιήσει και την επιθυμία της συζύγου του στη διαθήκη της να μην θαφτεί αλλά να καεί. Η επαφή των παιδιών με τον έξω κόσμο θα έχει πολλά ευτράπελα και θα κάνει τον Μπεν να αναρωτηθεί αν τελικά είναι καλός πατέρας κι αν έπραξε σωστά που ανέθρεψε τα παιδιά του με τον συγκεκριμένο, αντισυμβατικό τρόπο.
Η άποψή μας: Αυτή είναι μια... ενδιαφέρουσα ταινία! Αν και ο Μπεν και τα παιδιά του θα με «κράζανε» για τη χρήση του συγκεκριμένου επιθέτου. Σε μια σκηνή της ταινίας, λοιπόν, ο Μπεν ρωτάει μία από τις κόρες του που διαβάζει τη «Λολίτα» του Ναμπόκοφ, πως της φαίνεται το βιβλίο κι εκείνη απαντά «είναι ενδιαφέρον», για να φάει κραξίδι από όλους: «δεν είναι λέξη αυτή», της φωνάζουν. Όταν προσπαθεί δεύτερη φορά, ουσιαστικά αναφέρει την υπόθεση, οπότε πάλι την κράζουν: «περιγράφεις». Ε, με την τρίτη τα καταφέρνει και λέει πραγματικά την άποψή της: το πως ακριβώς της φάνηκε το βιβλίο. Αυτό που κάνει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας μονίμως κατά τη διάρκειά της είναι να αντιπαραθέτει αυτό που η πλειοψηφία θεωρεί ως σωστό με αυτό που κάποιος χρησιμοποιεί ως εναλλακτική. Κι όλα αυτά σε σχέση με τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών, έτσι; Είναι καλύτερα τα παιδιά να αναγκάζονται να πιστεύουν σε οργανωμένες θρησκείες ή να σκέφτονται ελεύθερα από μόνα τους; Είναι καλύτερα να πηγαίνουν στο σχολείο όπου δεν μπορούν να καταφέρουν να ξεχωρίσουν δύο, τρία βασικά πράγματα ή είναι καλύτερα να διδάσκονται στο σπίτι από ανθρώπους που πραγματικά νοιάζονται για τη μόρφωσή τους; Είναι καλύτερα τα παιδιά να μεγαλώνουν με ίντερνετ, πλέιστέισον και κόκα κόλα ή να μεγαλώνουν μέσα στη φύση γνωρίζοντας πως να επιβιώσουν, τρεφόμενοι με μη επεξεργασμένα τρόφιμα και διασκεδάζοντας παίζοντας μουσική ή διαβάζοντας;
Πολύ έξυπνα ο Ross διατυπώνει πως όλες οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν στηριχθεί σε συμβάσεις. Όποιος κινείται έξω από αυτές, στο περιθώριό τους, είναι παράξενος, αντικοινωνικός, μη προσαρμόσιμος. Όντως, γιατί είναι πιο σημαντικό να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα, τα γενέθλια δηλαδή του Χριστού, από το να γιορτάζουμε τα γενέθλια του Νόαμ Τσόμσκι; Ο μεγάλος γιος του Μπεν από μαρξιστής και τροτσκιστής τελικά καταλήγει να γίνει μαοϊστής (!), η μικρή κόρη φωνάζει συνεχώς «power to the people – stick it to the man», το πνεύμα και το μυαλό και το σώμα όλων τους είναι πολύ γυμνασμένα. Είναι έτοιμα να επιβιώσουν στη φύση - είναι όμως έτοιμα να αντιμετωπίσουν τον έξω κόσμο; Όπως φωνάζει και πάλι ο μεγάλος γιος στον πατέρα του, όταν διαπιστώνει πως δεν ξέρει πώς να φερθεί σε ένα φλερτ με μια όμορφη κοπέλα: «όλα όσα γνωρίζω, τα γνωρίζω μόνο από τα βιβλία». Δεν μπορούμε παρά να συμπαθήσουμε τον Μπεν. Εξηγεί τι είναι το σεξ στην μικρή του κόρη χωρίς περιστροφές, χωρίς σεμνοτυφίες, της αγοράζει μάλιστα κι ένα ανάλογο βιβλίο – βέβαια, η πιτσιρίκα εκτιμά πολύ περισσότερο ένα... μαχαίρι, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Βάζει στα παιδιά του να πιουν κρασί – επιτρέπεται λέει στη Γαλλία – (περιττό να πω πως εδώ η αίθουσα στην οποία προβαλλόταν η ταινία κατά τη δημοσιογραφική προβολή της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, σείστηκε από τα χειροκροτήματα). Καλύτερο δεν είναι το κρασί από την Κόκα Κόλα; Στη μόνιμη αυτή αντιπαράθεση ο Μπεν κάποια στιγμή αντιλαμβάνεται πως όταν δεν βαδίζεις στη γραμμή, όταν παρεκκλίνεις, το πιο πιθανό είναι να σε φάει η μαρμάγκα. «Είναι ένα αποτυχημένο πείραμα» αναφωνεί κάποια στιγμή απογοητευμένος. Παρά τις αντιπαραθέσεις, όμως, έχει τελικά μεγαλώσει παιδιά έξυπνα και υγιή που τον αγαπούν χωρίς όρους. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του.
Ο Viggo Mortensen θαρρείς και υποδύεται τον εαυτό του – έχει και μια full frontal γυμνή σκηνή – μια χαρά! Όλα τα πιτσιρίκια παίζουν πολύ καλά σε αυτό το κατά μία έννοια λοξό «Little Miss Sunshine». Και εντάξει, η μόνη ομοιότητα με τον «Κυνόδοντα», με τον οποίο κάποιοι βρήκαν μπόλικες συνάφειες, είναι η περιγραφή ενός κλειστού συστήματος με νόμους και κανόνες διαφορετικούς από τα στάνταρ της δυτικής κοινωνίας. Που, μπορεί να λειτουργεί αντισυμβατικά σε σχέση με τα ισχύοντα, αλλά και εκεί οι νόμοι και οι κανόνες «καταντούν» μια διαφορετική «κανονικότητα»! Ο σκηνοθέτης δεν παίρνει θέση, δείχνει τα καλά και τα κακά του διαφορετικού και αφήνει στους θεατές να αποφασίσουν. Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός – μπορούμε όμως να τον αντέξουμε ή είμαστε τόσο καλά βολεμένοι στις αλυσίδες και τις συμβάσεις μας; Κι αν ο άλλος κόσμος καταντήσει αυτός ο κόσμος; Τουλάχιστον τώρα μπορούμε να ονειρευόμαστε το διαφορετικό, σωστά;
Η υπόθεση: Ο Μπεν δεν είναι αυτό που λέμε «τυπικός πατέρας». Μεγαλώνει τα έξι ανήλικα παιδιά του στα δάση του Pacific Northwest στις ΗΠΑ, μαθαίνοντάς τα να επιβιώνουν, να πειθαρχούν, να έχουν νου υγιή σε σώμα υγιές, να σκέφτονται, να εκφράζονται. Καμία σχέση με την κλασική εκπαίδευση. Καμία σχέση με διαπαιδαγώγηση με θρησκευτικά ιδεώδη. Είχαν πάρει την απόφαση να ζήσουν έτσι, μακριά από τον πολιτισμό, μαζί με τη σύζυγό του. Όταν εκείνη αρρώστησε ο Μπεν συνέχισε το έργο μόνος του, καθώς εκείνη τραβιόταν σε νοσοκομεία. Κάποια στιγμή, όμως, η σύζυγός του αυτοκτονεί. Τα νέα σοκάρουν τόσο τον ίδιο όσο και τους απογόνους του.
Παρά την απαγόρευση του πεθερού του να παραβρεθούν στην κηδεία ο Μπεν, υπακούοντας στην επιθυμία των παιδιών του, θα τα φορτώσει στο λεωφορείο που διαθέτει και θα προσπαθήσει να προλάβει να παραβρεθούν στην ταφή. Κυρίως για να πραγματοποιήσει και την επιθυμία της συζύγου του στη διαθήκη της να μην θαφτεί αλλά να καεί. Η επαφή των παιδιών με τον έξω κόσμο θα έχει πολλά ευτράπελα και θα κάνει τον Μπεν να αναρωτηθεί αν τελικά είναι καλός πατέρας κι αν έπραξε σωστά που ανέθρεψε τα παιδιά του με τον συγκεκριμένο, αντισυμβατικό τρόπο.
Η άποψή μας: Αυτή είναι μια... ενδιαφέρουσα ταινία! Αν και ο Μπεν και τα παιδιά του θα με «κράζανε» για τη χρήση του συγκεκριμένου επιθέτου. Σε μια σκηνή της ταινίας, λοιπόν, ο Μπεν ρωτάει μία από τις κόρες του που διαβάζει τη «Λολίτα» του Ναμπόκοφ, πως της φαίνεται το βιβλίο κι εκείνη απαντά «είναι ενδιαφέρον», για να φάει κραξίδι από όλους: «δεν είναι λέξη αυτή», της φωνάζουν. Όταν προσπαθεί δεύτερη φορά, ουσιαστικά αναφέρει την υπόθεση, οπότε πάλι την κράζουν: «περιγράφεις». Ε, με την τρίτη τα καταφέρνει και λέει πραγματικά την άποψή της: το πως ακριβώς της φάνηκε το βιβλίο. Αυτό που κάνει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας μονίμως κατά τη διάρκειά της είναι να αντιπαραθέτει αυτό που η πλειοψηφία θεωρεί ως σωστό με αυτό που κάποιος χρησιμοποιεί ως εναλλακτική. Κι όλα αυτά σε σχέση με τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών, έτσι; Είναι καλύτερα τα παιδιά να αναγκάζονται να πιστεύουν σε οργανωμένες θρησκείες ή να σκέφτονται ελεύθερα από μόνα τους; Είναι καλύτερα να πηγαίνουν στο σχολείο όπου δεν μπορούν να καταφέρουν να ξεχωρίσουν δύο, τρία βασικά πράγματα ή είναι καλύτερα να διδάσκονται στο σπίτι από ανθρώπους που πραγματικά νοιάζονται για τη μόρφωσή τους; Είναι καλύτερα τα παιδιά να μεγαλώνουν με ίντερνετ, πλέιστέισον και κόκα κόλα ή να μεγαλώνουν μέσα στη φύση γνωρίζοντας πως να επιβιώσουν, τρεφόμενοι με μη επεξεργασμένα τρόφιμα και διασκεδάζοντας παίζοντας μουσική ή διαβάζοντας;
Πολύ έξυπνα ο Ross διατυπώνει πως όλες οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν στηριχθεί σε συμβάσεις. Όποιος κινείται έξω από αυτές, στο περιθώριό τους, είναι παράξενος, αντικοινωνικός, μη προσαρμόσιμος. Όντως, γιατί είναι πιο σημαντικό να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα, τα γενέθλια δηλαδή του Χριστού, από το να γιορτάζουμε τα γενέθλια του Νόαμ Τσόμσκι; Ο μεγάλος γιος του Μπεν από μαρξιστής και τροτσκιστής τελικά καταλήγει να γίνει μαοϊστής (!), η μικρή κόρη φωνάζει συνεχώς «power to the people – stick it to the man», το πνεύμα και το μυαλό και το σώμα όλων τους είναι πολύ γυμνασμένα. Είναι έτοιμα να επιβιώσουν στη φύση - είναι όμως έτοιμα να αντιμετωπίσουν τον έξω κόσμο; Όπως φωνάζει και πάλι ο μεγάλος γιος στον πατέρα του, όταν διαπιστώνει πως δεν ξέρει πώς να φερθεί σε ένα φλερτ με μια όμορφη κοπέλα: «όλα όσα γνωρίζω, τα γνωρίζω μόνο από τα βιβλία». Δεν μπορούμε παρά να συμπαθήσουμε τον Μπεν. Εξηγεί τι είναι το σεξ στην μικρή του κόρη χωρίς περιστροφές, χωρίς σεμνοτυφίες, της αγοράζει μάλιστα κι ένα ανάλογο βιβλίο – βέβαια, η πιτσιρίκα εκτιμά πολύ περισσότερο ένα... μαχαίρι, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Βάζει στα παιδιά του να πιουν κρασί – επιτρέπεται λέει στη Γαλλία – (περιττό να πω πως εδώ η αίθουσα στην οποία προβαλλόταν η ταινία κατά τη δημοσιογραφική προβολή της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, σείστηκε από τα χειροκροτήματα). Καλύτερο δεν είναι το κρασί από την Κόκα Κόλα; Στη μόνιμη αυτή αντιπαράθεση ο Μπεν κάποια στιγμή αντιλαμβάνεται πως όταν δεν βαδίζεις στη γραμμή, όταν παρεκκλίνεις, το πιο πιθανό είναι να σε φάει η μαρμάγκα. «Είναι ένα αποτυχημένο πείραμα» αναφωνεί κάποια στιγμή απογοητευμένος. Παρά τις αντιπαραθέσεις, όμως, έχει τελικά μεγαλώσει παιδιά έξυπνα και υγιή που τον αγαπούν χωρίς όρους. Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του.
Ο Viggo Mortensen θαρρείς και υποδύεται τον εαυτό του – έχει και μια full frontal γυμνή σκηνή – μια χαρά! Όλα τα πιτσιρίκια παίζουν πολύ καλά σε αυτό το κατά μία έννοια λοξό «Little Miss Sunshine». Και εντάξει, η μόνη ομοιότητα με τον «Κυνόδοντα», με τον οποίο κάποιοι βρήκαν μπόλικες συνάφειες, είναι η περιγραφή ενός κλειστού συστήματος με νόμους και κανόνες διαφορετικούς από τα στάνταρ της δυτικής κοινωνίας. Που, μπορεί να λειτουργεί αντισυμβατικά σε σχέση με τα ισχύοντα, αλλά και εκεί οι νόμοι και οι κανόνες «καταντούν» μια διαφορετική «κανονικότητα»! Ο σκηνοθέτης δεν παίρνει θέση, δείχνει τα καλά και τα κακά του διαφορετικού και αφήνει στους θεατές να αποφασίσουν. Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός – μπορούμε όμως να τον αντέξουμε ή είμαστε τόσο καλά βολεμένοι στις αλυσίδες και τις συμβάσεις μας; Κι αν ο άλλος κόσμος καταντήσει αυτός ο κόσμος; Τουλάχιστον τώρα μπορούμε να ονειρευόμαστε το διαφορετικό, σωστά;
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 24 Νοεμβρίου 2016 από την Odeon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική