του David Mackenzie. Με τους Jack O'Connell, Ben Mendelsohn, Rupert Friend, Sam Spruell, Anthony Welsh, David Ajala, Peter Ferdinando, Raphael Sowole
Εις το Όνομα του Πατρός
του zerVo (@moviesltd)
Μονομιάς εκεί τρέχει ο λογισμός. Στο αριστούργημα του Jim Sheridan. Και πραγματικά πέραν του προφανούς κοινού στοιχείου που πηγάζει από την θεματολογία, οι ομοιότητες των δύο φιλμς είναι τόσες πολλές ακόμη, που το Starred Up φαντάζει σαν μια παραλλαγή στο ίδιο θέμα, του In The name of The Father. Βρετανικής κοπής, γονιός - παιδί εσώκλειστοι, κόντρα με τους φύλακες μέχρις εσχάτων... Κι οι διαφορές όμως δεν είναι λίγες, με κυριότερη φυσικά τον λόγο του εγκλεισμού των τροφίμων στο φρέσκο. Ιδεαλισμός και επανάσταση εκεί, ηρωική η έκφανση των βασανισμένων, σε αντίθεση με εδώ που αιτίες παραβατικότητας έστειλαν τον απροσάρμοστο νέο πίσω από τα κάγκελα.
Εξαιτίας της έκδηλης ροπής του στους καυγάδες και χάρη στον εκρηκτικά άγριο χαρακτήρα του, ο 19χρονος Έρικ Λοβ, είδε από πολύ μικρός τις σιδηρόφρακτες πόρτες του σωφρονιστικού ιδρύματος να κλείνουν πίσω του. Έχοντας περάσει ένα μεγάλο διάστημα στο αναμορφωτήριο και καθώς ενηλικιώθηκε, πλέον πρέπει να μεταφερθεί για να εκτίσει την ποινή κάθειρξης που του απομένει, στις φυλακές ασφαλείας του Γουάντσγουόρθ, δίπλα σε κοινούς εγκληματίες του ποινικού δικαίου. Από την πρώτη στιγμή κιόλας στο κελί, ο ατίθασος Έρικ, θα γνωστοποιήσει στους δεσμοφύλακες πως δεν πρόκειται στιγμή να υπακούσει στους κανόνες του ιδρύματος. Όποιες μεθόδους και όση βία κι αν χρησιμοποιήσουν για να συνετίσουν το αγρίμι...
...που γνωρίζει καλά πως στον από πάνω όροφο, βρίσκεται έγκλειστος ο ισοβίτης πατέρας του, Νέβιλ, από τους πλέον σεβάσμιους στην ιεραρχία των βαρυποινιτών, που λειτουργώντας με το ένστικτο περισσότερο θα θελήσει να προστατέψει από την οργή του νόμου και των αγριεμένων συγκατοίκων τον γιο του. Πρώτο μέλημα, να τον πείσει, γεγονός σχεδόν αδύνατον, να συμμετάσχει στην ομάδα ψυχολογικής υποστήριξης των κρατουμένων με άγρια ένστικτα, που διοργανώνει ο χαμηλών τόνων θεραπευτής Όλιβερ Μπάουμερ και μέσα από συνεδρίες που κυριαρχεί ο διάλογος, παλεύει να τους μάθει να ελέγχουν τον θυμό τους και προτείνοντας τους εναλλακτικούς τρόπους σωστής πολιτικής συμπεριφοράς.
Starred Up είναι ο όρος που χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη της φυλακής, για να ορίσει την μεταγωγή ενός νεαρού κρατουμένου, από το κατάστημα ανηλίκων, στην πτέρυγα που κρατούνται οι ενήλικες κατάδικοι. Στις αρχικές στιγμές του ανήμερου θεριού στην νέα του κατοικία, αντιλαμβάνεται ο θεατής πως ο πλημμυρισμένος από ασίγαστο πάθος για φασαρίες χούλιγκαν, δεν είναι διατεθειμένος να μάθει, να σωφρονιστεί, να γίνει ένας καινούργιος χρήσιμος άνθρωπος ώστε κάποια στιγμή να βγει ελεύθερος και να λειτουργήσει στην κοινωνία, που τον χρειάζεται. Αντίθετα, άριστος γνώστης των κανόνων του πολέμου, σε δευτερόλεπτα θα φτιάξει το προσωπικό του όπλο, το κοφτερό λεπίδι, που μέσα στα στενά όρια της φυλακής, σίγουρα κάποια στιγμή θα χρησιμοποιηθεί για την σφαγή κάποιου από τους τροφίμους.
Το δράμα που εκτυλίσσεται μέσα σε πολύ περιορισμένο χώρο, δυο διαδρόμους και μια σκάλα που συνδέει τα δύο διαζώματα της στενής, αυτομάτως δημιουργεί την κλειστοφοβική εκείνη ατμόσφαιρα που εκτοξεύει στα ύψη της παράνοια του εγκλεισμού. Χωρίς να φτάνει σε δραματουργικές ακρότητες και έντεχνες συγκινησιακές φορτίσεις - πέραν του φινάλε, που αναμενόμενα η ένταση εκτοξεύεται - το φιλμ εστιάζει περισσότερο στο να αναδείξει όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται, την μανιοκαταθλιπτική πραγματικότητα που επικρατεί πίσω από τους καλά φυλασσόμενους τοίχους, εκεί που ο έλεγχος των μελών της σε περιορισμό κοινωνίας είναι σχεδόν αδύνατος, συνεπώς και ο μετέπειτα σωφρονισμός τους. Μοναδική ελπίδα για το σύστημα, οι μέθοδοι Σαμαρειτών, όπως ο τερατώδους ψυχραιμίας κοινωνικός λειτουργός, που βλέπει τους νεαρούς φυλακισμένους σαν παιδιά του, πιστεύοντας πως με την σχεδόν άγια μορφή του, θα πετύχει να τους νουθετήσει, να τους συμβουλέψει, να τους μετατρέψει σε υγιώς σκεπτόμενα και όχι άρρωστα όντα.
Σε αντιδιαστολή με το όσιο έργο του, έρχεται ο καυστικός λόγος του πατρός, του γκουρού της φυλακής, που αποτέλεσε άλλωστε και το λάθος υπόδειγμα, για την πορεία που θα ακολουθούσε το βλαστάρι του. Ο μικρός είναι ίσως ο μόνος που δεν σέβεται τον γηραιότερο, ένεκα της παλαιοσύνης του στο κελί, αλλά απλά και μόνο επειδή είναι ο γονιός του. Και θα συνεχίσει να το κάνει, ακόμη κι αν σταδιακά πληροφορείται τις ανήθικες μεθόδους επιβίωσης του, μέσα στην άγρια ζούγκλα. Εκεί που συμβιώνουν λιοντάρια, φίδια, ύαινες και γύπες, επιδιώκοντας ο ένας να βγάλει το μάτι του άλλου, την ίδια στιγμή που υποκρίνεται τον καλό φίλο. Η κατάληξη, διαβασμένη πολλάκις σε στήλες των εφημερίδων, δεν σοκάρει, απλώς επιβεβαιώνει αλήθειες που σε κάθε κοινωνία αποτελούν ταμπού και ελάχιστοι παραδέχονται.
Για πες: Όχι όμως και ο ριζοσπάστης κινηματογραφιστής David Mackenzie, που μετά από μια αξιοσημείωτη δημιουργική πορεία, πολύ καλών (Young Adam, Asylum, Hallam Foe) αλλά και λιγότερο σημαντικών στιγμών (Spread, Perfect Sense) προσφέρει την σπουδαιότερη ταινία στην μέχρι τώρα καριέρα του. Όπλα του, σαφώς, οι συγκλονιστικές ερμηνείες των βασικών του πρωταγωνιστών, του νέου αστέρα Jack O'Connell, που καθηλώνει ως ποντίκι που βρυχάται, έχοντας την υποστήριξη του τόσο έμπειρου Ben Mendelsohn, στον ρόλο του προστατευτικού - τι ειρωνεία, στον πάτο του βαρελιού - πατέρα...
...που γνωρίζει καλά πως στον από πάνω όροφο, βρίσκεται έγκλειστος ο ισοβίτης πατέρας του, Νέβιλ, από τους πλέον σεβάσμιους στην ιεραρχία των βαρυποινιτών, που λειτουργώντας με το ένστικτο περισσότερο θα θελήσει να προστατέψει από την οργή του νόμου και των αγριεμένων συγκατοίκων τον γιο του. Πρώτο μέλημα, να τον πείσει, γεγονός σχεδόν αδύνατον, να συμμετάσχει στην ομάδα ψυχολογικής υποστήριξης των κρατουμένων με άγρια ένστικτα, που διοργανώνει ο χαμηλών τόνων θεραπευτής Όλιβερ Μπάουμερ και μέσα από συνεδρίες που κυριαρχεί ο διάλογος, παλεύει να τους μάθει να ελέγχουν τον θυμό τους και προτείνοντας τους εναλλακτικούς τρόπους σωστής πολιτικής συμπεριφοράς.
Starred Up είναι ο όρος που χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη της φυλακής, για να ορίσει την μεταγωγή ενός νεαρού κρατουμένου, από το κατάστημα ανηλίκων, στην πτέρυγα που κρατούνται οι ενήλικες κατάδικοι. Στις αρχικές στιγμές του ανήμερου θεριού στην νέα του κατοικία, αντιλαμβάνεται ο θεατής πως ο πλημμυρισμένος από ασίγαστο πάθος για φασαρίες χούλιγκαν, δεν είναι διατεθειμένος να μάθει, να σωφρονιστεί, να γίνει ένας καινούργιος χρήσιμος άνθρωπος ώστε κάποια στιγμή να βγει ελεύθερος και να λειτουργήσει στην κοινωνία, που τον χρειάζεται. Αντίθετα, άριστος γνώστης των κανόνων του πολέμου, σε δευτερόλεπτα θα φτιάξει το προσωπικό του όπλο, το κοφτερό λεπίδι, που μέσα στα στενά όρια της φυλακής, σίγουρα κάποια στιγμή θα χρησιμοποιηθεί για την σφαγή κάποιου από τους τροφίμους.
Το δράμα που εκτυλίσσεται μέσα σε πολύ περιορισμένο χώρο, δυο διαδρόμους και μια σκάλα που συνδέει τα δύο διαζώματα της στενής, αυτομάτως δημιουργεί την κλειστοφοβική εκείνη ατμόσφαιρα που εκτοξεύει στα ύψη της παράνοια του εγκλεισμού. Χωρίς να φτάνει σε δραματουργικές ακρότητες και έντεχνες συγκινησιακές φορτίσεις - πέραν του φινάλε, που αναμενόμενα η ένταση εκτοξεύεται - το φιλμ εστιάζει περισσότερο στο να αναδείξει όσο πιο ρεαλιστικά γίνεται, την μανιοκαταθλιπτική πραγματικότητα που επικρατεί πίσω από τους καλά φυλασσόμενους τοίχους, εκεί που ο έλεγχος των μελών της σε περιορισμό κοινωνίας είναι σχεδόν αδύνατος, συνεπώς και ο μετέπειτα σωφρονισμός τους. Μοναδική ελπίδα για το σύστημα, οι μέθοδοι Σαμαρειτών, όπως ο τερατώδους ψυχραιμίας κοινωνικός λειτουργός, που βλέπει τους νεαρούς φυλακισμένους σαν παιδιά του, πιστεύοντας πως με την σχεδόν άγια μορφή του, θα πετύχει να τους νουθετήσει, να τους συμβουλέψει, να τους μετατρέψει σε υγιώς σκεπτόμενα και όχι άρρωστα όντα.
Σε αντιδιαστολή με το όσιο έργο του, έρχεται ο καυστικός λόγος του πατρός, του γκουρού της φυλακής, που αποτέλεσε άλλωστε και το λάθος υπόδειγμα, για την πορεία που θα ακολουθούσε το βλαστάρι του. Ο μικρός είναι ίσως ο μόνος που δεν σέβεται τον γηραιότερο, ένεκα της παλαιοσύνης του στο κελί, αλλά απλά και μόνο επειδή είναι ο γονιός του. Και θα συνεχίσει να το κάνει, ακόμη κι αν σταδιακά πληροφορείται τις ανήθικες μεθόδους επιβίωσης του, μέσα στην άγρια ζούγκλα. Εκεί που συμβιώνουν λιοντάρια, φίδια, ύαινες και γύπες, επιδιώκοντας ο ένας να βγάλει το μάτι του άλλου, την ίδια στιγμή που υποκρίνεται τον καλό φίλο. Η κατάληξη, διαβασμένη πολλάκις σε στήλες των εφημερίδων, δεν σοκάρει, απλώς επιβεβαιώνει αλήθειες που σε κάθε κοινωνία αποτελούν ταμπού και ελάχιστοι παραδέχονται.
Για πες: Όχι όμως και ο ριζοσπάστης κινηματογραφιστής David Mackenzie, που μετά από μια αξιοσημείωτη δημιουργική πορεία, πολύ καλών (Young Adam, Asylum, Hallam Foe) αλλά και λιγότερο σημαντικών στιγμών (Spread, Perfect Sense) προσφέρει την σπουδαιότερη ταινία στην μέχρι τώρα καριέρα του. Όπλα του, σαφώς, οι συγκλονιστικές ερμηνείες των βασικών του πρωταγωνιστών, του νέου αστέρα Jack O'Connell, που καθηλώνει ως ποντίκι που βρυχάται, έχοντας την υποστήριξη του τόσο έμπειρου Ben Mendelsohn, στον ρόλο του προστατευτικού - τι ειρωνεία, στον πάτο του βαρελιού - πατέρα...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Οκτωβρίου 2014 από την Weird
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική