του David Gordon Green. Με τους Paul Rudd, Emile Hirsch
Όλα είναι δρόμος
του zerVo (@moviesltd)
Φαντάζομαι οδηγάς. Συνεπώς θα γνωρίζεις τι σημαίνουν οι συνεχείς διακεκομμένες γραμμές στο οδόστρωμα. Να σκεφτώ πως το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο νου, είναι πως επιτρέπεται, όσο εκείνες δεν ενώνονται, να προσπεράσεις το προπορευόμενο όχημα. Σωστά? Νάτη λοιπόν η βιασύνη. Και στην απάντηση και στην αρχική συλλογιστική. Κι όμως το ερώτημα έχει πολύ πιο απλή, πιο πρωτόγονη λύση, καθώς ο δρόμος είναι διπλής κατεύθυνσης. Όσο εσύ πηγαίνεις, κάποιος άλλος έρχεται και τούμπαλιν και καλείσαι να συνεργαστείς αγαστά μαζί του για να αποφευχθεί το μοιραίο. Να είσαι προσεχτικός, συνετός, λογικός πίσω από το βολάν, ώστε και το πήγαινε και το έλα σου να μην κρύβει εκπλήξεις. Και μην φοβάσαι. Η διαγράμμιση έχει και κατευθυντικό χαρακτήρα, σε καθοδηγεί σωστά. Μέχρι να φτάσουμε στην flatline έχουμε πολλά χιλιόμετρα ακόμη...
Καλοκαίρι του 1988. Με τις πρόσφατες πυρκαγιές στην Τεξανή ύπαιθρο, να έχουν κατακάψει χιλιάδες εκτάρια δασικής γης, οι δρόμοι της περιοχής χρειάζονται εκ νέου φροντίδα και συντήρηση. Εργολαβία που θα αναλάβει να φέρει εις πέρας, ένας ντόπιος μάστορας ο υπερφίαλος Άλβιν, που θα εντοπίσει στην απομόνωση πολλών εβδομάδων από τον πολιτισμό, μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να διαφύγει στην άγρια φύση. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τον νεαρότερο του, Λανς, τον χαζούλη αδελφό της μνηστής του, που θα τον πάρει στην δούλεψη του, για να τραβήξουν μονάχοι οι δυο τους, μερικές δεκάδες μίλια κίτρινων γραμμών στην άσφαλτο.
Η απομόνωση σύντομα θα ρίξει αμφότερους σε προσωπικές σκέψεις, που θα αναταράξουν την ψυχική τους γαλήνη και ηρεμία. Τόσο τον ξερόλα κάπτεν της δυάδας, που μοναδικό του μέλημα είναι καθημερινά να καθίσει να γράψει το ημερολόγιο - επιστολή προς το (άτακτο) κορίτσι του, όσο και τον υποτακτικό πιτσιρικά γκούφη, που περιμένει πως και πως να έλθει το Σάββατο για να ξοδέψει το μεροκάματο του, αγκαλιά με καμιά ξέμπαρκη στο τοπικό σαλούν. Πόσο πιστή μπορεί να είναι εκεί πίσω στην πόλη μονάχη της η κυρά? Πόσες πιθανότητες υπάρχουν, κάποια μπαρόβια να ανοίξει την ερωτική της αγκάλη και να μοιράσει ανακουφίσεις σε κάθε ενδιαφερόμενο? Ο καθένας με τον πόνο του, καημός που μεγαλώνει ολοένα και πιότερο, καθώς ο κινούμενος βαφέας οργώνει τον long and winding road.
Επιστροφή στις ρίζες, περίπου μια δεκαετία πριν, στα ανεξάρτητου χαρακτήρα σκηνοθετικά καμώματα των George Washington, All The Real Girls και Pineapple Express για τον ικανότατο και ταλαντούχο David Gordon Green, που εσχάτως το είχε ρίξει στην ξέφρενη κωμωδία της σχολής του Apatow, με τα ελάχιστης αποδοχής εκτός ΗΠΑ, The Sitter και Your Highness. Σε ένα φιλμ που σκάρτα τα γυρίσματα να κράτησαν μια εβδομάδα, ο Τεξανός μέσα από την καθαρόαιμη indie ματιά του, επιχειρεί να προσεγγίσει τα πάνω και τα κάτω, της εργασιακής κατασκήνωσης που βιώνουν δύο αταίριαστοι συνεργάτες, δύο ετερώνυμοι φίλοι, δύο εξ αμφιβόλου αγχιστείας συγγενείς.
Εντελώς διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας τύποι, καλούνται να ταιριάξουν χνώτα στην απομόνωση, κάτι που όσο το ρολόι κυλά, διαφαίνεται όλο και πιο απίθανο. Μην ξεγελιέσαι όμως. Ο δρόμος είπαμε είναι διπλής κατεύθυνσης και χρήζει προσεκτικής συνεργασίας. Τουλάχιστον ερμηνευτικά, ο Prince Avalanche, διαθέτει κύρος, μιας και ο αξιόλογος κωμικός Paul Rudd, που εκτιμώ ποτέ του δεν θα γίνει πρώτο όνομα, αποδίδει την ποιοτικότερη περφόρμανς της πρόσφατης καριέρας του, ως συντηρητικός κατά συνθήκη φυσιολάτρης, έχοντας παρέα του, τον τριαντάρη πλέον Emile Hirsch, να κάνει κουζουλάδες και να φέρεται ανώριμα, σαν τον Jack Black σε όποια ταινία κι αν τον έχεις δει. Καλή χημεία, αξιοπρεπές στήσιμο μπροστά στο κατάμαυρο φόντο, ικανή ανάπτυξη των άλλοτε τραγικών κι άλλοτε αστείων χαρακτήρων που υποδύονται.
Για πες: Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που το τιγκαρισμένο στην αλληγορία και στον προβληματισμό σενάριο, λειτουργεί πολύ καλύτερα, ενόσω το καρέ το μοιράζονται οι διόσκουροι, σε αντίθεση με τα σόλα που περισσότερο έχουν ιντριγκαδόρικο λόγο ύπαρξης. Η τελική εξέλιξη αφήνει έκδηλη μια νότα αισιοδοξίας, περισσότερο για τον θεατή που πολλές φορές έχει διανοηθεί να μην ακολουθεί γραμμές και κατευθύνσεις και σφύζει ανεξαρτησίας στα μέσα του. Όλα είναι δρόμος που λένε. Αρκεί να τον χαράζεις εσύ και όχι οι άλλοι. Και στο πήγαινε και στο έλα...
Η απομόνωση σύντομα θα ρίξει αμφότερους σε προσωπικές σκέψεις, που θα αναταράξουν την ψυχική τους γαλήνη και ηρεμία. Τόσο τον ξερόλα κάπτεν της δυάδας, που μοναδικό του μέλημα είναι καθημερινά να καθίσει να γράψει το ημερολόγιο - επιστολή προς το (άτακτο) κορίτσι του, όσο και τον υποτακτικό πιτσιρικά γκούφη, που περιμένει πως και πως να έλθει το Σάββατο για να ξοδέψει το μεροκάματο του, αγκαλιά με καμιά ξέμπαρκη στο τοπικό σαλούν. Πόσο πιστή μπορεί να είναι εκεί πίσω στην πόλη μονάχη της η κυρά? Πόσες πιθανότητες υπάρχουν, κάποια μπαρόβια να ανοίξει την ερωτική της αγκάλη και να μοιράσει ανακουφίσεις σε κάθε ενδιαφερόμενο? Ο καθένας με τον πόνο του, καημός που μεγαλώνει ολοένα και πιότερο, καθώς ο κινούμενος βαφέας οργώνει τον long and winding road.
Επιστροφή στις ρίζες, περίπου μια δεκαετία πριν, στα ανεξάρτητου χαρακτήρα σκηνοθετικά καμώματα των George Washington, All The Real Girls και Pineapple Express για τον ικανότατο και ταλαντούχο David Gordon Green, που εσχάτως το είχε ρίξει στην ξέφρενη κωμωδία της σχολής του Apatow, με τα ελάχιστης αποδοχής εκτός ΗΠΑ, The Sitter και Your Highness. Σε ένα φιλμ που σκάρτα τα γυρίσματα να κράτησαν μια εβδομάδα, ο Τεξανός μέσα από την καθαρόαιμη indie ματιά του, επιχειρεί να προσεγγίσει τα πάνω και τα κάτω, της εργασιακής κατασκήνωσης που βιώνουν δύο αταίριαστοι συνεργάτες, δύο ετερώνυμοι φίλοι, δύο εξ αμφιβόλου αγχιστείας συγγενείς.
Εντελώς διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας τύποι, καλούνται να ταιριάξουν χνώτα στην απομόνωση, κάτι που όσο το ρολόι κυλά, διαφαίνεται όλο και πιο απίθανο. Μην ξεγελιέσαι όμως. Ο δρόμος είπαμε είναι διπλής κατεύθυνσης και χρήζει προσεκτικής συνεργασίας. Τουλάχιστον ερμηνευτικά, ο Prince Avalanche, διαθέτει κύρος, μιας και ο αξιόλογος κωμικός Paul Rudd, που εκτιμώ ποτέ του δεν θα γίνει πρώτο όνομα, αποδίδει την ποιοτικότερη περφόρμανς της πρόσφατης καριέρας του, ως συντηρητικός κατά συνθήκη φυσιολάτρης, έχοντας παρέα του, τον τριαντάρη πλέον Emile Hirsch, να κάνει κουζουλάδες και να φέρεται ανώριμα, σαν τον Jack Black σε όποια ταινία κι αν τον έχεις δει. Καλή χημεία, αξιοπρεπές στήσιμο μπροστά στο κατάμαυρο φόντο, ικανή ανάπτυξη των άλλοτε τραγικών κι άλλοτε αστείων χαρακτήρων που υποδύονται.
Για πες: Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που το τιγκαρισμένο στην αλληγορία και στον προβληματισμό σενάριο, λειτουργεί πολύ καλύτερα, ενόσω το καρέ το μοιράζονται οι διόσκουροι, σε αντίθεση με τα σόλα που περισσότερο έχουν ιντριγκαδόρικο λόγο ύπαρξης. Η τελική εξέλιξη αφήνει έκδηλη μια νότα αισιοδοξίας, περισσότερο για τον θεατή που πολλές φορές έχει διανοηθεί να μην ακολουθεί γραμμές και κατευθύνσεις και σφύζει ανεξαρτησίας στα μέσα του. Όλα είναι δρόμος που λένε. Αρκεί να τον χαράζεις εσύ και όχι οι άλλοι. Και στο πήγαινε και στο έλα...
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Δεκεμβρίου 2013 από την AMA Films
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική