της Anne Fontaine. Με τους Audrey Tautou, Benoit Poelvoorde, Alessandro Nivola
Από τα αλώνια στα σαλόνια...
του zerVo
Μέσα σε διάστημα μικρότερο του ενός χρόνου, όχι μόνο μια, αλλά δύο παραγωγές, επιχείρησαν να φωτίσουν την διαδρομή μιας από τις πλέον διάσημες προσωπικότητες του χώρου της μόδας. Αρχικά το Coco And Igor και ακολούθως το Coco Avant Chanel, εστίασαν σε δύο εντελώς διαφορετικές περιόδους της ζωής της περίφημης Κοκό Σανέλ, με την πρώτη να επικεντρώνεται στην δραματική ερωτική σχέση της μοντελίστ με τον διάσημο μουσουργό Στραβίνσκι και την δεύτερη να παρουσιάζει λεπτομέρειες από την πορεία της, πριν φτιάξει το θεόρατο όνομα στις πασαρέλες. Το παράξενο συναίσθημα που νιώθω μετά την παρακολούθηση αμφοτέρων των biopics, όμως, είναι μια ανολοκλήρωτη γεύση γύρω από τον μύθο, αφού κανένα τους δεν παρατήρησε την δράση της, στο πιο ενδιαφέρον και δημιουργικό κομμάτι της πενηντάχρονης καριέρας της. Να περιμένω ένα τρίτο φιλμ λες που θα το κάνει αυτό. Ε, πολύ πάει...
Ορφανή με μοναδικό της στήριγμα την αδελφή της, η Γκαμπριέλ, θα ξεκινήσει από πάμφτωχη αρτίστα στα επαρχιακά γαλλικά καμπαρέ, για να αναρριχηθεί κοινωνικά, προκειμένου να κάνει πράξη της φιλοδοξία της: να γίνει πλούσια, διάσημη και όλο το λαμπερό Παρίσι να μιλά για εκείνη. Το παράξενο στοιχείο της ιστορίας, αν και χρονικά η υπόθεση τοποθετείται μόλις έναν αιώνα πριν, αποτελεί ο ιδιόμορφος φιλελευθερισμός που παρατηρείται στις τάξεις της κάστας των πλουσίων, αλλά και η ακραία μεγαλομανής τάση τους, που δεν είχε δειχθεί σε αυτό το μέγεθος σε παρόμοιες ταινίες εποχής. Ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση προκαλεί η απόλυτη υποταγή, μιας τόσο ισχυρής περσόνας όπως η Σανέλ, στις ηγεμονικές απαιτήσεις ενός φανφαρόνου λεφτά, που στην ουσία την φυλακίζει στον απομονωμένο πύργο του, εκμεταλλευόμενος την αδυναμία αυτοδιάθεσης της. Υπάρχουν στιγμές που όσα παρουσιάζει στο άνισο πόνημα της, η όχι ιδιαίτερα αγαπητή μου σκηνοθέτης Anne Fontaine, να μου μοιάζουν τόσο σαδιστικά και βασανιστικά, που στην ουσία δεν υμνούν ένα από τα κορυφαία ονόματα στον χώρο της μόδας, αντίθετα προκαλούν μόνο τη λύπη για τα δεινά που (εκουσίως) υπέστη.
Για πες: Καλλιτεχνικά το Coco Avant Chanel είναι υψηλού επιπέδου, αφού έχει γίνει εξαιρετική δουλειά σε βασικούς τομείς όπως τα σκηνικά, τα κοστούμια (βεβαίως) και τη μουσική επένδυση - από τον σπουδαίο Alexander Desplat. Όπως και ερμηνευτικά, υπάρχουν στιγμές που διακρίνεις τις σημαντικές ικανότητες των πρωταγωνιστών του. Προεξαρχούσης της Tautou, που δεν πρόκειται ποτέ να ξεπεράσει το σκαμπρόζικο υφάκι της Αμελί Πουλέν, παρόλα αυτά ταυτίζεται με την μελαγχολία της ηρωίδας της, τις ιδιομορφίες στην ψυχοσύνθεση της, τις έντονες αυξομειώσεις της συναισθηματικής της κατάστασης. Έχοντας άξιους παραστάτες, από την μία τον Βέλγο Benoit Poelvoorde, ως αφόρητο ευγενή και από την άλλη τον διεθνή Alessandro Nivola, ως άστατο ερωτύλο τυχοδιώκτη, η ικανότατη Γαλλίδα κτίζει μια άγνωστη στο ευρύ κοινό εικόνα της Σανέλ, εύπλαστη, μοναχική, υποτακτική, μα συνάμα κρυφά ισχυρή και με συγκεκριμένο πλάνο μελλοντικής καταξίωσης. Το ζήτημα είναι κατά πόσο αυτή η αντίφαση μπορεί να πείσει τον θεατή, που σκέπτεται με μοντέρνα λογική της ισότητας, ως ρεαλιστική και ανταποκρινόμενη στην ιστορική αλήθεια, για ένα παγκόσμιο trade mark σαν κι αυτό της Chanel. Πολύ θα ήθελα πάντως το φιλμ να ξεκινά λίγο πριν την πτώση των τίτλων τέλους, για να αντιληφθώ πιο ολοκληρωμένα την μέθοδο που η καχεκτική φραντσέζα έκτισε την αυτοκρατορία της, κι όχι αυτό να συμβεί άξαφνα και απότομα, υποτίθεται λόγω της ανταπόκρισης στην χάι σοσάιτυ των Παρισίων, της έμπνευσης στην δημιουργία πολύχρωμων καπελαδούρων...
Ορφανή με μοναδικό της στήριγμα την αδελφή της, η Γκαμπριέλ, θα ξεκινήσει από πάμφτωχη αρτίστα στα επαρχιακά γαλλικά καμπαρέ, για να αναρριχηθεί κοινωνικά, προκειμένου να κάνει πράξη της φιλοδοξία της: να γίνει πλούσια, διάσημη και όλο το λαμπερό Παρίσι να μιλά για εκείνη. Το παράξενο στοιχείο της ιστορίας, αν και χρονικά η υπόθεση τοποθετείται μόλις έναν αιώνα πριν, αποτελεί ο ιδιόμορφος φιλελευθερισμός που παρατηρείται στις τάξεις της κάστας των πλουσίων, αλλά και η ακραία μεγαλομανής τάση τους, που δεν είχε δειχθεί σε αυτό το μέγεθος σε παρόμοιες ταινίες εποχής. Ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση προκαλεί η απόλυτη υποταγή, μιας τόσο ισχυρής περσόνας όπως η Σανέλ, στις ηγεμονικές απαιτήσεις ενός φανφαρόνου λεφτά, που στην ουσία την φυλακίζει στον απομονωμένο πύργο του, εκμεταλλευόμενος την αδυναμία αυτοδιάθεσης της. Υπάρχουν στιγμές που όσα παρουσιάζει στο άνισο πόνημα της, η όχι ιδιαίτερα αγαπητή μου σκηνοθέτης Anne Fontaine, να μου μοιάζουν τόσο σαδιστικά και βασανιστικά, που στην ουσία δεν υμνούν ένα από τα κορυφαία ονόματα στον χώρο της μόδας, αντίθετα προκαλούν μόνο τη λύπη για τα δεινά που (εκουσίως) υπέστη.
Για πες: Καλλιτεχνικά το Coco Avant Chanel είναι υψηλού επιπέδου, αφού έχει γίνει εξαιρετική δουλειά σε βασικούς τομείς όπως τα σκηνικά, τα κοστούμια (βεβαίως) και τη μουσική επένδυση - από τον σπουδαίο Alexander Desplat. Όπως και ερμηνευτικά, υπάρχουν στιγμές που διακρίνεις τις σημαντικές ικανότητες των πρωταγωνιστών του. Προεξαρχούσης της Tautou, που δεν πρόκειται ποτέ να ξεπεράσει το σκαμπρόζικο υφάκι της Αμελί Πουλέν, παρόλα αυτά ταυτίζεται με την μελαγχολία της ηρωίδας της, τις ιδιομορφίες στην ψυχοσύνθεση της, τις έντονες αυξομειώσεις της συναισθηματικής της κατάστασης. Έχοντας άξιους παραστάτες, από την μία τον Βέλγο Benoit Poelvoorde, ως αφόρητο ευγενή και από την άλλη τον διεθνή Alessandro Nivola, ως άστατο ερωτύλο τυχοδιώκτη, η ικανότατη Γαλλίδα κτίζει μια άγνωστη στο ευρύ κοινό εικόνα της Σανέλ, εύπλαστη, μοναχική, υποτακτική, μα συνάμα κρυφά ισχυρή και με συγκεκριμένο πλάνο μελλοντικής καταξίωσης. Το ζήτημα είναι κατά πόσο αυτή η αντίφαση μπορεί να πείσει τον θεατή, που σκέπτεται με μοντέρνα λογική της ισότητας, ως ρεαλιστική και ανταποκρινόμενη στην ιστορική αλήθεια, για ένα παγκόσμιο trade mark σαν κι αυτό της Chanel. Πολύ θα ήθελα πάντως το φιλμ να ξεκινά λίγο πριν την πτώση των τίτλων τέλους, για να αντιληφθώ πιο ολοκληρωμένα την μέθοδο που η καχεκτική φραντσέζα έκτισε την αυτοκρατορία της, κι όχι αυτό να συμβεί άξαφνα και απότομα, υποτίθεται λόγω της ανταπόκρισης στην χάι σοσάιτυ των Παρισίων, της έμπνευσης στην δημιουργία πολύχρωμων καπελαδούρων...
Στις δικές μας αίθουσες 3 Ιουνίου, από την Audiovisual
1 σχόλια:
Πάλι καλά δε πλήρωσα για να το δω!
JohnnyD.
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική