Σκυλιά του Πολέμου (War Dogs) PosterΣκυλιά του Πολέμου

του Todd Phillips. Με τους Jonah Hill, Miles Teller, Ana de Armas, J. B. Blanc, Bradley Cooper, Barry Livingston, Kevin Pollak, Eddie Jemison, David Packouz, Patrick St. Esprit, Wallace Langham


Μου τυλίγετε μερικά εκατομμύρια σφαίρες παρακαλώ?
του zerVo (@moviesltd)

Ασχέτως πως βγαίνει προς τα έξω, με τους ηγέτες που μόλις, με ένα τους νεύμα, έχουν στείλει στο μέτωπο μυριάδες φουκαριάρικα φανταράκια, να μοιάζουν κατακερματισμένοι που δυστυχώς πήραν μια τέτοια δύσκολη απόφαση, καμία οικονομία στον κόσμο δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της, αν σε διάσπαρτες γωνιές αυτού του πλανήτη δεν επικρατούν εμπόλεμες ρήξεις. Το δεδομένο στοιχείο περί της μεγαλύτερης και πλέον κερδοφόρας αγοράς των ημερών μας, είναι το ζουμί που βγάζει το ευρηματικό, όσο και γλαφυρά δοσμένο intro της ταινίας War Dogs, εστιάζοντας στο γεγονός πως ο κάθε οπλίτης που υπηρετεί στην γραμμή του πυρός, δεν είναι απλώς μια ψυχή που μάχεται για τα ιδανικά του τόπου του, μα ένας κουβαλητής, ανά πάσα στιγμή, περίπου 17 χιλιάδων δολαρίων εμπορεύματος, που καλείται διαρκώς να το σπαταλά με στόχο την ανακύκλωση του. Η ιστορία που κάνει φόλοου στην κεντρική εισαγωγική ιδέα, είναι απλώς ένα επιστέγασμα του πως αυτό το διεθνές trade, δεν είναι παρά ένα γιγαντιαίο πόκερ με σαθρές δομές, που όσοι επιθυμούν να συμμετάσχουν στο τραπέζι του, θα πρέπει να είναι ταυτόχρονα αποφασισμένοι για τα πάντα.

Σκυλιά του Πολέμου (War Dogs) Wallpaper
Μαιάμι, Φλόριντα 2005. Απογοητευμένος από την όχι και λίγες φορές χυδαία τροπή, που έχει πάρει η εργασία του, ως μασέρ εύπορων κυρίων της πόλης, ο 25χρονος Ντέιβιντ Πάκαουζ, παντρεμένος και πατέρας ενός μικρού κοριτσιού, θα ξοδέψει όλα του τα υπάρχοντα, επενδύοντας στην αγορά κατωσέντονων για ηλικιωμένους, μια κίνηση που από την πρώτη της κιόλας στιγμή θα στεφθεί από αποτυχία. Απογοητευμένος και μισό μόλις βήμα από την απόγνωση, τυχαία θα συναντήσει τον παλιόφιλο από τα γυμνασιακά του χρόνια, Εφρέμ Ντιβερόλι, έναν πανέξυπνο και διαβόλου κάλτσα Εβραίο που δραστηριοποιείται, κατά πως υποστηρίζει, στην διακίνηση μικροποσοτήτων πολεμικού υλικού, προς το Πεντάγωνο.

Με την χημεία των δύο κολλητών να παραμένει αναλλοίωτη όπως παλιά, δεν θα αργήσει η στιγμή που θα δώσουν τα χέρια, ιδρύοντας εταιρία, με μπροστάρη τον Ντιβερόλι, κυνηγώντας ακόμη πιο απαιτητικούς διαγωνισμούς του Δημοσίου, για την κάλυψη αναγκών του στρατού σε οπλισμό. Παιχνίδι που αποξαρχής θα φανεί δύσκολο για τους δύο νεαρούς επιχειρηματίες, που θα ζήσουν αυτοστιγμεί το Αμερικάνικο Όνειρο τους, καθώς οι κερδοφορίες τους θα αγγίξουν ιλιγγιώδη για όσα είχαν φανταστεί επίπεδα. Τρώγοντας ανοίγει η όρεξη, συνεπώς και οι κολεγιές τους, που πλέον θα ζητήσουν από τους ίδιους ακόμη πιο ενεργή συμμετοχή, ακόμη και το να παραβρεθούν οι ίδιοι στον μέσον της ζώνης του πυρός στην Μέση Ανατολή.

Εννοείται πως όσα εξιστορεί το War Dogs δεν είναι βγαλμένα από κάποια νοσηρή φαντασία, δεν θα είχε άλλωστε την ίδια ειδική βαρύτητα μια τέτοια μυθοπλασία, σε σχέση με τα αληθινά περιστατικά, που συγκλόνισαν κυριολεκτικά την κοινή γνώμη, όταν αποκαλύφθηκε η παράνομη δράση των δύο οπλεμπόρων κάποια χρόνια αργότερα. Έχοντας σαν αφετηρία της δράσης τους, τους μυστικούς (θεωρητικά) μειοδοτικούς διαγωνισμούς που διεξάγει το Υπουργείο Αμύνης, οι δύο κομπανιέροι, ξεκινώντας από τα ψιχουλάκια, μερικές παλάσκες και κάποιες λίγες εκατοντάδες περίστροφα που θα χρειαστούν στους πεζοναύτες, σταδιακά θα ανεβάσουν το ποντάρισμα τους, φτάνοντας μέχρι και να συμμετάσχουν στο μεγάλο κόλπο της παροχής εκατομμυρίων γεμιστήρων για AK47, που οι ΗΠΑ επιθυμούν μυστικά να προμηθεύσουν στο...εχθρικό Αφγανιστάν!

Γεγονότα που δεν είναι λίγες οι φορές που τα παρακολουθείς με το στόμα ανοιχτό ενόσω εξελίσσονται, αδυνατώντας να πιστέψεις την προχειρότητα που λαμβάνουν χώρα, σε τόπους εκ προοιμίου στημένους για τέτοιου είδους παρανομίες, σαν την Ιορδανία κι την Αλβανία. Ένα τέτοιο περιεχόμενο δηλαδή, που γαργαλάει άμεσα, χωρίς να τονιστεί από πρόσθετα χιουμοριστικά στοιχεία, την ματιά του επίδοξου θεατή, φαντάζει ταμάμ για το κτίσιμο μιας καυστικής μοντέρνας πολιτικής σάτιρας, στα χέρια του δαιμόνιου Todd Phillips, που επιστρέφει στην δράση ύστερα από το πέρας της χρυσοφόρας τριλογίας του Hangover, που τον έκανε αναπάντεχα παγκοσμίως γνωστό. Το ύφος και αφηγηματικά και τεχνικά, δεν διαφέρει ιδιαίτερα από εκείνο του τρίπτυχου, αυτό που διαφέρει και είναι λογικό, είναι η μέθοδος που στήνει την κομεντί ο σκηνοθέτης, εφόσον εδώ δεν μπορεί να σταθεί ούτε το σλάπστικ, ούτε η φάρσα σαν παράγωγα γέλιου. Άλλωστε φαίνεται και από νωρίς πως σκοπός του δεν είναι να προσφέρει ένα σπαρταριστό μπάτσελορ πάρτι στους φιλοξενούμενους του στην πλατεία, αλλά να δείξει κάπως πιο σοβαρός, μοιράζοντας και τον απαιτούμενο προβληματισμό στους θεατές για όσα συμβαίνουν, ακόμη και μια μόλις πόρτα σιμά τους.

Ακολουθώντας δημιουργικές προσταγές που έχει θέσει ο μέγας Scorsese, με πλάνα κοφτά, ταχύτατα, στημένα έξοχα στο μοντάζ και στο ψαλίδι, με πατρόν τον Λύκο της Γουόλ Στριτ, παίζει διαρκώς με τα νοήματα που έβγαλε μια φορά κι έναν καιρό ένας επίσης ονειροπόλος κατσαρίδας, προσερχόμενος από την φτυσμένη Κούβα και αγγίζοντας εντέλει τα ουράνια, πριν παρασυρθεί από τα τεράστια κύματα της πλεονεξίας του. Με διαρκείς αναφορές στην μορφή του ειδώλου του ντουέτου, του αναλόγως αυτοδημιούργητου Τόνι Μοντάνα, που παίζει παντού είτε στο φόντο είτε στον αέρα, ο Phillips συνδέει ένα προς ένα, τα καμιά δεκαριά κλιπάκια της δράσης τους, δίνοντας τους κι έναν επιμέρους τίτλο στην έναρξη της κάθε πράξης. Στα θετικά οφείλω να παραδεχτώ πως δεν παρατηρείται ανισότητα στην βαρύτητα τους, καθώς το καθένα προσφέρει και μια ενδιαφέρουσα πτυχή στην πλοκή. Ως ξεχωριστό πάντως και πιο ολοκληρωμένο, θα επέλεγα εκείνο που παίζει στις ερήμους της Μεσοποταμίας, ενόσω οι μαστουρωμένοι εμπόροι διασχίζουν σε καμιόνι το Τρίγωνο του Θανάτου, με τον έναν να χασκογελά δείχνοντας άγνοια κινδύνου και τον άλλο να παλεύει να κρύψει την αλήθεια από το γυναικάκι του. Απίθανα πράγματα, δύσκολα τα πιστεύεις...

Μοναδικό αρνητικό στοιχείο που κάπως κτυπάει άσχημα, είναι που δεν τονίζεται ποτέ το φιλικό υπόβαθρο του Εφραίμ και του Ντέιβιντ, σε τέτοιο βαθμό ώστε ο δεύτερος αφελώς και αγαθοβιολικώς να αφήσει εν λευκώ την λειτουργία της μπράντας στον φαταούλα και με παρανοϊκές τάσεις φιλαράκο του. Μορφές των δύο προμηθευτών, που σε μεγαλύτερη ηλικία, μα με την ίδια άνετη συμπεριφορά είχαμε δει από τον Cage στο Lord Of War του Niccol, που εδώ αποδίδουν σαν έτοιμοι να συνεργαστούν από πάντα, δύο από τα πλέον χαρισματικά πρόσωπα του σύγχρονου Πλανήτη Χόλιγουντ. Από την μια μεριά ο αφηγητής Miles Teller είναι η ήρεμη δύναμη, ο ψύχραιμος, ο εργάτης της δυάδας, ταυτόχρονα όμως και ο ριγμένος στην μοιρασιά, που από νωρίς φαίνεται πως βλέπει την μπίζνα σαν μια γερή αρπαχτή, ικανοποιημένος με το ντύμα του οικογενειάρχη. Απεναντίας, ο Jonah Hill, πιο έμπειρος σαφώς στην απόδοση τέτοιου είδους real life χαρακτήρων, κερδίζει πιθανότατα και το περισσότερο παλαμάκι, έχοντας να κτίσει μια πιο περίπλοκη και βουτηγμένη στην απληστία περσόνα, που δεν λογαριάζει Θεό και δηλώνει πανέτοιμος να βουτήξει στα βαθιά αρκεί να βγάλει δυο παραπανίσια φράγκα. Πανίσχυρο ερμηνευτικό δέσιμο που παρεάκι με το μελετημένο σενάριο και την προσεγμένη διεύθυνση, συνεισφέρουν στην (έστω με ελλείψεις) ποιοτικότερη στιγμή του Phillips, που δείχνει να παίρνει μια πιο σοβαρή στροφή στην καριέρα του.

Σκυλιά του Πολέμου (War Dogs) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Σεπτεμβρίου 2016 από την Tanweer

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική