του László Nemes. Με τους Geza Rohrig, Levente Molnar, Urs Rechn, Todd Charmont, Sandor Zsoter, Marcin Czarnik, Jerzy Walczak, Uwe Lauer, Christian Harting, Kamil Dobrowlski, Amitai Kedar, Istvan Pion
Έχε το νου σου στο παιδί...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Γενοκτονίας το ανάγνωσμα
Οι ταινίες με θέμα το Ολοκαύτωμα έχουν δημιουργήσει ουσιαστικά ένα δικό τους κινηματογραφικό (υπο)είδος. Κι όπως σε όλα τα κινηματογραφικά είδη, έτσι και στο συγκεκριμένο υπάρχουν καλές και κακές ταινίες. Υπάρχουν ταινίες που εκμεταλλεύονται το Ολοκαύτωμα για να παρουσιάσουν τη φρίκη σαν...πορνό ένα πράγμα και υπάρχουν ταινίες που αυτό που αφηγούνται είναι απλά συγκλονιστικό. Τους ενδιαφέρει να αφηγηθούν μια ιστορία, να δείξουν τη φρίκη αλλά να μην εγκλωβιστούν σ' αυτήν, να μην μείνουν σ' αυτήν, να μην την κάνουν «αξιοθέατο».
Το Son Of Saul είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο 38χρονος László Nemes. Ήταν βοηθός του Béla Tarr στην ταινία του τελευταίου «Ο άνθρωπος από το Λονδίνο» (2007). «Ο γιος του Σαούλ» έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών, κερδίζοντας το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής και το βραβείο της FIPRESCI. Για να δούμε πόσοι θα τη δουν στη χώρα μας. Στην προβολή της πάντως στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης η αίθουσα ήταν κατάμεστη και οι εντυπώσεις ήταν σίγουρα θετικές.
Η υπόθεση: Οκτώβριος 1944, στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς - Μπίρκεναου. Ο Ούγγρος Σαούλ Άουσλεντερ (σημείωση: Άουσλεντερ στα γερμανικά σημαίνει «αλλοδαπός») είναι μέλος της Ζόντερκομάντο, μιας ομάδας Εβραίων φυλακισμένων δηλαδή, διαλεγμένων από τους Ναζί προκειμένου να τους «βοηθήσουν» στα κρεματόρια στην εξολόθρευση των ομόθρησκών τους. Τα μέλη της Ζόντερκομάντο μετά από κάποιους μήνες «θητείας» οδηγούνταν με τη σειρά τους στα κρεματόρια για να πάρουν άλλοι Εβραίοι τη θέση τους κτλ, κτλ. Μια μέρα, καθώς εργάζεται σ’ ένα από τα κρεματόρια, ο Σαούλ ανακαλύπτει ένα παιδί που κατορθώνει να επιβιώσει από τα θανατηφόρα αέρια, για να θανατωθεί αργότερα από έναν γιατρό μπροστά στα ίδια του τα μάτια. Εκείνο το παιδί είναι ο γιος του Σαούλ – έτσι υποστηρίζει τουλάχιστον ο ίδιος. Κι ενώ τα ηγετικά μέλη της Ζόντερκομαντο καταστρώνουν σχέδια για εξέγερση και δραπέτευση, ο Σαούλ αποφασίζει να εκτελέσει ένα απίθανο σχέδιο: να σώσει το σώμα του παιδιού από τις φλόγες, να βρει έναν ραβίνο για να πει την Καντίς - την επιμνημόσυνη προσευχή - και να θάψει το παιδί όπως του αρμόζει. Θα τα καταφέρει;
Η άποψή μας: Ο πόλεμος είναι μια φρίκη, όπως και να το δει κανείς. Το να γίνεσαι στόχος γενοκτονίας μεγαλώνει τη φρίκη. Το να παρατείνεις για λίγο καιρό τη ζωή σου συμμετέχοντας στην εφαρμογή της φρίκης, τη μεγιστοποιεί. Δεν το χωράει ανθρώπου νους: να οδηγείς συνανθρώπους σου στο θάνατο, καθώς εκείνοι δεν γνωρίζουν τι τους περιμένει ενώ εσύ ξέρεις. Να ψαχουλεύεις τα υπάρχοντά τους για να αρπάξεις κάποιο κόσμημα, χρήματα, ανταλλακτικές καπιταλιστικές αξίες. Να στοιβάζεις τα πτώματα, τα «κομμάτια» όπως τα αποκαλούν οι Ναζί, για να τα οδηγήσεις σε φούρνους. Να καίγονται άνθρωποι, δεκάδες άνθρωποι, εκατοντάδες άνθρωποι δίπλα σου κι εσύ να μην μπορείς να κάνεις τίποτε. Ίσα ίσα να έχεις συμμετάσχει κι εσύ χωρίς τη θέλησή σου στον αφανισμό τους. Να καθαρίζεις και να απολυμαίνεις τους χώρους της θηριωδίας. Κι όλο αυτό καθημερινά. Ρουτίνα! Από κάποια στιγμή και μετά απλά παύεις να αισθάνεσαι. Αποκόπτεσαι συναισθηματικά. Δεν σε παίρνει να σκέφτεσαι αυτό που γίνεται. Γιατί αν το σκεφτείς θα πεθάνεις από ντροπή. Θα πεθάνεις από αηδία.
Σε αυτό το πλαίσιο αναισθητοποίησης βρίσκεται ο Σαούλ. Κάνει τη «δουλειά» του μηχανικά, υπακούει σε εντολές, περιμένει να πεθάνει. «Είμαστε ήδη νεκροί» λέει κάποιος από τους συναδέλφους του στη Ζόντερκομάντο. Και ξαφνικά κάνει την εμφάνισή του το παιδί κι όλα αλλάζουν. Σαν να παίρνει νόημα η ζωή του Σαούλ. Σαν να θέλει να ξορκίσει αυτό που (του) συμβαίνει με την ταφή του παιδιού σύμφωνα με τη θρησκεία του. Το θεωρεί ηθική του υποχρέωση. Το μόνο ανθρώπινο που του έχει απομείνει είναι να θάψει αυτό το παιδί. Το παιδί του (;). Προκειμένου να το πετύχει δεν σταματάει πουθενά. Λέει ψέματα, συμμαχεί με τους εχθρούς, «πουλάει» τους δικούς του, παλεύει συνεχώς. Δεν θα ησυχάσει αν δεν πετύχει το στόχο του. Είναι η εμμονή του, ο λόγος ύπαρξής του: δεν τον ενδιαφέρει τίποτε πέρα από αυτό! Ο σκηνοθέτης όλο αυτό το παρουσιάζει με τον δέοντα τρόπο. Δεν υποκύπτει στους πειρασμούς του holocaust porn. Εκτός από τον κεντρικό ήρωα όλα είναι φλου: οι Γερμανοί, οι άλλοι κρατούμενοι, τα πτώματα. Μόνο ο Σαούλ συλλαμβάνεται από την κάμερα καθαρά, μόνο αυτός στο κέντρο της σκηνής. Αυτός και όσοι βρίσκονται γύρω του. Κατά πρόσωπο ή από πίσω, πλάτη. Με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια.
Δεν υπάρχει εύκολος εντυπωσιασμός - που λίγο απέχει από τη χυδαιότητα και την εκμετάλλευση του θέματος από τη μια. Και από την άλλη μπαίνουμε στη θέση του ήρωα (προφανώς δεν ταυτιζόμαστε μαζί του – δεν μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί του) και βιώνουμε την κλειστοφοβία, την απουσία προσανατολισμού, την ηθική παραζάλη, την σχεδόν αποκτήνωση. Σφιχτά πλάνα πάνω στον πρωταγωνιστή λοιπόν από τη μια και... ηχητικό χάος από την άλλη! Η ηχητική μπάντα της ταινίας είναι από μόνη της ένα αριστούργημα. Συνεχής κακοφωνία, ήχοι, φωνές, κραυγές, οιμωγές από παντού αλλά δεν είναι φανερό από πού ακριβώς! Ο σκηνοθέτης μας βάζει μέσα στο στρατόπεδο και το πετυχαίνει αριστουργηματικά. Ο Σαούλ λίγο πριν το τέλος θα χαμογελάσει – μοναδικό φως ελπίδας και θετικού συναισθήματος σε ολόκληρη την ταινία. Κι εκεί μπαίνει και ο απαραίτητος συμβολισμός. Τα παιδιά είναι η ελπίδα του κόσμου, σωστά; Μπορούν όμως, άθελά τους (;) να γίνουν και προπομποί φρίκης. Και προδότες. Οι ελπίδες διαψεύδονται. Όλα μάταια λοιπόν. Και ο κύκλος του αίματος μένει ανοιχτός αενάως.
Η υπόθεση: Οκτώβριος 1944, στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς - Μπίρκεναου. Ο Ούγγρος Σαούλ Άουσλεντερ (σημείωση: Άουσλεντερ στα γερμανικά σημαίνει «αλλοδαπός») είναι μέλος της Ζόντερκομάντο, μιας ομάδας Εβραίων φυλακισμένων δηλαδή, διαλεγμένων από τους Ναζί προκειμένου να τους «βοηθήσουν» στα κρεματόρια στην εξολόθρευση των ομόθρησκών τους. Τα μέλη της Ζόντερκομάντο μετά από κάποιους μήνες «θητείας» οδηγούνταν με τη σειρά τους στα κρεματόρια για να πάρουν άλλοι Εβραίοι τη θέση τους κτλ, κτλ. Μια μέρα, καθώς εργάζεται σ’ ένα από τα κρεματόρια, ο Σαούλ ανακαλύπτει ένα παιδί που κατορθώνει να επιβιώσει από τα θανατηφόρα αέρια, για να θανατωθεί αργότερα από έναν γιατρό μπροστά στα ίδια του τα μάτια. Εκείνο το παιδί είναι ο γιος του Σαούλ – έτσι υποστηρίζει τουλάχιστον ο ίδιος. Κι ενώ τα ηγετικά μέλη της Ζόντερκομαντο καταστρώνουν σχέδια για εξέγερση και δραπέτευση, ο Σαούλ αποφασίζει να εκτελέσει ένα απίθανο σχέδιο: να σώσει το σώμα του παιδιού από τις φλόγες, να βρει έναν ραβίνο για να πει την Καντίς - την επιμνημόσυνη προσευχή - και να θάψει το παιδί όπως του αρμόζει. Θα τα καταφέρει;
Η άποψή μας: Ο πόλεμος είναι μια φρίκη, όπως και να το δει κανείς. Το να γίνεσαι στόχος γενοκτονίας μεγαλώνει τη φρίκη. Το να παρατείνεις για λίγο καιρό τη ζωή σου συμμετέχοντας στην εφαρμογή της φρίκης, τη μεγιστοποιεί. Δεν το χωράει ανθρώπου νους: να οδηγείς συνανθρώπους σου στο θάνατο, καθώς εκείνοι δεν γνωρίζουν τι τους περιμένει ενώ εσύ ξέρεις. Να ψαχουλεύεις τα υπάρχοντά τους για να αρπάξεις κάποιο κόσμημα, χρήματα, ανταλλακτικές καπιταλιστικές αξίες. Να στοιβάζεις τα πτώματα, τα «κομμάτια» όπως τα αποκαλούν οι Ναζί, για να τα οδηγήσεις σε φούρνους. Να καίγονται άνθρωποι, δεκάδες άνθρωποι, εκατοντάδες άνθρωποι δίπλα σου κι εσύ να μην μπορείς να κάνεις τίποτε. Ίσα ίσα να έχεις συμμετάσχει κι εσύ χωρίς τη θέλησή σου στον αφανισμό τους. Να καθαρίζεις και να απολυμαίνεις τους χώρους της θηριωδίας. Κι όλο αυτό καθημερινά. Ρουτίνα! Από κάποια στιγμή και μετά απλά παύεις να αισθάνεσαι. Αποκόπτεσαι συναισθηματικά. Δεν σε παίρνει να σκέφτεσαι αυτό που γίνεται. Γιατί αν το σκεφτείς θα πεθάνεις από ντροπή. Θα πεθάνεις από αηδία.
Σε αυτό το πλαίσιο αναισθητοποίησης βρίσκεται ο Σαούλ. Κάνει τη «δουλειά» του μηχανικά, υπακούει σε εντολές, περιμένει να πεθάνει. «Είμαστε ήδη νεκροί» λέει κάποιος από τους συναδέλφους του στη Ζόντερκομάντο. Και ξαφνικά κάνει την εμφάνισή του το παιδί κι όλα αλλάζουν. Σαν να παίρνει νόημα η ζωή του Σαούλ. Σαν να θέλει να ξορκίσει αυτό που (του) συμβαίνει με την ταφή του παιδιού σύμφωνα με τη θρησκεία του. Το θεωρεί ηθική του υποχρέωση. Το μόνο ανθρώπινο που του έχει απομείνει είναι να θάψει αυτό το παιδί. Το παιδί του (;). Προκειμένου να το πετύχει δεν σταματάει πουθενά. Λέει ψέματα, συμμαχεί με τους εχθρούς, «πουλάει» τους δικούς του, παλεύει συνεχώς. Δεν θα ησυχάσει αν δεν πετύχει το στόχο του. Είναι η εμμονή του, ο λόγος ύπαρξής του: δεν τον ενδιαφέρει τίποτε πέρα από αυτό! Ο σκηνοθέτης όλο αυτό το παρουσιάζει με τον δέοντα τρόπο. Δεν υποκύπτει στους πειρασμούς του holocaust porn. Εκτός από τον κεντρικό ήρωα όλα είναι φλου: οι Γερμανοί, οι άλλοι κρατούμενοι, τα πτώματα. Μόνο ο Σαούλ συλλαμβάνεται από την κάμερα καθαρά, μόνο αυτός στο κέντρο της σκηνής. Αυτός και όσοι βρίσκονται γύρω του. Κατά πρόσωπο ή από πίσω, πλάτη. Με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια.
Δεν υπάρχει εύκολος εντυπωσιασμός - που λίγο απέχει από τη χυδαιότητα και την εκμετάλλευση του θέματος από τη μια. Και από την άλλη μπαίνουμε στη θέση του ήρωα (προφανώς δεν ταυτιζόμαστε μαζί του – δεν μπορούμε να ταυτιστούμε μαζί του) και βιώνουμε την κλειστοφοβία, την απουσία προσανατολισμού, την ηθική παραζάλη, την σχεδόν αποκτήνωση. Σφιχτά πλάνα πάνω στον πρωταγωνιστή λοιπόν από τη μια και... ηχητικό χάος από την άλλη! Η ηχητική μπάντα της ταινίας είναι από μόνη της ένα αριστούργημα. Συνεχής κακοφωνία, ήχοι, φωνές, κραυγές, οιμωγές από παντού αλλά δεν είναι φανερό από πού ακριβώς! Ο σκηνοθέτης μας βάζει μέσα στο στρατόπεδο και το πετυχαίνει αριστουργηματικά. Ο Σαούλ λίγο πριν το τέλος θα χαμογελάσει – μοναδικό φως ελπίδας και θετικού συναισθήματος σε ολόκληρη την ταινία. Κι εκεί μπαίνει και ο απαραίτητος συμβολισμός. Τα παιδιά είναι η ελπίδα του κόσμου, σωστά; Μπορούν όμως, άθελά τους (;) να γίνουν και προπομποί φρίκης. Και προδότες. Οι ελπίδες διαψεύδονται. Όλα μάταια λοιπόν. Και ο κύκλος του αίματος μένει ανοιχτός αενάως.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Νοεμβρίου 2015 από την Filmtrade
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική