του Daniel Calparsoro. Με τους Luis Tosar, Rodrigo De la Serna, Raúl Arévalo, José Coronado, Patricia Vico, Joaquín Furriel, Luciano Cáceres, Marian Álvarez, Luis Callejo, Maria Molins
Ο κλέψας του κλέψαντος
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
«Attica! Attica!»
Εδώ και πάρα πολλά χρόνια έχει πάψει να υφίσταται παρθενογένεση στην τέχνη και δη στον κινηματογράφο. Τούτη η ταινία, συμπαραγωγή Ισπανίας, Γαλλίας και Αργεντινής, θα σας θυμίσει αρκετές, ίσως και πολλές άλλες ταινίες. Η κατάληψη τράπεζας και η κατάσταση ομηρείας παραπέμπει ευθέως στη «Σκυλίσια μέρα» (Dog Day Afternoon, 1975) του Sidney Lumet. Η ταινία «Ο υποκινητής» (Inside Man, 2006) του Spike Lee είναι επίσης μια ταινία που έρχεται στο μυαλό των παρατηρητικών σινεφίλ. Ακόμα ακόμα, αν το τραβήξουμε λίιιιιιγο από τα μαλλιά και το «Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου» (All the President's Men, 1976) του Alan J. Pakula έχει σχέση με την ταινία μας, στο σημείο όπου μια ληστεία γίνεται αφορμή για να ξετυλιχθεί το κουβάρι της υπόθεσης Γουότεργκέιτ. Μια ληστεία ως μέσω παραπλάνησης, καθώς από πίσω κρύβονται ζητήματα πολιτικής ατζέντας. Να μην μιλήσουμε για την ταινία «Το μεγάλο κόλπο» (The Bank Job, 2008) του Roger Donaldson, βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, που το θέμα της και η πλοκή της έχουν παρεξηγήσιμες ομοιότητες με την ταινία μας...
Το Cien años de perdón είναι η 9η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Daniel Calparsoro και μόλις η πρώτη του που βλέπουμε στη χώρα μας σε εμπορική κινηματογραφική διανομή. Αν δεν κάνω λάθος, μόλις δύο άλλες του ταινίες βγήκαν κατευθείαν σε dvd στην Ελλάδα: το «Guerreros» (2002) και το «Γρήγοροι κι επικίνδυνοι» (Combustión, 2013). Oh well, καλώςτονε κι ας άργησε. Γιατί τούτη η ταινία του είναι αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσα. Και το Hollywood θα μπορούσε να τον πάρει μεταγραφή – ίδωμεν...
Η υπόθεση: Τοποθεσία: ένα βροχερό πρωινό στη Βαλένθια. Έξι ένοπλοι άνδρες, φορώντας μάσκες που κρύβουν το πρόσωπό τους παρά το γεγονός ότι είναι διάφανες, επιτίθενται στη «Μεσογειακή Τράπεζα». Με αρχηγό έναν τύπο, με το παρατσούκλι «Ο Ουρουγουανός», η αποστολή της ομάδας φαίνεται απλή και ξεκάθαρη: να αδειάσουν όλοι μαζί όσες περισσότερες θυρίδες μέσα στην τράπεζα μπορέσουν και να το σκάσουν. Το σχέδιό τους είναι έξυπνο και περιλαμβάνει τη διαφυγή τους μέσω ενός υπόγειου τούνελ που έχουν σκάψει εδώ και μέρες, χωρίς να τους έχει πάρει κανείς χαμπάρι. Όμως, εξαιτίας της βροχής, το τούνελ πλημμυρίζει και θα πρέπει να σκαρφιστούν έναν άλλο τρόπο διαφυγής. Τα προβλήματά τους μεγαλώνουν όταν ο έτερος επικεφαλής της ομάδας, με το παρατσούκλι «Ο Ισπανός», μαθαίνει από τη δυσαρεστημένη διευθύντρια της τράπεζας πως η θυρίδα νούμερο 314 ανήκει σε έναν πολιτικό ο οποίος έχει ασφαλισμένα εκεί στοιχεία που μπορούν να «κάψουν» την κυβέρνηση! Ξαφνικά, η κατάσταση από «απλή ληστεία τραπέζης με ομήρους» μετατρέπεται σε «ληστεία με πολιτικές διαστάσεις». Θα μπορέσουν οι έξι κλέφτες να ξεφύγουν από μια τόσο δύσκολη κατάσταση;
Η άποψή μας: Ο πρωτότυπος ισπανικός τίτλος της ταινίας αποτελεί τμήμα μιας δημοφιλούς παροιμίας, η οποία ολόκληρη έχει ως εξής: «Quién roba a un ladrón, tiene cien años de perdón». Σε περίπου πιστή μετάφραση σημαίνει πως εκείνοι που κλέβουν έναν κλέφτη θα έχουν 100 χρόνια συγχώρησης. Ήδη λοιπόν μας προετοιμάζει για το με ποιους θα ταυτιστούμε συναισθηματικά και ιδεολογικά. Οι κλέφτες είναι οι «κακοί» αλλά καθώς ξετυλίγεται το κουβάρι των γεγονότων φαντάζουν άγγελοι μπροστά στους κυβερνητικούς θεσμούς που τους αντιμάχονται. Ε, εννοείται πως θέλουμε αυτά τα έξι γοητευτικά καθάρματα να τη βγάλουν καθαρή και να ξεφύγουν στο τέλος. Κι αυτό επειδή τα βάζουν με τις τράπεζες – που απομυζούν το αίμα των φτωχών, αλλά και την αστυνομία, το στρατό, τις μυστικές υπηρεσίες, όλα τα μίσθαρνα όργανα του καπιταλισμού!
Σε μια χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας ο αλαφροΐσκιωτος, ομορφούλης και ολίγον τι χαζούλης ληστής που έχει το παρατσούκλι «Ο Τρελός», δίνει μπόλικα χρήματα σε μια νεαρή μορφονιά από τους ομήρους. «Πάρτα» της λέει «για να ξεχρεώσεις το στεγαστικό σου δάνειο». «Δεν είναι σωστό να σου παίρνουν κάτι που είναι δικό σου». Εννοείται ότι της δίνει χρήματα που δεν είναι δικά του, χρήματα που έχει ληστέψει. Τα... απαλλοτρίωσε όμως από μια θυρίδα γεμάτη χρήματα, που πιθανότατα ανήκε σε κάποιον με πάρα πολλά χρήματα, που ακόμα πιο πιθανά έβγαλε αυτά τα χρήματα «ληστεύοντας» άλλους ανθρώπους. Γκέγκε;
Τώρα, πέρα από αυτά που ανέφερα στην αρχή, υπάρχουν ομοιότητες τούτης της ταινίας με μια άλλη που είδαμε στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής σεζόν, πάλι από την Ισπανία και πάλι με πρωταγωνιστή τον Luis Tosar. Αναφέρομαι στην ταινία «Με απόκρυψη» (El desconocido, 2015) του Dani de la Torre. Το ίδιο βροχερό σκηνικό, η ίδια λογική «αποχρωματισμού» να κυριαρχεί, με τους τόνους του ξεπλυμένου πράσινου να δίνει τον τόνο και κυρίως η ίδια ιδεολογική πάλη εναντίον των στραβών του καπιταλισμού (λες κι έχει... μη στραβά, αλλά αυτό είναι μια τεράστια κουβέντα). Μην με παρεξηγείτε: και οι δύο ταινίες δεν είναι στρατευμένες. Και ίσως κάποια από τα «βέλη» τους να είναι αφελή. Έχουν όμως την καρδιά τους στη σωστή πλευρά και λένε τα πράγματα κατά πως πρέπει και κατά πως έχουν.
Οι ρυθμοί της ταινίας είναι εξαιρετικοί, οι αποκαλύψεις είναι συνεχείς και εντείνουν το σασπένς και ο θεατής παρακολουθεί γαντζωμένος στο κάθισμά του. Και οι ερμηνείες ξεχωρίζουν: ο Tosar (ο «Ισπανός») είναι για άλλη μια φορά σπουδαίος και ο Rodrigo De la Serna (ο «Ουρουγουανός») είναι πειστικότατος – η αλήθεια είναι πως μας έχει λείψει από την εποχή που τον απολαύσαμε στα «Ημερολόγια μοτοσικλέτας». Μια πάρα πολύ καλή επιλογή για όσους θέλουν να περάσουν ένα ευχάριστο δίωρο σε ένα θερινό σινεμά – and then some... Τυχαία θεωρείτε ότι οι Ισπανοί έκαναν την ταινία την πιο εμπορική για το 2016 έως τώρα;
Η υπόθεση: Τοποθεσία: ένα βροχερό πρωινό στη Βαλένθια. Έξι ένοπλοι άνδρες, φορώντας μάσκες που κρύβουν το πρόσωπό τους παρά το γεγονός ότι είναι διάφανες, επιτίθενται στη «Μεσογειακή Τράπεζα». Με αρχηγό έναν τύπο, με το παρατσούκλι «Ο Ουρουγουανός», η αποστολή της ομάδας φαίνεται απλή και ξεκάθαρη: να αδειάσουν όλοι μαζί όσες περισσότερες θυρίδες μέσα στην τράπεζα μπορέσουν και να το σκάσουν. Το σχέδιό τους είναι έξυπνο και περιλαμβάνει τη διαφυγή τους μέσω ενός υπόγειου τούνελ που έχουν σκάψει εδώ και μέρες, χωρίς να τους έχει πάρει κανείς χαμπάρι. Όμως, εξαιτίας της βροχής, το τούνελ πλημμυρίζει και θα πρέπει να σκαρφιστούν έναν άλλο τρόπο διαφυγής. Τα προβλήματά τους μεγαλώνουν όταν ο έτερος επικεφαλής της ομάδας, με το παρατσούκλι «Ο Ισπανός», μαθαίνει από τη δυσαρεστημένη διευθύντρια της τράπεζας πως η θυρίδα νούμερο 314 ανήκει σε έναν πολιτικό ο οποίος έχει ασφαλισμένα εκεί στοιχεία που μπορούν να «κάψουν» την κυβέρνηση! Ξαφνικά, η κατάσταση από «απλή ληστεία τραπέζης με ομήρους» μετατρέπεται σε «ληστεία με πολιτικές διαστάσεις». Θα μπορέσουν οι έξι κλέφτες να ξεφύγουν από μια τόσο δύσκολη κατάσταση;
Η άποψή μας: Ο πρωτότυπος ισπανικός τίτλος της ταινίας αποτελεί τμήμα μιας δημοφιλούς παροιμίας, η οποία ολόκληρη έχει ως εξής: «Quién roba a un ladrón, tiene cien años de perdón». Σε περίπου πιστή μετάφραση σημαίνει πως εκείνοι που κλέβουν έναν κλέφτη θα έχουν 100 χρόνια συγχώρησης. Ήδη λοιπόν μας προετοιμάζει για το με ποιους θα ταυτιστούμε συναισθηματικά και ιδεολογικά. Οι κλέφτες είναι οι «κακοί» αλλά καθώς ξετυλίγεται το κουβάρι των γεγονότων φαντάζουν άγγελοι μπροστά στους κυβερνητικούς θεσμούς που τους αντιμάχονται. Ε, εννοείται πως θέλουμε αυτά τα έξι γοητευτικά καθάρματα να τη βγάλουν καθαρή και να ξεφύγουν στο τέλος. Κι αυτό επειδή τα βάζουν με τις τράπεζες – που απομυζούν το αίμα των φτωχών, αλλά και την αστυνομία, το στρατό, τις μυστικές υπηρεσίες, όλα τα μίσθαρνα όργανα του καπιταλισμού!
Σε μια χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας ο αλαφροΐσκιωτος, ομορφούλης και ολίγον τι χαζούλης ληστής που έχει το παρατσούκλι «Ο Τρελός», δίνει μπόλικα χρήματα σε μια νεαρή μορφονιά από τους ομήρους. «Πάρτα» της λέει «για να ξεχρεώσεις το στεγαστικό σου δάνειο». «Δεν είναι σωστό να σου παίρνουν κάτι που είναι δικό σου». Εννοείται ότι της δίνει χρήματα που δεν είναι δικά του, χρήματα που έχει ληστέψει. Τα... απαλλοτρίωσε όμως από μια θυρίδα γεμάτη χρήματα, που πιθανότατα ανήκε σε κάποιον με πάρα πολλά χρήματα, που ακόμα πιο πιθανά έβγαλε αυτά τα χρήματα «ληστεύοντας» άλλους ανθρώπους. Γκέγκε;
Τώρα, πέρα από αυτά που ανέφερα στην αρχή, υπάρχουν ομοιότητες τούτης της ταινίας με μια άλλη που είδαμε στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής σεζόν, πάλι από την Ισπανία και πάλι με πρωταγωνιστή τον Luis Tosar. Αναφέρομαι στην ταινία «Με απόκρυψη» (El desconocido, 2015) του Dani de la Torre. Το ίδιο βροχερό σκηνικό, η ίδια λογική «αποχρωματισμού» να κυριαρχεί, με τους τόνους του ξεπλυμένου πράσινου να δίνει τον τόνο και κυρίως η ίδια ιδεολογική πάλη εναντίον των στραβών του καπιταλισμού (λες κι έχει... μη στραβά, αλλά αυτό είναι μια τεράστια κουβέντα). Μην με παρεξηγείτε: και οι δύο ταινίες δεν είναι στρατευμένες. Και ίσως κάποια από τα «βέλη» τους να είναι αφελή. Έχουν όμως την καρδιά τους στη σωστή πλευρά και λένε τα πράγματα κατά πως πρέπει και κατά πως έχουν.
Οι ρυθμοί της ταινίας είναι εξαιρετικοί, οι αποκαλύψεις είναι συνεχείς και εντείνουν το σασπένς και ο θεατής παρακολουθεί γαντζωμένος στο κάθισμά του. Και οι ερμηνείες ξεχωρίζουν: ο Tosar (ο «Ισπανός») είναι για άλλη μια φορά σπουδαίος και ο Rodrigo De la Serna (ο «Ουρουγουανός») είναι πειστικότατος – η αλήθεια είναι πως μας έχει λείψει από την εποχή που τον απολαύσαμε στα «Ημερολόγια μοτοσικλέτας». Μια πάρα πολύ καλή επιλογή για όσους θέλουν να περάσουν ένα ευχάριστο δίωρο σε ένα θερινό σινεμά – and then some... Τυχαία θεωρείτε ότι οι Ισπανοί έκαναν την ταινία την πιο εμπορική για το 2016 έως τώρα;
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Ιουλίου 2016 από την Tanweer
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική