του Pablo Trapero. Με τους Guillermo Francella, Peter Lanzani, Lili Popovich, Gaston Cocchiarale, Giselle Motta, Franco Masini, Antonia Bengoechea, Stefania Koessl
Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια!!!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Ανθρωποφύλακες!
Νομίζω πως τα πιο πολλά από τα παρακάτω τα έχω ξαναγράψει – συγχωρέστε με αν το έχω κάνει. Δεν έχω σπουδάσει «κριτικός κινηματογράφου» λοιπόν. Δεν ξέρω αν πουθενά στον κόσμο διδάσκεται η κριτική ταινιών. Ουσιαστικά, κατά λάθος βρέθηκα στο χώρο. Απλά, έβλεπα πολλές ταινίες και έγραφα υποφερτά έως...νόστιμα. Πτυχίο έχω κτηνιάτρου. Από εδώ, από το ΑΠΘ (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) το πήρα. Πριν την κρίση δεν ασχολήθηκα καθόλου με το θέσει επάγγελμά μου (το «φύσει» βεβαίως, έχει να κάνει με το σινεμά, δεν το συζητώ). Τώρα, χωρίς εφημερίδες, χωρίς εκπομπές στην τηλεόραση, χωρίς κάτι να με «τρέφει» είπα να ξεσκονίσω το πτυχίο και να ασχοληθώ ξανά με την κτηνιατρική, μπας και βρω δουλειά στα 47 μου. Πηγαίνω λοιπόν στο κτηνιατρείο ενός φίλου συναδέλφου, του Δημήτρη, που μάλλον είναι ο καλύτερος κτηνίατρος στην Ελλάδα, έτσι; Εκεί, γνώρισα τον Μιχάλη. Συνάδελφος, πιτσιρίκος σε σχέση με τα χρόνια μου, διπλωματούχος κτηνίατρος και ο ίδιος. Δουλεύει για τον Δημήτρη. Και κάνει μερικές πολύ πετυχημένες «αναρωτήσεις». Έχουν να κάνουν με χρηματική αμοιβή που θα έπαιρνε κάποιος αν μπορούσε να κάνει κάτι ειδεχθές. Πχ, μια χαρακτηριστική ανα-ε-ρώτηση είναι η εξής: «αν σου έδινε κάποιος 2 χιλιάρικα το μήνα, θα μπορούσες να κάνεις μόνο ευθανασίες, καθημερινά;». Απάντησα θετικά. Πού να βρεις δύο χιλιάρικα αμοιβή τη σήμερον ημέρα; Βέβαια, έχω κάνει ελάχιστες ευθανασίες ως τώρα. Και μην γελιέστε: σε πιάνει η ψυχή σου. Να έχεις τώρα ένα τόσο δα γατάκι στη χούφτα σου, να είναι σίγουρο ότι δεν θα τη βγάλει καθαρή και με τη συναίνεση του ιδιοκτήτη του, να προχωράς σε ευθανασία, με μια βελόνα μέσα στην καρδιά ή με πεντοθάλη στη φλέβα. Το συνηθίζεις; Δύσκολα. Κι ας ξέρεις ότι ουσιαστικά δεν κάνεις κακό – κάνεις κάτι καλό, για να μην ταλαιπωριούνται τα καημένα τα ζωάκια. Άσε που ανάλογη συναδέλφισσα από την Άπω Ανατολή κάνοντας αυτή τη συγκεκριμένη δουλειά, αυτοκτόνησε (αν ισχύει η είδηση, γιατί πλέον έχουμε γεμίσει και με «fake γεγονότα»). Όλη αυτή η μακροσκελής εισαγωγή έγινε γιατί πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω πώς κανείς συνηθίζει να βασανίζει ανθρώπους. Πώς γίνεται να βγάζεις λεφτά από τον άμεσο πόνο του άλλου; Και πως γίνεται η οικογένειά σου να γνωρίζει και να μην κάνει τίποτε αποτρεπτικό; Να απολαμβάνει αγαθά που αποκτώνται με αίμα; Να ξέρει και να μην μιλά; Απίστευτο, έτσι; Χμ, αυτή η ταινία αποδεικνύει το αντίθετο. Και βασίζεται και σε πραγματική ιστορία!
Η El Clan είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Αργεντίνος δημιουργός Pablo Trapero. Η πρώτη του ταινία «Κόσμος – γερανός» (Mundo grua, 1999) έλαβε μέρος σε διάφορα κινηματογραφικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και εκείνο της Θεσσαλονίκης. Αλλά και στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας είχε προβληθεί εκείνη, η πρώτη του ταινία. Το ίδιο συνέβη και με την τελευταία του! Μετά από 16 χρόνια ο Trapero ξαναβρέθηκε διαγωνιζόμενος στη Βενετία και κέρδισε και τον Αργυρό Λέοντα καλύτερης σκηνοθεσίας! Εν τω μεταξύ, τούτη η ταινία αποτέλεσε την υποψηφιότητα της Αργεντινής για το ξενόγλωσσο Όσκαρ ενώ κατόρθωσε να αναδειχθεί ως η πιο εμπορική ταινία όλων των εποχών στο εθνικό box office!
Η υπόθεση: Η οικογένεια Πούτσιο ζει στην Αργεντινή και προσπαθεί να τα βγάλει πέρα μετά την πτώση της δικτατορίας του Βιντέλα, στις αρχές της δεκαετίας του '80. Ο Αρχιμήδης είναι ο πάτερ φαμίλιας, ένας φαινομενικά έντιμος οικογενειάρχης που αγαπά τα παιδιά του και ασχολείται ακόμα και με τις σχολικές εργασίες της μικρής του κόρης. Η μητέρα; Αφοσιωμένη δασκάλα και τέλεια νοικοκυρά. Τα παιδιά; Καλοί μαθητές που σίγουρα θα διαπρέψουν στο μέλλον! Ιδίως ο Άλεξ, αρχηγός στην ομάδα ράγκμπι «Πούμας» φαίνεται να έχει όλο το μέλλον δικό του – και το ανάλογο αστραφτερό χαμόγελο. Κι όμως.. όλα αυτά είναι μία βιτρίνα. Στην πραγματικότητα ο πατέρας δεν είναι παρά ο βάναυσος αρχηγός μιας συμμορίας κακοποιών που απαρτίζεται από τη σύζυγό και τα παιδιά του. Απαγάγουν και αιχμαλωτίζουν μέσα στο ίδιο τους το σπίτι νέους και πλούσιους ανθρώπους. Και βγάζουν λεφτά μαζεύοντας λύτρα. Θα μπορέσουν όμως ποτέ να... λυτρωθούν από τον ίδιο τους τον εαυτό;
Η άποψή μας: Μην πάτε μακριά. Οι αναλογίες Αργεντινής – Ελλάδας είναι κάτι παραπάνω από φανερές. Οι δωσίλογοι και οι συνεργάτες των Γερμανών στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και οι υποστηρικτές της χούντας των συνταγματαρχών έπιασαν όλα τα καλά τα πόστα στη δημοκρατική Ελλάδα! Είναι απίστευτο, έτσι; Αντί να τιμωρηθούν για την αντιδημοκρατική τους στάση... επιβραβεύτηκαν! Κινούμενοι σε σκοτεινές ατραπούς, γνωρίζοντας πρόσωπα και πράγματα, συνηθισμένοι στην κάθε βρωμιά, ήταν χρήσιμοι για το σύστημα. Τόσο απλά. Και στελέχωσαν τον κρατικό μηχανισμό. Είτε ως έμμισθοι ρουφιάνοι είτε ως στελέχη στρατού και αστυνομίας είτε βολεμένοι ως δάσκαλοι κι άλλα τινά (θυμηθείτε και τη γερμανική ταινία «Ο λαβύρινθος της σιωπής» που είδαμε στην τρέχουσα κινηματογραφική σεζόν). Κι εδώ, όμως, υπήρχε ένα... πρόβλημα! Οι συνεργάτες της χούντας (ένθεν και ένθεν) ήταν... πολλοί! Οπότε, δεν μπορούσαν να βολευτούν όλοι! Επομένως, κάποιοι έπρεπε να αξιοποιήσουν τα... ταλέντα τους με διαφορετικό τρόπο.
Όπως ο Αρχιμήδης Πούτσιο της ταινίας. Η δουλειά του επί χούντας ήταν να βοηθάει τις μυστικές υπηρεσίες να «εξαφανίζουν» αντιφρονούντες. Στα έξι χρόνια της δικτατορίας του Βιντέλα «εξαφανίστηκαν» πάνω από 30 χιλιάδες Αργεντινοί. Ναι, αλλά μόλις έπεσε η χούντα, ο Αρχιμήδης έχασε τη δουλειά του. Και τα φιλαράκια του δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν άμεσα. Είχε έναν φούρνο – μαγειρειό, αλλά αυτό δεν έφτανε για τα σχέδιά του να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον στην οικογένειά του. Και την είχε και... μεγάλη: τρία αγόρια και δύο κορίτσια! Οπότε, παλιά του τέχνη κόσκινο: έκανε αυτό που έκανε επί χούντας. Με τη βοήθεια δύο συνεργατών του και χρησιμοποιώντας και τον Άλεξ, τον μεγαλύτερο γιο του, άρπαζε πλούσιος γνωστούς του και γείτονές του, ζητούσε λύτρα κι όταν τα έπαιρνε, αντί να απελευθερώνει τα θύματά του, τα δολοφονούσε. Κι όλα αυτά με την ανοχή της αστυνομίας (ενός κομματιού της, που απαρτίζονταν από παλιούς συνεργάτες του Πούτσιο). Οπότε, η οικογένειά του ζούσε ζωή χαρισάμενη.
Ζωή χτισμένη πάνω στα πτώματα ανθρώπων. Που, μέχρι να εκτελεστούν, ζούσαν φυλακισμένοι στο σπίτι των Πούτσιο! Και οι κραυγές τους και οι οδυρμοί τους ακουγόταν από όλους όσοι ζούσαν μέσα στο σπίτι. Ο πιτσιρίκος γιος δεν άντεξε και έφυγε. Η μικρή κόρη επίσης ένιωθε να ασφυκτιά. Παράξενο που οι μόνοι οι οποίοι έδειξαν ενός είδους αντίσταση ήταν οι πιο μικροί σε ηλικία, έτσι; Από την άλλη, καθόλου παράξενο δεν ήταν πως ο Πούτσιο, εκεί που εξαφάνιζε πολιτικούς αντιφρονούντες άρχισε να απομυζά χρήματα από πλούσιους και πετυχημένους, ανθρώπους που έβγαλαν λεφτά από την χούντα, κατά μία έννοια συντρόφους του! Στον καπιταλισμό και τον νεοφιλελευθερισμό όλοι είναι αναλώσιμοι! Και ποιους να εξαφάνιζε για να βγάλει χρήματα; Τους φτωχούς; Μουάχαχαχαχα. Ο μεγάλος γιος συνήθισε και δεν ένιωθε τίποτε πια, κυριαρχημένος απόλυτα από τον πατέρα του. Ο μεσαίος γιος επέστρεψε από την Αυστραλία με προτροπή του Άλεξ, για να βοηθήσει την... οικογενειακή επιχείρηση! Και η μεγάλη κόρη το έβλεπε εντελώς φυσιολογικά το όλον: ο μπαμπάς δουλεύει για το καλό της οικογένειας! Βέβαια, όταν το... κακό παράγινε κι έπρεπε να σταματήσει η δράση της οικογένειας, κανένας δεν παραδέχτηκε τη συμμετοχή του στην εγκληματική οργάνωση! Κανένας!
Δείτε το τώρα σε μεγαλύτερη εικόνα. Για την κοινωνία μας. Αποποιούμαστε το ρόλο μας στο έγκλημα που συντελείται καθημερινά, με τη σιωπή και τη συνενοχή μας! Ο Trapero παίζει με πολλά κοντινά, με σχεδόν τηλεοπτικούς κανόνες, για να μας κάνει να ασφυκτιούμε, να νιώθουμε ότι δεν υπάρχει διαφυγή. Να νιώθουμε εγκλωβισμένοι. Η χρήση ροκ επιτυχιών της εποχής λειτουργεί έξυπνα και ουσιαστικά: και η εποχή περιγράφεται αλλά λειτουργούν και ως αντίστιξη με τη βία. Δυνατή ταινία, που αξίζει την προσοχή μας.
Η υπόθεση: Η οικογένεια Πούτσιο ζει στην Αργεντινή και προσπαθεί να τα βγάλει πέρα μετά την πτώση της δικτατορίας του Βιντέλα, στις αρχές της δεκαετίας του '80. Ο Αρχιμήδης είναι ο πάτερ φαμίλιας, ένας φαινομενικά έντιμος οικογενειάρχης που αγαπά τα παιδιά του και ασχολείται ακόμα και με τις σχολικές εργασίες της μικρής του κόρης. Η μητέρα; Αφοσιωμένη δασκάλα και τέλεια νοικοκυρά. Τα παιδιά; Καλοί μαθητές που σίγουρα θα διαπρέψουν στο μέλλον! Ιδίως ο Άλεξ, αρχηγός στην ομάδα ράγκμπι «Πούμας» φαίνεται να έχει όλο το μέλλον δικό του – και το ανάλογο αστραφτερό χαμόγελο. Κι όμως.. όλα αυτά είναι μία βιτρίνα. Στην πραγματικότητα ο πατέρας δεν είναι παρά ο βάναυσος αρχηγός μιας συμμορίας κακοποιών που απαρτίζεται από τη σύζυγό και τα παιδιά του. Απαγάγουν και αιχμαλωτίζουν μέσα στο ίδιο τους το σπίτι νέους και πλούσιους ανθρώπους. Και βγάζουν λεφτά μαζεύοντας λύτρα. Θα μπορέσουν όμως ποτέ να... λυτρωθούν από τον ίδιο τους τον εαυτό;
Η άποψή μας: Μην πάτε μακριά. Οι αναλογίες Αργεντινής – Ελλάδας είναι κάτι παραπάνω από φανερές. Οι δωσίλογοι και οι συνεργάτες των Γερμανών στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και οι υποστηρικτές της χούντας των συνταγματαρχών έπιασαν όλα τα καλά τα πόστα στη δημοκρατική Ελλάδα! Είναι απίστευτο, έτσι; Αντί να τιμωρηθούν για την αντιδημοκρατική τους στάση... επιβραβεύτηκαν! Κινούμενοι σε σκοτεινές ατραπούς, γνωρίζοντας πρόσωπα και πράγματα, συνηθισμένοι στην κάθε βρωμιά, ήταν χρήσιμοι για το σύστημα. Τόσο απλά. Και στελέχωσαν τον κρατικό μηχανισμό. Είτε ως έμμισθοι ρουφιάνοι είτε ως στελέχη στρατού και αστυνομίας είτε βολεμένοι ως δάσκαλοι κι άλλα τινά (θυμηθείτε και τη γερμανική ταινία «Ο λαβύρινθος της σιωπής» που είδαμε στην τρέχουσα κινηματογραφική σεζόν). Κι εδώ, όμως, υπήρχε ένα... πρόβλημα! Οι συνεργάτες της χούντας (ένθεν και ένθεν) ήταν... πολλοί! Οπότε, δεν μπορούσαν να βολευτούν όλοι! Επομένως, κάποιοι έπρεπε να αξιοποιήσουν τα... ταλέντα τους με διαφορετικό τρόπο.
Όπως ο Αρχιμήδης Πούτσιο της ταινίας. Η δουλειά του επί χούντας ήταν να βοηθάει τις μυστικές υπηρεσίες να «εξαφανίζουν» αντιφρονούντες. Στα έξι χρόνια της δικτατορίας του Βιντέλα «εξαφανίστηκαν» πάνω από 30 χιλιάδες Αργεντινοί. Ναι, αλλά μόλις έπεσε η χούντα, ο Αρχιμήδης έχασε τη δουλειά του. Και τα φιλαράκια του δεν μπορούσαν να τον βοηθήσουν άμεσα. Είχε έναν φούρνο – μαγειρειό, αλλά αυτό δεν έφτανε για τα σχέδιά του να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον στην οικογένειά του. Και την είχε και... μεγάλη: τρία αγόρια και δύο κορίτσια! Οπότε, παλιά του τέχνη κόσκινο: έκανε αυτό που έκανε επί χούντας. Με τη βοήθεια δύο συνεργατών του και χρησιμοποιώντας και τον Άλεξ, τον μεγαλύτερο γιο του, άρπαζε πλούσιος γνωστούς του και γείτονές του, ζητούσε λύτρα κι όταν τα έπαιρνε, αντί να απελευθερώνει τα θύματά του, τα δολοφονούσε. Κι όλα αυτά με την ανοχή της αστυνομίας (ενός κομματιού της, που απαρτίζονταν από παλιούς συνεργάτες του Πούτσιο). Οπότε, η οικογένειά του ζούσε ζωή χαρισάμενη.
Ζωή χτισμένη πάνω στα πτώματα ανθρώπων. Που, μέχρι να εκτελεστούν, ζούσαν φυλακισμένοι στο σπίτι των Πούτσιο! Και οι κραυγές τους και οι οδυρμοί τους ακουγόταν από όλους όσοι ζούσαν μέσα στο σπίτι. Ο πιτσιρίκος γιος δεν άντεξε και έφυγε. Η μικρή κόρη επίσης ένιωθε να ασφυκτιά. Παράξενο που οι μόνοι οι οποίοι έδειξαν ενός είδους αντίσταση ήταν οι πιο μικροί σε ηλικία, έτσι; Από την άλλη, καθόλου παράξενο δεν ήταν πως ο Πούτσιο, εκεί που εξαφάνιζε πολιτικούς αντιφρονούντες άρχισε να απομυζά χρήματα από πλούσιους και πετυχημένους, ανθρώπους που έβγαλαν λεφτά από την χούντα, κατά μία έννοια συντρόφους του! Στον καπιταλισμό και τον νεοφιλελευθερισμό όλοι είναι αναλώσιμοι! Και ποιους να εξαφάνιζε για να βγάλει χρήματα; Τους φτωχούς; Μουάχαχαχαχα. Ο μεγάλος γιος συνήθισε και δεν ένιωθε τίποτε πια, κυριαρχημένος απόλυτα από τον πατέρα του. Ο μεσαίος γιος επέστρεψε από την Αυστραλία με προτροπή του Άλεξ, για να βοηθήσει την... οικογενειακή επιχείρηση! Και η μεγάλη κόρη το έβλεπε εντελώς φυσιολογικά το όλον: ο μπαμπάς δουλεύει για το καλό της οικογένειας! Βέβαια, όταν το... κακό παράγινε κι έπρεπε να σταματήσει η δράση της οικογένειας, κανένας δεν παραδέχτηκε τη συμμετοχή του στην εγκληματική οργάνωση! Κανένας!
Δείτε το τώρα σε μεγαλύτερη εικόνα. Για την κοινωνία μας. Αποποιούμαστε το ρόλο μας στο έγκλημα που συντελείται καθημερινά, με τη σιωπή και τη συνενοχή μας! Ο Trapero παίζει με πολλά κοντινά, με σχεδόν τηλεοπτικούς κανόνες, για να μας κάνει να ασφυκτιούμε, να νιώθουμε ότι δεν υπάρχει διαφυγή. Να νιώθουμε εγκλωβισμένοι. Η χρήση ροκ επιτυχιών της εποχής λειτουργεί έξυπνα και ουσιαστικά: και η εποχή περιγράφεται αλλά λειτουργούν και ως αντίστιξη με τη βία. Δυνατή ταινία, που αξίζει την προσοχή μας.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 16 Ιουνίου 2016 από την Seven / Spentzos
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική