του Joachim Lafosse. Με τους Vincent Lindon, Louise Bourgoin, Valérie Donzelli, Reda Kateb, Bintou Rimtobaye, Jean-Henri Compère, Philippe Rebbot, Luc Van Grunderbeeck
Move For Kids of a lesser God...
του zerVo (@moviesltd)
Σε αντίθεση με κάποιες χώρες της Γης, που ορίζουν το βασίλειο της διαφθοράς και αποτελούν πολλάκις πλυντήριο παράνομου χρήματος - δεν αναφέρω ποιες, γιατί είναι προφανές πως μαζί με τα ξερά καίγονται συνάμα και τα χλωρά, που παρέχουν εξαίρετη εργασία - στις πιο προοδευμένες και ενάρετες γωνιές του Πλανήτη οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, παράγουν τέτοιο έργο, που θα ζήλευαν ακόμη και οι Επίσημοι φορείς, οι Governmental, που λένε. Δεν είναι τυχαίο που σε χώρες με έντονα κοινωνικά προβλήματα, όπως η Ινδία, δραστηριοποιούνται περισσότερες από 2 εκατομμύρια N.G.O. στοχεύοντας μέσα από τον εθελοντισμό και την αγνή πρόθεση των μελών τους, στην βελτίωση των συνθηκών και της ποιότητας ζωής, ανθρώπων πάμφτωχων, εξαθλιωμένων, υποβαθμισμένων.
Είναι η πρώτη φορά που η νεοσύστατη, μη κυβερνητική οργάνωση, Move For Kids, αναλαμβάνει ένα τόσο μεγάλο ρίσκο, εκτός των συνόρων της Γαλλίας, όπου και εδρεύει. Κάτω από τις εντολές του αρχηγού της αποστολής, Ζακ Αρνό, τα περίπου μια ντουζίνα μέλη της, θα κληθούν σε διάστημα τριάντα ημερών, να μαζέψουν από την περιφέρεια του αφρικάνικου κράτους, που μαστίζεται από τον Εμφύλιο Πόλεμο, όσο το δυνατόν περισσότερα ορφανά παιδιά, ώστε να τα πάρουν μαζί τους, πίσω στην πατρίδα, χαρίζοντας τους ένα αισιόδοξο μέλλον, σε νέες, ανάδοχες φαμίλιες. Ο στόχος της Κίνησης για τα Παιδιά, κάνει λόγο για περισυλλογή δέκα άμοιρων παιδιών ημερησίως, άρα το όριο αγγίζει τα τριακόσια. Από την πρώτη κιόλας στιγμή, στο σκονισμένο πλην ασφαλές, σιμά στις δυνάμεις των Κυανόκρανων, καμπ, τα προβλήματα θα είναι τόσο αξεπέραστα, που ο τελικός αριθμός, θα αρχίσει να μειώνεται δραματικά.
Εμπόδια όλων των λογιών, που δεν είναι δυνατόν να υπερκεράσει, όχι απλά η δύναμη του χρήματος, που αν μη τι άλλο υπάρχει ζεστό και μετρητό στην τσέπη του Ζακ, αλλά ούτε καν η κοινή λογική της Σωτηρίας των αθώων εκείνων ψυχών, που ένας κάποιος Θεός τιμώρησε στέλνοντας τις μοίρες τους στο μέσον της εμπόλεμης ζώνης. Καλοπληρωμένα λαμόγια - μεσάζοντες, που δίνουν υποσχέσεις, βάζοντας ταυτόχρονα συνεχείς τρικλοποδιές στο όλο πλάνο, προύχοντες και σεβάσμιοι γέροντες των φτωχικών και σκονισμένων χωριών, που ενώ έχουν τσεπώσει αμοιβή, προσποιούνται πως δεν εντοπίζουν ορφανά στις φυλές τους, πανίσχυρες διεθνείς στρατιωτικές δυνάμεις, που δεν κουνούν καν το μικρό τους δακτυλάκι, για να διευκολύνουν τους volunteers.
Αντιξοότητες όμως που δεν είναι οι σημαντικότερες εξ αυτών που θα συναντήσουν στο διάβα τους οι εκπρόσωποι της ΜΚΟ, μιας και από το πρώτο κιόλας δευτερόλεπτο που θα πατήσουν το πόδι τους στην Μαύρη Ήπειρο, είναι ηλίου φαεινότερο πως το πλάνο τους, νομικά, δεν στέκει από όπου κι αν το κοιτάξει κανείς. Τρύπες και μπαλώματα στην νομοθεσία, που αυτομάτως τους καθιστούν παρανόμους και μάλιστα αντιμέτωπους για διεθνή εγκλήματα, σε αντικατάσταση δηλαδή - τι ειρωνεία - της παρασημοφόρησης που θα έπρεπε να τους λάχει, για το ρίσκο να σώσουν παιδιά από την βέβαια καταστροφή. Το θέμα της ταινίας είναι παρμένο από τα πραγματικά περιστατικά, που αναστάτωσαν την διεθνή κοινή γνώμη, το 2007, όταν οι εκπρόσωποι της οργάνωσης Κιβωτός της Ζωής, συνελήφθησαν στο μονίμως μπαρουτιασμένο Τσαντ, με την κατηγορία της...εμπορίας βρεφών, προς τέρψην των ευπόρων άτεκνων οικογενειών που τα ανέμεναν, έχοντας πληρώσει περιουσίες.
Η κάμερα του σκηνοθέτη, στο Les Chevaliers Blancs, σαφώς και παίρνει θέση υπερασπιζόμενη την Οργάνωση, που βεβαίως δεν έκανε σωστά την δουλειά της, μη φροντίζοντας να καλύψει τα νώτα της, έχοντας αμέτρητες εκκρεμότητες με τον Νόμο. Και μάλιστα αφαιρεί πάνω από τις κεφαλές των εθελοντών, που ένας ένας σιγά θα λακίσουν, αντιλαμβανόμενοι την ζημιά που τους καρτερεί, την όποια συννεφιασμένη και μουντή Δαμόκλειο σπάθη, με μια και μόνο σκηνή, εκείνη της - εκ του μακρόθεν και μέσω ασυρμάτου - διανομής των ορφανών στους υποψήφιους γονείς, που μόνο δάκρυα μπορεί να μοιράσει, στην αγαλλίαση που θα νιώσουν άπαντες, πως όλα βαίνουν καλώς. Μολονότι δεν υπάρχει ούτε ένας θεατής στην πλατεία, που να νιώθει το ίδιο ακριβώς αισιόδοξο συναίσθημα και - ακόμη κι αν δεν γνωρίζει την έκβαση του εγχειρήματος - να μην πιστεύει πως από ώρα σε ώρα, θα λάβει χώρα το άσχημο τέλος.
Ο Joachim Lafosse είναι και ο πρώτος μάστορας στο κτίσιμο κινηματογραφικών ιστοριών τέτοιων που βασιζόμενες σε πραγματικές, ανατριχιαστικές, περιπτώσεις, να προκαλούν τον αβάσταχτο πόνο σε όσους τις παρακολουθούν, αν φέρω κατά νου, την πιο πρόσφατη, εξίσου συνταρακτική του δουλειά, στο A Perdre La Raison. Σιγανό τέμπο και εναλλαγές στην χρήση της κάμερας από σταθερή, σε κινούμενη για να βγάλει πιο ντοκιμαντερίστικο παλμό, που με σταθερά βήματα ανεβάζουν τους ρυθμούς, ίσαμε το φινάλε, που η αφήγηση παίρνει ολοκληρωτικά σχήμα θρίλερ, είναι από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της δουλειά του Γάλλου.
Ακόμη θετικότερο δεδομένο εδώ, η διανομή, που μοιράζεται ακόμη και σε δευτερεύοντες, ρόλους, σε πρόσωπα ιδιαίτερα γνώριμα για όσους ασχολούνται με το Φραντσέζικο σινεμά. Αρχής γενομένης από τον πάντοτε εξαιρετικό, εκφραστικό και υπέρ το δέον αληθινό Vincent Lindon, που για ακόμη μια φορά προσφέρει ερμηνεία παγκοσμίου βεληνεκούς, υποδυόμενος τον αγέρωχο (?) τσιφ της ομάδος, που θα κάνει οτιδήποτε περνά από το χέρι του, ώστε να σώσει ακόμη και ένα παιδάκι από την τραγωδία. Παρότι το καστ περιέχει ονόματα βεληνεκούς των Reda Kateb, Louise Bourgoin, Valerie Donzelli, οι περιφερειακοί χαρακτήρες, δεν είναι εξίσου άριστα ζωγραφισμένοι, εκπροσωπώντας ο καθείς κι ένα κομμάτι της σαθρών κρίκων αλυσίδας: Τους γιατρούς, τους νοσοκόμους, τους διαμεσολαβητές, τους ρεπόρτερ, τους στρατιωτικούς. Όπως βλέπεις, οι Κυβερνητικοί, λάμπουν δια της απουσίας τους. Από την άλλη μεριά όμως, αν και εφόσον δήλωναν παρόντες, μάλλον δεν θα είχαμε φτάσει σε ετούτο το σημείο, να αναλαμβάνουν να βγάλουν τα κάστανα από την φωτιά, απλοί πολίτες, παρακινούμενοι, ουμανιστικά, από το καθημερινό δράμα που βιώνουν εκατομμύρια δύσμοιρα παιδάκια στον Τρίτο Κόσμο...
Εμπόδια όλων των λογιών, που δεν είναι δυνατόν να υπερκεράσει, όχι απλά η δύναμη του χρήματος, που αν μη τι άλλο υπάρχει ζεστό και μετρητό στην τσέπη του Ζακ, αλλά ούτε καν η κοινή λογική της Σωτηρίας των αθώων εκείνων ψυχών, που ένας κάποιος Θεός τιμώρησε στέλνοντας τις μοίρες τους στο μέσον της εμπόλεμης ζώνης. Καλοπληρωμένα λαμόγια - μεσάζοντες, που δίνουν υποσχέσεις, βάζοντας ταυτόχρονα συνεχείς τρικλοποδιές στο όλο πλάνο, προύχοντες και σεβάσμιοι γέροντες των φτωχικών και σκονισμένων χωριών, που ενώ έχουν τσεπώσει αμοιβή, προσποιούνται πως δεν εντοπίζουν ορφανά στις φυλές τους, πανίσχυρες διεθνείς στρατιωτικές δυνάμεις, που δεν κουνούν καν το μικρό τους δακτυλάκι, για να διευκολύνουν τους volunteers.
Αντιξοότητες όμως που δεν είναι οι σημαντικότερες εξ αυτών που θα συναντήσουν στο διάβα τους οι εκπρόσωποι της ΜΚΟ, μιας και από το πρώτο κιόλας δευτερόλεπτο που θα πατήσουν το πόδι τους στην Μαύρη Ήπειρο, είναι ηλίου φαεινότερο πως το πλάνο τους, νομικά, δεν στέκει από όπου κι αν το κοιτάξει κανείς. Τρύπες και μπαλώματα στην νομοθεσία, που αυτομάτως τους καθιστούν παρανόμους και μάλιστα αντιμέτωπους για διεθνή εγκλήματα, σε αντικατάσταση δηλαδή - τι ειρωνεία - της παρασημοφόρησης που θα έπρεπε να τους λάχει, για το ρίσκο να σώσουν παιδιά από την βέβαια καταστροφή. Το θέμα της ταινίας είναι παρμένο από τα πραγματικά περιστατικά, που αναστάτωσαν την διεθνή κοινή γνώμη, το 2007, όταν οι εκπρόσωποι της οργάνωσης Κιβωτός της Ζωής, συνελήφθησαν στο μονίμως μπαρουτιασμένο Τσαντ, με την κατηγορία της...εμπορίας βρεφών, προς τέρψην των ευπόρων άτεκνων οικογενειών που τα ανέμεναν, έχοντας πληρώσει περιουσίες.
Η κάμερα του σκηνοθέτη, στο Les Chevaliers Blancs, σαφώς και παίρνει θέση υπερασπιζόμενη την Οργάνωση, που βεβαίως δεν έκανε σωστά την δουλειά της, μη φροντίζοντας να καλύψει τα νώτα της, έχοντας αμέτρητες εκκρεμότητες με τον Νόμο. Και μάλιστα αφαιρεί πάνω από τις κεφαλές των εθελοντών, που ένας ένας σιγά θα λακίσουν, αντιλαμβανόμενοι την ζημιά που τους καρτερεί, την όποια συννεφιασμένη και μουντή Δαμόκλειο σπάθη, με μια και μόνο σκηνή, εκείνη της - εκ του μακρόθεν και μέσω ασυρμάτου - διανομής των ορφανών στους υποψήφιους γονείς, που μόνο δάκρυα μπορεί να μοιράσει, στην αγαλλίαση που θα νιώσουν άπαντες, πως όλα βαίνουν καλώς. Μολονότι δεν υπάρχει ούτε ένας θεατής στην πλατεία, που να νιώθει το ίδιο ακριβώς αισιόδοξο συναίσθημα και - ακόμη κι αν δεν γνωρίζει την έκβαση του εγχειρήματος - να μην πιστεύει πως από ώρα σε ώρα, θα λάβει χώρα το άσχημο τέλος.
Ο Joachim Lafosse είναι και ο πρώτος μάστορας στο κτίσιμο κινηματογραφικών ιστοριών τέτοιων που βασιζόμενες σε πραγματικές, ανατριχιαστικές, περιπτώσεις, να προκαλούν τον αβάσταχτο πόνο σε όσους τις παρακολουθούν, αν φέρω κατά νου, την πιο πρόσφατη, εξίσου συνταρακτική του δουλειά, στο A Perdre La Raison. Σιγανό τέμπο και εναλλαγές στην χρήση της κάμερας από σταθερή, σε κινούμενη για να βγάλει πιο ντοκιμαντερίστικο παλμό, που με σταθερά βήματα ανεβάζουν τους ρυθμούς, ίσαμε το φινάλε, που η αφήγηση παίρνει ολοκληρωτικά σχήμα θρίλερ, είναι από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της δουλειά του Γάλλου.
Ακόμη θετικότερο δεδομένο εδώ, η διανομή, που μοιράζεται ακόμη και σε δευτερεύοντες, ρόλους, σε πρόσωπα ιδιαίτερα γνώριμα για όσους ασχολούνται με το Φραντσέζικο σινεμά. Αρχής γενομένης από τον πάντοτε εξαιρετικό, εκφραστικό και υπέρ το δέον αληθινό Vincent Lindon, που για ακόμη μια φορά προσφέρει ερμηνεία παγκοσμίου βεληνεκούς, υποδυόμενος τον αγέρωχο (?) τσιφ της ομάδος, που θα κάνει οτιδήποτε περνά από το χέρι του, ώστε να σώσει ακόμη και ένα παιδάκι από την τραγωδία. Παρότι το καστ περιέχει ονόματα βεληνεκούς των Reda Kateb, Louise Bourgoin, Valerie Donzelli, οι περιφερειακοί χαρακτήρες, δεν είναι εξίσου άριστα ζωγραφισμένοι, εκπροσωπώντας ο καθείς κι ένα κομμάτι της σαθρών κρίκων αλυσίδας: Τους γιατρούς, τους νοσοκόμους, τους διαμεσολαβητές, τους ρεπόρτερ, τους στρατιωτικούς. Όπως βλέπεις, οι Κυβερνητικοί, λάμπουν δια της απουσίας τους. Από την άλλη μεριά όμως, αν και εφόσον δήλωναν παρόντες, μάλλον δεν θα είχαμε φτάσει σε ετούτο το σημείο, να αναλαμβάνουν να βγάλουν τα κάστανα από την φωτιά, απλοί πολίτες, παρακινούμενοι, ουμανιστικά, από το καθημερινό δράμα που βιώνουν εκατομμύρια δύσμοιρα παιδάκια στον Τρίτο Κόσμο...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Μαΐου 2016 από την One From The Heart
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική