του Κωνσταντίνου Γιάνναρη. Με τους Κωνσταντίνο Ελματζίογλου, Δάφνη Ιωακειμίδου-Πατακιά, Κώστα Νικούλι, Άγγελο Τζέγια, Φαμπρίτσιο Μούτσο, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Γιούλη Τσαγκαράκη, Ράνια Σχίζα, Λεφέβρ Ζουλί, Γιάννη Τσορτέκη, Αρμάνδο Νταούτ, Μαρλέν Καμίνσκι, Άντριαν Φίλινγκ
Ένας σκηνοθέτης. Σε ελεύθερη πτώση.
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
"Κι όλα αυτά που θέλω ν' αγαπάω δε μ' ανατριχιάζουν πια"
Σαν να έχει πάθει... αμνησία ο (κάποτε) αγαπημένος σκηνοθέτης, Κωνσταντίνος Γιάνναρης. Σαν να μην μπόρεσε ποτέ να συνέλθει μετά από το ναυάγιο της προηγούμενης ταινίας του, "Άνθρωπος στη θάλασσα", που την είδαμε και έτσι και αλλιώς. Σαν να συνεχίζει να πιστεύει πως δεν πέρασε ούτε μια μέρα από το «Από την άκρη της πόλης» - κι όμως, έχουν περάσει 18 ολόκληρα χρόνια: τότε μπορεί να ήξερε τι σήμαινε περιθώριο, τώρα μάλλον μόνο νομίζει πως ξέρει τι σημαίνει. Σαν το περίφημο κωλοδάχτυλο και το fuck off στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, 18 χρόνια πριν, να του...επιστρέφονται από τον ίδιο του τον εαυτό!
Έκτη μεγάλου μήκους ταινία στη φιλμογραφία ενός από τους καλύτερους Έλληνες σκηνοθέτες. Και μακράν η χειρότερή του. Τόσο ταλέντο χυμένο σε τσάμπα πρόκληση. Κρίμα. Μια ταινία που θα ονομαζόταν «Καλασνίκοφ» και τελικά δανείστηκε τον τίτλο της από το ομώνυμο θεατρικό του Φρανκ Βέντεκιντ. Μια ταινία που ακόμα και η αφίσα της είναι παράδειγμα προς αποφυγίν. Μια ταινία που, πάντως, γιατί να το κρύψομεν άλλωστε, κέρδισε το βραβείο κοινού για ελληνική παραγωγή στο περασμένο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Η υπόθεση: Πέντε έφηβοι συλλαμβάνονται από την αστυνομία και ανακρίνονται. Η Ιωάννα, ο Αλέξανδρος, ο Χρήστος, ο Ερμίρ και ο μικρότερος όλων, ο Άρης. Πέντε πιτσιρικάδες σε μια φθίνουσα πόλη, όπου τα πάντα καταρρέουν μέσα στην οικονομική και κοινωνική κρίση. They did a very bad thing, που λέει και το τραγούδι. Ποια η μεταξύ τους σχέση; Ποιο το έγκλημά τους; Πώς και γιατί έφτασαν σ' αυτό; Ποιος φταίει; Ποιος λέει την αλήθεια; Και πως αντιμετωπίζουν την κατάσταση οι ευρισκόμενοι σε παντελή άγνοια γονείς τους;
Η άποψή μας: Αν ήθελε να ηθικολογήσει ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης θα μπορούσε πολύ απλά αντί για τους «Δαιμονισμένους» του Ντοστογιέφσκι να χρησιμοποιήσει ως αναφορά το πλέον γνωστό έργο του Ρώσου δημιουργού: «Έγκλημα και τιμωρία». Προς τιμήν του, δεν το κάνει. Αυτό, όμως, δεν σώζει την ταινία του από την αποτυχία. Αποτυχία καλλιτεχνική, έτσι, να εξηγηθούμε για να μην παρεξηγηθούμε.
Ο Γιάνναρης καταγράφει μια γενιά παιδιών που βιώνει την κρίση στο πετσί της, χωρίς να μπορεί να πει πως έχει γνωρίσει «παλιές, καλές ημέρες». Όλα μαύρα κι άραχλα λοιπόν. Οπότε, αντίδραση. Ναι, αλλά πως αντιδράμε; Με κλοπές. Με έρωτα. Με ντραγκς. Με καταλήψεις. Με δολοφονίες... Το... φάουλ (το επαναλαμβάνουμε κι εδώ) είναι πως από την εποχή του «Από την άκρη της πόλης» έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια! Κι αν εκεί ένας νέος σκηνοθέτης εδικαιούτο να περιγράφει την κατάσταση «από μέσα», 20 χρόνια μετά το να θεωρεί ότι κάνει το ίδιο κάτι σημαίνει, έτσι;
Το ελληνικό «Kids» λοιπόν! Που έγινε... κιτς! Με λίγη σχετικά πρόκληση εδώ (γλυφομούνια, αυνανισμοί, πούτσοι, τα γνωστά), με μια αισθητική επιλογή που δεν δικαιώνεται πάντα (μιλώ για τα παγωμένα stills), με έξυπνη χρήση της αφήγησης ως υποκειμενικό μέσο που χρησιμοποιείται κατά το δοκούν. Εδώ έχουμε κι έναν όμορφο παραλληλισμό με το ίδιο το σινεμά, έτσι; «Truth is in the eye of the beholder». Μία ιστορία και την ακούμε από πέντε διαφορετικούς αφηγητές. Όλο και κάτι θα αλλάξουν. Όλο και κάτι θα αποκρύψουν. Και ναι, θα πουν ψέματα. Όπως (σ)το σινεμά! Αυτό ναι, ωραίο, έξυπνο, λειτουργικό: δεν είναι αυτή μία ταινία την οποία θα απορρίψουμε συλλήβδην. Κι εν πάση περιπτώσει, όλα να τα συγχωρήσουμε (αν χρειάζονται συγχώρεση).
Αυτό το άθλιο αποτέλεσμα στις ερμηνείες όμως δεν καταπίνεται με τίποτε! Δεν ξέρω αν είναι θέμα μόνον της θεατρικής παιδείας των περισσότερων ηθοποιών μας ή αν αποτελεί αδυναμία του σκηνοθέτη να εκμαιεύσει κινηματογραφικές ερμηνείες, αλλά ήμαρτον! Η πρωταγωνίστρια, η Δάφνη Πατακιά, είναι μια κοπέλα να την πιεις στο ποτήρι. Εντελώς κινηματογραφική φάτσα, αισθαντικό κορμί, ζυμάρι προς πλάσιμο. Ε, καμία ατάκα της, κανένας διάλογος στον οποίο συμμετέχει δεν γίνεται πιστευτός! Καμία κουβέντα που ξεστομίζει ρε παιδάκι μου, τίποτε! Είναι ατρόμητη, εκτίθεται γενναιόδωρα στο φακό αλλά δεν έχει ούτε την σεναριακή ούτε την σκηνοθετική υποστήριξη που απαιτούνταν. Όταν κάποιος ηθοποιός βγάζει κάτι ψεύτικο (άντε, ας το πούμε «θεατρικό») επί της μεγάλης οθόνης, τότε ή δεν πιστεύει αυτά που λέει (του φαίνονται του ιδίου fake) είτε δεν καθοδηγείται κατά πως πρέπει από τον σκηνοθέτη οπότε προκύπτει στόμφος και φάουλ! Και όχι, στη συγκεκριμένη περίπτωση το ναϊφ δεν είναι το ύφος επιλογής. Το ίδιο ισχύει για όλους τους ηθοποιούς, μικρούς και μεγάλους που συμμετέχουν στην ταινία – απλά χρησιμοποιήσαμε την Δάφνη Πατακιά ως πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Η οποία μια χαρά ηθοποιός είναι – το απέδειξε σε πολύ μικρότερο ρόλο στο πρόσφατο «Interruption» του Γιώργου Ζώη. Ωραία τα one liners τύπου «ο Θεός έπλασε τους ανθρώπους, ο Κολτ τους έκανε ίσους» αλλά δεν αρκούν. Αυτό δεν είναι Το ξύπνημα της άνοιξης. Είναι βαθιά χειμερία νάρκη. Την... πάτησε ο Γιάνναρης.
Η υπόθεση: Πέντε έφηβοι συλλαμβάνονται από την αστυνομία και ανακρίνονται. Η Ιωάννα, ο Αλέξανδρος, ο Χρήστος, ο Ερμίρ και ο μικρότερος όλων, ο Άρης. Πέντε πιτσιρικάδες σε μια φθίνουσα πόλη, όπου τα πάντα καταρρέουν μέσα στην οικονομική και κοινωνική κρίση. They did a very bad thing, που λέει και το τραγούδι. Ποια η μεταξύ τους σχέση; Ποιο το έγκλημά τους; Πώς και γιατί έφτασαν σ' αυτό; Ποιος φταίει; Ποιος λέει την αλήθεια; Και πως αντιμετωπίζουν την κατάσταση οι ευρισκόμενοι σε παντελή άγνοια γονείς τους;
Η άποψή μας: Αν ήθελε να ηθικολογήσει ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης θα μπορούσε πολύ απλά αντί για τους «Δαιμονισμένους» του Ντοστογιέφσκι να χρησιμοποιήσει ως αναφορά το πλέον γνωστό έργο του Ρώσου δημιουργού: «Έγκλημα και τιμωρία». Προς τιμήν του, δεν το κάνει. Αυτό, όμως, δεν σώζει την ταινία του από την αποτυχία. Αποτυχία καλλιτεχνική, έτσι, να εξηγηθούμε για να μην παρεξηγηθούμε.
Ο Γιάνναρης καταγράφει μια γενιά παιδιών που βιώνει την κρίση στο πετσί της, χωρίς να μπορεί να πει πως έχει γνωρίσει «παλιές, καλές ημέρες». Όλα μαύρα κι άραχλα λοιπόν. Οπότε, αντίδραση. Ναι, αλλά πως αντιδράμε; Με κλοπές. Με έρωτα. Με ντραγκς. Με καταλήψεις. Με δολοφονίες... Το... φάουλ (το επαναλαμβάνουμε κι εδώ) είναι πως από την εποχή του «Από την άκρη της πόλης» έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια! Κι αν εκεί ένας νέος σκηνοθέτης εδικαιούτο να περιγράφει την κατάσταση «από μέσα», 20 χρόνια μετά το να θεωρεί ότι κάνει το ίδιο κάτι σημαίνει, έτσι;
Το ελληνικό «Kids» λοιπόν! Που έγινε... κιτς! Με λίγη σχετικά πρόκληση εδώ (γλυφομούνια, αυνανισμοί, πούτσοι, τα γνωστά), με μια αισθητική επιλογή που δεν δικαιώνεται πάντα (μιλώ για τα παγωμένα stills), με έξυπνη χρήση της αφήγησης ως υποκειμενικό μέσο που χρησιμοποιείται κατά το δοκούν. Εδώ έχουμε κι έναν όμορφο παραλληλισμό με το ίδιο το σινεμά, έτσι; «Truth is in the eye of the beholder». Μία ιστορία και την ακούμε από πέντε διαφορετικούς αφηγητές. Όλο και κάτι θα αλλάξουν. Όλο και κάτι θα αποκρύψουν. Και ναι, θα πουν ψέματα. Όπως (σ)το σινεμά! Αυτό ναι, ωραίο, έξυπνο, λειτουργικό: δεν είναι αυτή μία ταινία την οποία θα απορρίψουμε συλλήβδην. Κι εν πάση περιπτώσει, όλα να τα συγχωρήσουμε (αν χρειάζονται συγχώρεση).
Αυτό το άθλιο αποτέλεσμα στις ερμηνείες όμως δεν καταπίνεται με τίποτε! Δεν ξέρω αν είναι θέμα μόνον της θεατρικής παιδείας των περισσότερων ηθοποιών μας ή αν αποτελεί αδυναμία του σκηνοθέτη να εκμαιεύσει κινηματογραφικές ερμηνείες, αλλά ήμαρτον! Η πρωταγωνίστρια, η Δάφνη Πατακιά, είναι μια κοπέλα να την πιεις στο ποτήρι. Εντελώς κινηματογραφική φάτσα, αισθαντικό κορμί, ζυμάρι προς πλάσιμο. Ε, καμία ατάκα της, κανένας διάλογος στον οποίο συμμετέχει δεν γίνεται πιστευτός! Καμία κουβέντα που ξεστομίζει ρε παιδάκι μου, τίποτε! Είναι ατρόμητη, εκτίθεται γενναιόδωρα στο φακό αλλά δεν έχει ούτε την σεναριακή ούτε την σκηνοθετική υποστήριξη που απαιτούνταν. Όταν κάποιος ηθοποιός βγάζει κάτι ψεύτικο (άντε, ας το πούμε «θεατρικό») επί της μεγάλης οθόνης, τότε ή δεν πιστεύει αυτά που λέει (του φαίνονται του ιδίου fake) είτε δεν καθοδηγείται κατά πως πρέπει από τον σκηνοθέτη οπότε προκύπτει στόμφος και φάουλ! Και όχι, στη συγκεκριμένη περίπτωση το ναϊφ δεν είναι το ύφος επιλογής. Το ίδιο ισχύει για όλους τους ηθοποιούς, μικρούς και μεγάλους που συμμετέχουν στην ταινία – απλά χρησιμοποιήσαμε την Δάφνη Πατακιά ως πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Η οποία μια χαρά ηθοποιός είναι – το απέδειξε σε πολύ μικρότερο ρόλο στο πρόσφατο «Interruption» του Γιώργου Ζώη. Ωραία τα one liners τύπου «ο Θεός έπλασε τους ανθρώπους, ο Κολτ τους έκανε ίσους» αλλά δεν αρκούν. Αυτό δεν είναι Το ξύπνημα της άνοιξης. Είναι βαθιά χειμερία νάρκη. Την... πάτησε ο Γιάνναρης.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 25 Φεβρουαρίου 2016 από την Odeon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική