του Chad Stahelski. Με τους Keanu Reeves, Michael Nyqvist, Alfie Allen, Adrianne Palicki, Bridget Moynahan, Dean Winters, Ian McShane, John Leguizamo, Willem Dafoe
Baba Yaga is back!
του zerVo (@moviesltd)
Από τους σημαντικότερους - αν όχι ο πιο σπουδαίος - θεματικούς παράγοντες στο κτίσιμο ενός action movie της προκοπής, η εκδίκηση, έχει εξ οφίτσιο το αβαντάζ της καθολικής αποδοχής της από το σινεφίλ κοινό, που δίνει στον avenger έτσι την δυνατότητα να κινηθεί όπως εκείνος επιθυμεί, δίχως ηθικές αναστολές και περιστροφές. Ένα ολάκερο άλμπουμ με τίτλο The Road To Perdition μπορεί κανείς να σχηματίσει με, καταιγιστικές και θορυβώδεις, ταινίες που στηρίζονται στον φάκτορα εκδίκηση, που σίγουρα στο εξώφυλλο του θα μοστράρει η φιγούρα του πρώτου διδάξαντα Charles Bronson. Από την εποχή των Death Wish του Κινέζου όμως, μέχρι και τα πιο πρόσφατα Takens, ελάχιστες είναι οι φορές που η ίντριγκα παρουσίασε ιδιαιτερότητες και πρωτοτυπίες, χωρίς να πέφτει στην λακκούβα της κοινοτυπίας. κανόνα από τον οποίο δεν ξεφεύγει ούτε η περίπτωση του φιλόδοξου John Wick...
Έχοντας μόλις χάσει την όμορφη και λατρευτή του σύζυγο, που υπέκυψε μετά από άνιση μάχη με την αρρώστια, ο πρώην επαγγελματίας εκτελεστής Τζον Γουίκ, που για χάρη της εγκατέλειψε την παρανομία από τετραετίας, θα βρεθεί μόνος, έρημος, με κατακερματισμένη ψυχολογία και ρημαγμένο ηθικό, να ατενίζει το άδειο πολυτελές του σπίτι. Μοναδικό του αποκούμπι, το ύστατο δώρο παρηγοριάς που του πρόσφερε η καλή του, ένα συμπαθέστατο σκυλάκι, που του κρατά συντροφιά τις ατελείωτες ώρες μοναξιάς, που κυλούν δίχως νόημα και βασανιστικές. Πενιχρή χαρά, που λιμπίστηκε μαζί με την πειραγμένη, κοντά πενηντάχρονη, Μάστανγκ του, αφελής και ηλίθια σκεπτόμενος Ρώσος μαφιοζάκος, που και την κούρσα θα του κλέψει και το τετράποδο θα εξοντώσει. Μην γνωρίζοντας καν με ποιον ανοίγει πόλεμο...
Το παράδοξο όσο και ακραία ακάλυπτο στοιχείο του στόρι, είναι που ο κουτός Γιόσεφ, είναι ο μοναχογιός του βαρόνου του υποκόσμου Βίγκο Ταράσοβ, που έκτισε ολάκερη την περιουσία του χάρη στις εκτελεστικές ικανότητες του στενότερου του συνεργάτη Τζον Γουίκ, με τον οποίο πλέον θα βρεθεί σε ανοικτή ρήξη, καλούμενος να προστατέψει τον κανακάρη του, που έκανε την ζημιά. Ανυποχώρητος και με το μίσος να ξεχειλίζει σε κάθε του κίνηση, ο μαυροντυμένος eye for an eye πιστολέρο, αψηφώντας την φιλία του παλιού καλού καιρού, θα ξεπεράσει το ένα μετά το άλλο τα εμπόδια που θα μπουν στο διάβα του, μέχρι να πάρει το αίμα του πίσω κανονίζοντας τον απερίσκεπτο νεαρό. Όποιο κόστος κι αν έχει για τον ίδιο αυτή η αιματηρή βαγκάντζα.
Φυσικά και το πρώτο πράγμα που ως απορία πέφτει στο τραπέζι, είναι το πως είναι δυνατόν το τέκνο εκείνου με τον οποίο συνεργάστηκε για δεκαετίες ο Γουίκ, να μην γνωρίζει καν την μόστρα του, την κοψιά του, την μορφή του βρε αδελφέ και να τον προκαλέσει σε μια μονομαχία, που μόνο χαμένος - δηλαδή πεθαμένος - μπορεί να βγει. Κενό πληροφορίας που εκτινάσσεται στα ύψη, από την στιγμή που δεν υπάρχει ούτε ένας χαρακτήρας - ούτε ένας όμως, από ρεσεψιονίστ ξενοδοχείων έως κατώτερης βαθμίδας αστυνομικούς και φύλακες ερειπωμένων αεροδρομίων, που να μην γνωρίζει το ποιος είναι ο Τζον Γουίκ. Δεν μιλάμε φυσικά για τους κομπανιέρους του, για εκείνους είναι ένας θρύλος, που αρνούνται να μπουν στο κυνήγι της κεφαλής του, έστω κι αν το κέρδος θα είναι πολλά, πολλά εκατομμύρια δολάρια. Τον ξεπερνάμε όμως τον σεναριακό ύφαλο, για να εισέλθουμε βαθύτερα στην μελέτη του μεταμοντέρνου γουέστερν...
Διότι για ένα τέτοιο ακριβώς πρόκειται αν το καλοκοιτάξει κανείς αφηγηματικά. Η βασική διαφορά έχει να κάνει με το στυλιζάρισμα, αφού ο άμαθος, πρώην στάντμαν, διεκπεραιωτής Chad Stahelski, επιλέγει να περιβάλλει την ιστορία του με πάμπολλη ασιανή περιπετειώδη άχνη, ελπίζοντας πως με τον τρόπο αυτό θα διαφοροποιηθεί από τις πανομοιότυπα κλισιδιάρες αμερικανιές του genre. Το Χονγκ Κονγκ δεν προσφέρει όμως μονάχα υφάκι, μεταλλική ατμόσφαιρα και λουτρά αίματος στα πλάνα των αναμφίβολα κορυφαίων την εποχή αυτή γκαγκστερικών του προτάσεων, αλλά φροντίζει κυρίως να κτίσει ρόλους και χαρακτήρες ζωντανούς ώστε να ενδιαφέρει και το κοινό, αν θα βγουν ζωντανοί ή όχι από την αναμέτρηση. Κι εδώ ο John Wick μάλλον δεν παίρνει καλό βαθμό...
Παρόλα αυτά το άκρως βίαιο, έως και νοσηρό στην ολοζώντανη απεικόνιση των εκτελέσεων των εχθρών του μανιασμένου τιμωρού, δεν το λες και εμπορική αποτυχία, αφού κατάφερε να τετραπλασιάσει παγκοσμίως τα είκοσι μύρια που κόστισε. Στοιχείο που αποδεικνύει πως περνά ακόμη η μπογιά του πενηντάρη πλέον και απολέσαντα και το τελευταίο ίχνος παιδικότητας στο πρόσωπο του Keanu Reeves, ο οποίος χάρη στην Matrix εμπειρία του, τέτοια ρολάκια τα παίζει στα δάκτυλα του ενός χεριού του. Κι ας είναι ο κατά τεκμήριο ελαχιστότερου τάλαντου σούπερ χολιγουντιανός αστέρας των τελευταίων δεκαετιών, ελέω της ύπαρξης ενός δυναμικού διεθνούς περιφερειακού καστ, αποτελούμενου από Σουηδό (Nyqvist), Αμερικάνο (Dafoe), Εγγλέζο (McShane) και Κολομπιάνο (Leguizamo), αυτές του οι υποκριτικές αδυναμίες, περνούν μάλλον απαρατήρητες.
Για πες: Είναι φιλόδοξο το σχέδιο του στησίματος μιας διαφορετικής σε απεικόνιση ρυθμικότατης adventure, το πλάνο όμως προδίδεται από την επίπεδη (για να μην χρησιμοποιήσω την λέξη ανύπαρκτη) πλοκή, που δεν δικαιολογεί όλη αυτή την φούρια του ήρωα μας να μην αφήσει τίποτα όρθιο στο δρόμο του.
Το παράδοξο όσο και ακραία ακάλυπτο στοιχείο του στόρι, είναι που ο κουτός Γιόσεφ, είναι ο μοναχογιός του βαρόνου του υποκόσμου Βίγκο Ταράσοβ, που έκτισε ολάκερη την περιουσία του χάρη στις εκτελεστικές ικανότητες του στενότερου του συνεργάτη Τζον Γουίκ, με τον οποίο πλέον θα βρεθεί σε ανοικτή ρήξη, καλούμενος να προστατέψει τον κανακάρη του, που έκανε την ζημιά. Ανυποχώρητος και με το μίσος να ξεχειλίζει σε κάθε του κίνηση, ο μαυροντυμένος eye for an eye πιστολέρο, αψηφώντας την φιλία του παλιού καλού καιρού, θα ξεπεράσει το ένα μετά το άλλο τα εμπόδια που θα μπουν στο διάβα του, μέχρι να πάρει το αίμα του πίσω κανονίζοντας τον απερίσκεπτο νεαρό. Όποιο κόστος κι αν έχει για τον ίδιο αυτή η αιματηρή βαγκάντζα.
Φυσικά και το πρώτο πράγμα που ως απορία πέφτει στο τραπέζι, είναι το πως είναι δυνατόν το τέκνο εκείνου με τον οποίο συνεργάστηκε για δεκαετίες ο Γουίκ, να μην γνωρίζει καν την μόστρα του, την κοψιά του, την μορφή του βρε αδελφέ και να τον προκαλέσει σε μια μονομαχία, που μόνο χαμένος - δηλαδή πεθαμένος - μπορεί να βγει. Κενό πληροφορίας που εκτινάσσεται στα ύψη, από την στιγμή που δεν υπάρχει ούτε ένας χαρακτήρας - ούτε ένας όμως, από ρεσεψιονίστ ξενοδοχείων έως κατώτερης βαθμίδας αστυνομικούς και φύλακες ερειπωμένων αεροδρομίων, που να μην γνωρίζει το ποιος είναι ο Τζον Γουίκ. Δεν μιλάμε φυσικά για τους κομπανιέρους του, για εκείνους είναι ένας θρύλος, που αρνούνται να μπουν στο κυνήγι της κεφαλής του, έστω κι αν το κέρδος θα είναι πολλά, πολλά εκατομμύρια δολάρια. Τον ξεπερνάμε όμως τον σεναριακό ύφαλο, για να εισέλθουμε βαθύτερα στην μελέτη του μεταμοντέρνου γουέστερν...
Διότι για ένα τέτοιο ακριβώς πρόκειται αν το καλοκοιτάξει κανείς αφηγηματικά. Η βασική διαφορά έχει να κάνει με το στυλιζάρισμα, αφού ο άμαθος, πρώην στάντμαν, διεκπεραιωτής Chad Stahelski, επιλέγει να περιβάλλει την ιστορία του με πάμπολλη ασιανή περιπετειώδη άχνη, ελπίζοντας πως με τον τρόπο αυτό θα διαφοροποιηθεί από τις πανομοιότυπα κλισιδιάρες αμερικανιές του genre. Το Χονγκ Κονγκ δεν προσφέρει όμως μονάχα υφάκι, μεταλλική ατμόσφαιρα και λουτρά αίματος στα πλάνα των αναμφίβολα κορυφαίων την εποχή αυτή γκαγκστερικών του προτάσεων, αλλά φροντίζει κυρίως να κτίσει ρόλους και χαρακτήρες ζωντανούς ώστε να ενδιαφέρει και το κοινό, αν θα βγουν ζωντανοί ή όχι από την αναμέτρηση. Κι εδώ ο John Wick μάλλον δεν παίρνει καλό βαθμό...
Παρόλα αυτά το άκρως βίαιο, έως και νοσηρό στην ολοζώντανη απεικόνιση των εκτελέσεων των εχθρών του μανιασμένου τιμωρού, δεν το λες και εμπορική αποτυχία, αφού κατάφερε να τετραπλασιάσει παγκοσμίως τα είκοσι μύρια που κόστισε. Στοιχείο που αποδεικνύει πως περνά ακόμη η μπογιά του πενηντάρη πλέον και απολέσαντα και το τελευταίο ίχνος παιδικότητας στο πρόσωπο του Keanu Reeves, ο οποίος χάρη στην Matrix εμπειρία του, τέτοια ρολάκια τα παίζει στα δάκτυλα του ενός χεριού του. Κι ας είναι ο κατά τεκμήριο ελαχιστότερου τάλαντου σούπερ χολιγουντιανός αστέρας των τελευταίων δεκαετιών, ελέω της ύπαρξης ενός δυναμικού διεθνούς περιφερειακού καστ, αποτελούμενου από Σουηδό (Nyqvist), Αμερικάνο (Dafoe), Εγγλέζο (McShane) και Κολομπιάνο (Leguizamo), αυτές του οι υποκριτικές αδυναμίες, περνούν μάλλον απαρατήρητες.
Για πες: Είναι φιλόδοξο το σχέδιο του στησίματος μιας διαφορετικής σε απεικόνιση ρυθμικότατης adventure, το πλάνο όμως προδίδεται από την επίπεδη (για να μην χρησιμοποιήσω την λέξη ανύπαρκτη) πλοκή, που δεν δικαιολογεί όλη αυτή την φούρια του ήρωα μας να μην αφήσει τίποτα όρθιο στο δρόμο του.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 26 Φεβρουαρίου 2015 από την Seven / Spentzos
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική