της Marie-Castille Mention-Schaar. Με τους Ariane Ascaride, Ahmed Dramé, Noémie Merlant, Geneviève Mnich, Naomi Amarger, Alicia Dadoun
«Γύφτοι θα 'ναι ή Εβραίοι ή ο κύριος Κανείς»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Η γνώση απελευθερώνει
«Arbeit Macht Frei» - «Η εργασία απελευθερώνει». Φράση – κλειδί που βρίσκεται στην είσοδο του Άουσβιτς αλλά και σε άλλα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Άλλο ένα εργαλείο προπαγάνδας των Ναζί. Οι Εβραίοι και οι άλλοι κρατούμενοι έδιναν τσάμπα την εργασία τους, καταναγκαστικά, χωρίς αμοιβή, για να... απελευθερωθούν. Πώς απελευθερώνονταν; Μα πώς αλλιώς; Όταν δεν μπορούσαν πλέον να προσφέρουν τίποτε ως εργασία οδηγούνταν στα κρεματόρια. Αποχαιρετούσαν τα εγκόσμια με τον πιο φρικτό τρόπο. Και πλέον απελευθερώνονταν από τη βάσανο του αβίωτου βίου τους. Ωραίοι τύποι οι Ναζί, έτσι; Με φαντασία τα φασισταριά και με θεωρητικό υπόβαθρο...
Η γνώση απελευθερώνει. Πραγματικά. Η γνώση είναι φως που διαλύει το σκοτάδι. Φοβόμαστε ότι δεν γνωρίζουμε. Όταν ξέρουμε, βρισκόμαστε πολύ κοντά στη λύση. Στη σημερινή εποχή γνωρίζουμε πάρα πολλά. Μπορούμε να μάθουμε τα πάντα. Αρκεί να ψάξουμε σωστά. Κι αρκεί να τεθούν οι βάσεις σωστά, νωρίς, από το σχολείο. Περισσότερο από ποτέ οι καιροί απαιτούν εκπαιδευτικά συστήματα που να μην παράγουν παπαγαλάκια – μελλοντικούς ανέργους, οι οποίοι καταπίνουν αμάσητα ότι τους πασάρεται, οι οποίοι αναπαράγουν στερεότυπα, οι οποίοι καταφεύγουν στην άκριτη βία. Χρειαζόμαστε σχολεία και δασκάλους που να βάζουν αυτό το ρημάδι το μυαλό να σκέφτεται, να κρίνει, να ψάχνει, να αναρωτιέται. Και να καταλαβαίνει το κάθε παιδί πχ πως δεν κινδυνεύει από τα προσφυγόπουλα. Κινδυνεύει από τον φασισμό του γονέα του και από τον κοινωνικό αποκλεισμό που ενδεχομένως θα οδηγήσει το προσφυγόπουλο στην αντίδραση, αντί της αφομοίωσης. Τούτη η ταινία ακριβώς αυτό προσπαθεί να τονίσει: πως περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε παιδαγωγούς. Και πως κανένα παιδί δεν είναι ξοφλημένο και άχρηστο: με το κατάλληλο σπρώξιμο και υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις, μπορεί να λάμψει!
Η υπόθεση: Η Αν Γκεγκέν είναι ένα παράξενο... φρούτο: είναι καθηγήτρια Ιστορίας που πραγματικά νοιάζεται για τους μαθητές της. Κάθε χρόνο αναλαμβάνει δύσκολα λυκειακά τμήματα γεμάτα εφήβους που βράζει το αίμα τους, που δεν δίνουν δεκάρα για το σχολείο, που είναι από φτωχές οικογένειες, που τραβούν το δικό τους κουπί, που δεν πιάνουν υψηλές επιδόσεις, που τρέχουν καρφί να ενταχθούν ως ενήλικες στο λούμπεν προλεταριάτο! Και κάθε χρόνο προσπαθεί να τραβήξει το ενδιαφέρον τους, να κερδίσει το σεβασμό τους, να τα αφυπνίσει και να ασχοληθούν με πραγματικά και ουσιώδη θέματα. Τα πάει καλά, συχνά όμως χάνει τον έλεγχο. Σε μια στιγμή μεγάλης απογοήτευσης αποφασίζει να προτείνει στα παιδιά της τάξης της να συμμετάσχουν σε έναν πανεθνικό διαγωνισμό. Έναν διαγωνισμό που λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο και ασχολείται κάθε φορά με ένα διαφορετικό θέμα σχετικά με το Ολοκαύτωμα.
Εν προκειμένω το θέμα έχει να κάνει με τα παιδιά και τους ανήλικους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αρχικά, τα παιδιά αντιδρούν αρνητικά. Πιστεύουν πως η καθηγήτριά τους, τους κοροϊδεύει. Δεν πιστεύουν καθόλου στον εαυτό τους. Κι όμως, με αργά αλλά σταθερά βήματα αρχίζουν να ανοίγονται, να αποκτούν αυτοπεποίθηση, να νιώθουν τη σημασία της συλλογικότητας. Και να προχωρούν το πρότζεκτ τους. Άραγε, θα μπορέσουν τούτα τα αουτσάιντερ να πετύχουν το στόχο τους;
Η άποψή μας: Η αρχική σκηνή της ταινίας είναι εξαιρετική: μία μουσουλμάνα μαθήτρια μαζί με τη μητέρα της, φορώντας μαντίλες στα κεφάλια τους (χιτζάπ στα αράβικα, φουλάρ στα γαλλικά), όπως επιτάσσει η θρησκεία τους, έχουν έναν έντονο διάλογο με μια καθηγήτρια έξω από ένα σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη Γαλλία. Η μαθήτρια θέλει να μπει μέσα και να πάρει το απολυτήριό της και η καθηγήτρια της απαγορεύει την είσοδο αν δεν βγάλει τη μαντίλα. «Μα έβγαζα τη μαντίλα καθ' όλη τη διάρκεια της χρονιάς μέσα στην τάξη. Τώρα όμως δεν είμαι μαθήτρια». «Για να μπεις στο σχολείο πρέπει να βγάλεις τη μαντίλα. Είναι νόμος». «Όχι, δεν τη βγάζω, δεν καταλαβαίνεις, είναι η θρησκεία μου, τη φοράω επειδή το επιτάσσει η καρδιά μου». «Αφού έβγαζες τη μαντίλα όλη τη χρονιά, βγάλτην άλλη μια τελευταία φορά για να πάρεις το απολυτήριο».
Η σκηνοθέτιδα δεν παίρνει θέση. Μας δείχνει ένα υπαρκτό πρόβλημα που απασχολεί τη γαλλική κοινωνία. Μέσα στα σχολεία απαγορεύονται κάθε είδους θρησκευτικά σύμβολα, από τη μαντίλα μέχρι τα σταυρουδάκια. Είναι σωστό αυτό; Μπορείς με απαγορεύσεις να πετύχεις αυτό που φαίνεται σωστό και δίκιο; Η ταινία το δείχνει και... πάει παρακάτω. Κι αυτό πλάκα πλάκα (και το επισημαίνουμε νωρίς) είναι το βασικό πρόβλημα της ταινίας. Μιας ταινίας καθόλα έντιμης, πολύ ενδιαφέρουσας αλλά κάπως αποσπασματική. Άλλο παράδειγμα: οι τραμπούκοι Μουσουλμάνοι που ταρακουνούν την καθηγήτρια Αν Γκεγκέν όταν τους πιάνει να κάνουν μπούλινγκ, εξαφανίζονται από τη συνέχεια της ταινίας για αδιευκρίνιστο λόγο. Ο μαθητής που ασπάζεται τον Μωαμεθανισμό και αντιδράει στα πάντα σχετικά με το πρότζεκτ για το Ολοκαύτωμα, παραδόξως δίνει thumbs up στα παιδιά που εντέλει καταφέρνουν πολλά περισσότερα από όσα πίστευαν και τα ίδια. Σαν να έχουν κοπεί πράγματα στο μοντάζ, σαν το σενάριο να γράφτηκε θέλοντας να πει πολλά αλλά να μην ήξερε εντέλει πού να εστιάσει.
Βλέποντας πάντως την ταινία Les Heritiers, μόνο κακή δεν μπορείς να πεις ότι είναι. Ίσα ίσα, ασχολείται με ένα θέμα τόσο καυτό, τόσο σύγχρονο και τόσο της εποχής μας που ίσως εξαιτίας και αυτού, της αίσθησης δηλαδή να ειπωθούν πράγματα με τη διαδικασία του επείγοντος, να σημειώνονται οι μικρές αστοχίες. Το σενάριο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και είναι γραμμένο από έναν από τους μαθητές της συγκεκριμένης τάξης, τον Ahmed Dramé, ο οποίος παίζει και στην ταινία υποδυόμενος ουσιαστικά τον εαυτό του! Πολύ meta κατάσταση.
Η παρουσία της έξοχης όπως πάντα Ariane Ascaride στο ρόλο της καθηγήτριας προσδίδει κύρος σε ολόκληρη τη συγκεκριμένη κινηματογραφική προσπάθεια. Ακόμα περισσότερο κύρος και αυθεντικότητα αλλά και πραγματική συγκίνηση προσφέρει η παρουσία του Léon Zyguel. Ο Léon Zyguel είναι ένας από τους επιζήσαντες από στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ήταν μόλις 15 ετών όταν τον κλείσανε μέσα και εντέλει κατάφερε να επιβιώσει. Και μόνο η διήγηση αυτού του άνδρα μπροστά στα παιδιά που τον ακούν με σεβασμό, αξίζει για να δει κάποιος την ταινία. Ακόμα σπουδαιότερο: ο συγκεκριμένος άνθρωπος δηλώνει ευθαρσώς ότι είναι άθεος! Φαντάζομαι πως το να έχεις ζήσει τόσο έντονα τη φρίκη του πολέμου και το θάνατο και την εξαθλίωση και την απανθρωπιά σε τόσο μικρή ηλικία σε ωθεί στον απλό συλλογισμό ότι Θεός δεν υπάρχει – γιατί αν υπήρχε δεν θα άφηνε να συμβούν τέτοιες θηριωδίες. Όμορφη, συγκινητική ταινία, καίρια σε ότι αφορά βασικά προβλήματα του καιρού μας, με μικρές αφέλειες και αναγκαστικές κινηματογραφικές ευκολίες (η ανάγνωση του όρκου των κρατουμένων πχ είναι υπέρ του δέοντος συναισθηματικά εκβιαστική), που πάντως έχει το μυαλό και την καρδιά της στη σωστή μεριά.
Η υπόθεση: Η Αν Γκεγκέν είναι ένα παράξενο... φρούτο: είναι καθηγήτρια Ιστορίας που πραγματικά νοιάζεται για τους μαθητές της. Κάθε χρόνο αναλαμβάνει δύσκολα λυκειακά τμήματα γεμάτα εφήβους που βράζει το αίμα τους, που δεν δίνουν δεκάρα για το σχολείο, που είναι από φτωχές οικογένειες, που τραβούν το δικό τους κουπί, που δεν πιάνουν υψηλές επιδόσεις, που τρέχουν καρφί να ενταχθούν ως ενήλικες στο λούμπεν προλεταριάτο! Και κάθε χρόνο προσπαθεί να τραβήξει το ενδιαφέρον τους, να κερδίσει το σεβασμό τους, να τα αφυπνίσει και να ασχοληθούν με πραγματικά και ουσιώδη θέματα. Τα πάει καλά, συχνά όμως χάνει τον έλεγχο. Σε μια στιγμή μεγάλης απογοήτευσης αποφασίζει να προτείνει στα παιδιά της τάξης της να συμμετάσχουν σε έναν πανεθνικό διαγωνισμό. Έναν διαγωνισμό που λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο και ασχολείται κάθε φορά με ένα διαφορετικό θέμα σχετικά με το Ολοκαύτωμα.
Εν προκειμένω το θέμα έχει να κάνει με τα παιδιά και τους ανήλικους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αρχικά, τα παιδιά αντιδρούν αρνητικά. Πιστεύουν πως η καθηγήτριά τους, τους κοροϊδεύει. Δεν πιστεύουν καθόλου στον εαυτό τους. Κι όμως, με αργά αλλά σταθερά βήματα αρχίζουν να ανοίγονται, να αποκτούν αυτοπεποίθηση, να νιώθουν τη σημασία της συλλογικότητας. Και να προχωρούν το πρότζεκτ τους. Άραγε, θα μπορέσουν τούτα τα αουτσάιντερ να πετύχουν το στόχο τους;
Η άποψή μας: Η αρχική σκηνή της ταινίας είναι εξαιρετική: μία μουσουλμάνα μαθήτρια μαζί με τη μητέρα της, φορώντας μαντίλες στα κεφάλια τους (χιτζάπ στα αράβικα, φουλάρ στα γαλλικά), όπως επιτάσσει η θρησκεία τους, έχουν έναν έντονο διάλογο με μια καθηγήτρια έξω από ένα σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη Γαλλία. Η μαθήτρια θέλει να μπει μέσα και να πάρει το απολυτήριό της και η καθηγήτρια της απαγορεύει την είσοδο αν δεν βγάλει τη μαντίλα. «Μα έβγαζα τη μαντίλα καθ' όλη τη διάρκεια της χρονιάς μέσα στην τάξη. Τώρα όμως δεν είμαι μαθήτρια». «Για να μπεις στο σχολείο πρέπει να βγάλεις τη μαντίλα. Είναι νόμος». «Όχι, δεν τη βγάζω, δεν καταλαβαίνεις, είναι η θρησκεία μου, τη φοράω επειδή το επιτάσσει η καρδιά μου». «Αφού έβγαζες τη μαντίλα όλη τη χρονιά, βγάλτην άλλη μια τελευταία φορά για να πάρεις το απολυτήριο».
Η σκηνοθέτιδα δεν παίρνει θέση. Μας δείχνει ένα υπαρκτό πρόβλημα που απασχολεί τη γαλλική κοινωνία. Μέσα στα σχολεία απαγορεύονται κάθε είδους θρησκευτικά σύμβολα, από τη μαντίλα μέχρι τα σταυρουδάκια. Είναι σωστό αυτό; Μπορείς με απαγορεύσεις να πετύχεις αυτό που φαίνεται σωστό και δίκιο; Η ταινία το δείχνει και... πάει παρακάτω. Κι αυτό πλάκα πλάκα (και το επισημαίνουμε νωρίς) είναι το βασικό πρόβλημα της ταινίας. Μιας ταινίας καθόλα έντιμης, πολύ ενδιαφέρουσας αλλά κάπως αποσπασματική. Άλλο παράδειγμα: οι τραμπούκοι Μουσουλμάνοι που ταρακουνούν την καθηγήτρια Αν Γκεγκέν όταν τους πιάνει να κάνουν μπούλινγκ, εξαφανίζονται από τη συνέχεια της ταινίας για αδιευκρίνιστο λόγο. Ο μαθητής που ασπάζεται τον Μωαμεθανισμό και αντιδράει στα πάντα σχετικά με το πρότζεκτ για το Ολοκαύτωμα, παραδόξως δίνει thumbs up στα παιδιά που εντέλει καταφέρνουν πολλά περισσότερα από όσα πίστευαν και τα ίδια. Σαν να έχουν κοπεί πράγματα στο μοντάζ, σαν το σενάριο να γράφτηκε θέλοντας να πει πολλά αλλά να μην ήξερε εντέλει πού να εστιάσει.
Βλέποντας πάντως την ταινία Les Heritiers, μόνο κακή δεν μπορείς να πεις ότι είναι. Ίσα ίσα, ασχολείται με ένα θέμα τόσο καυτό, τόσο σύγχρονο και τόσο της εποχής μας που ίσως εξαιτίας και αυτού, της αίσθησης δηλαδή να ειπωθούν πράγματα με τη διαδικασία του επείγοντος, να σημειώνονται οι μικρές αστοχίες. Το σενάριο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και είναι γραμμένο από έναν από τους μαθητές της συγκεκριμένης τάξης, τον Ahmed Dramé, ο οποίος παίζει και στην ταινία υποδυόμενος ουσιαστικά τον εαυτό του! Πολύ meta κατάσταση.
Η παρουσία της έξοχης όπως πάντα Ariane Ascaride στο ρόλο της καθηγήτριας προσδίδει κύρος σε ολόκληρη τη συγκεκριμένη κινηματογραφική προσπάθεια. Ακόμα περισσότερο κύρος και αυθεντικότητα αλλά και πραγματική συγκίνηση προσφέρει η παρουσία του Léon Zyguel. Ο Léon Zyguel είναι ένας από τους επιζήσαντες από στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ήταν μόλις 15 ετών όταν τον κλείσανε μέσα και εντέλει κατάφερε να επιβιώσει. Και μόνο η διήγηση αυτού του άνδρα μπροστά στα παιδιά που τον ακούν με σεβασμό, αξίζει για να δει κάποιος την ταινία. Ακόμα σπουδαιότερο: ο συγκεκριμένος άνθρωπος δηλώνει ευθαρσώς ότι είναι άθεος! Φαντάζομαι πως το να έχεις ζήσει τόσο έντονα τη φρίκη του πολέμου και το θάνατο και την εξαθλίωση και την απανθρωπιά σε τόσο μικρή ηλικία σε ωθεί στον απλό συλλογισμό ότι Θεός δεν υπάρχει – γιατί αν υπήρχε δεν θα άφηνε να συμβούν τέτοιες θηριωδίες. Όμορφη, συγκινητική ταινία, καίρια σε ότι αφορά βασικά προβλήματα του καιρού μας, με μικρές αφέλειες και αναγκαστικές κινηματογραφικές ευκολίες (η ανάγνωση του όρκου των κρατουμένων πχ είναι υπέρ του δέοντος συναισθηματικά εκβιαστική), που πάντως έχει το μυαλό και την καρδιά της στη σωστή μεριά.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Σεπτεμβρίου 2016 από την Seven Films
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική