Πέντε Λεπτά Πριν Τον Παράδεισο
του Oliver Hirschbiegel. Με τους Liam Neeson, James Nesbitt, Anamaria Marinca
V for Vengeance...
του zerVo
Μερικές φορές σκέφτομαι, πόσο άδικη είναι η κατηγοριοποίηση των ταινιών με βάση την θεματική τους. Για παράδειγμα σαν φιλμ με φόντο τον βρετανικό εμφύλιο πόλεμο λογίζεται εκείνη η ηλιθιώδης προπαγάνδα που κυκλοφόρησε προσφάτως με τον τίτλο Fifty Dead Men Walking, όπως ακριβώς συμβαίνει και επί της παρούσης με την περίπτωση του Five Minutes Of Heaven. Σε ένα χρονάκο από τώρα στα βίντεο κλαμπς, αυτά τα δύο φιλμς θα βρίσκονται στο ίδιο θηκάκι για να τα διαλέξει ο σινεφίλ, κάτω από το ταμπελάκι "Ταινίες με τον IRA". Και ας υπολογίζεται η ποιοτική τους απόσταση με την μονάδα της παρασάγγης... Και να στο κάνω και πιο άδικο? Με μια καλογραμμένη σύνοψη στο οπισθόφυλλο, ο πελάτης πιθανότατα να επιλέξει για να δει την φόλα. Μα είναι κρίμα όμως να μην σου μιλώ για τα Πέντε Παραδείσια Λεπτά (όπως είναι ο σωστός τίτλος αγαπητή Odeon και όχι ο παραπλανητικός που διάλεξες) και να ασχολούμαι με δευτεράντζες...
Σε κωμόπολη της Βόρειας Ιρλανδίας, δεκαεξάρι φασιστάκι της νεολαίας UVF, δολοφονεί εν ψυχρώ Καθολικό συνομήλικο του, μπροστά στα κοκαλωμένα μάτια του μικρού του αδελφού. Τριάντα τρία χρόνια μετά, δολοφόνος και αυτόπτης δίνουν ραντεβού σε τηλεοπτικό μίτινγκ... Γιατί ρε παιδιά? Δεν μου πέρασε από τον νου άλλο ερώτημα. Για τις θρησκείες? Για εκείνη την ρουφιάνα την βασίλισσα, που το προφίλ της καμαρώνει οπουδήποτε κι αν στρίψεις το βλέμα παν-βρετανικά? Για την σημαία με το χιαστί ή για εκείνη με τις πορτοκαλοπράσινες λουρίδες? Και δεν μπορούσε η οποιαδήποτε ανεξαρτησία να επιτευχθεί δίχως να κυλήσει αθώο αίμα? Στην μια άκρη του ρινγκ στέκεται ο πενηντάρης (πια) εκτελεστής. Έχει ξοδέψει περισσότερα από δώδεκα χρόνια στην φυλακή, φέρνοντας στο μυαλό την στιγμή που πάτησε την ριμάδα την σκανδάλη, αφαιρώντας μια ζωή, κίνηση που πρόσκαιρα θα τον αναδείξει σε γίγαντα, μπροστά στα μάτια των ομοίων του. Στην απέναντι ακριβώς γωνιά στέκεται το μεγαλύτερο θύμα της ιστορίας, ο πιτσιρίκος που είδε το πιστόλι να ξερνά φωτιά, με στόχο να τινάξει στον αέρα τα μυαλά του αίματος του. Μπάλα έπαιζε ο φουκαράς και έμεινε στήλη άλατος, κοιτάζοντας απλά το παγωμένο μπλε βλέμμα του εγκληματία, μέσα από τις τρύπες της κουκούλας. Για τρεις και πλέον δεκαετίες το επίθετο που τον κυνηγά είναι δειλός, γιατί δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει το κακό. Αμφότεροι ψυχικά διαλυμένοι, ρημαγμένοι, μα σοφοί από την εμπειρία της ηλικίας, να ξέρουν πως αν άρχιζε μόλις τώρα η ζωή, μάλλον θα ήταν φίλοι, παρά εχθροί. Κι όμως όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση πολεμικής σύρραξης ανά τον κόσμο, το σύνθημα είναι ένα: Το αίμα κυλάει, εκδίκηση ζητάει...
Για πες: Ο Hirschbiegel είναι ένα τυπικό δείγμα δημιουργού, που χρειάζεται ελάχιστα υλικά για να παρουσιάσει ένα σημαντικό έργο. Στο Downfall, με ψίχουλα, νομίζεις πως είσαι κομμάτι της γερμανικής ιστορίας, σαν παρόντας στο μουχλιασμένο υπόγειο του Βερολίνου. Στο Invasion, με γερό πορτοφόλι και σούπερ σταρς, αντίθετα, βάζεις τα γέλια από την αφέλεια του προϊόντος. Ευτυχώς εδώ τα λεφτά δεν ήταν πολλά, μα η έμπνευση περίσσεψε... Ο Γερμανός, χρησιμοποιώντας υπέροχες προοπτικές και καμερικές τεχνικές, στήνει το παζλ του, σπάζοντας το φιλμ σε τρία μέρη. Το ένα παρελθοντικό, με την απεικόνιση του προαστίου του Μπέλφαστ, να μοιάζει κάτι παραπάνω από ρεαλιστική και την δυναμική εξέλιξη της ιστορίας να είναι αληθινή, ζωντανή, να σου πνίγει τις εντυπώσεις. Το δεύτερο κομμάτι σύγχρονο, σε μια βικτοριανή έπαυλη, όπου οι πάλαι ποτέ αντίδικοι, σε λίγο θα ανταλλάξουν ματιές. Εκεί ο Καθολικός - ο αδικημένος Nesbitt σε (το λιγότερο) οσκαρική ερμηνεία - τρέμει και μόνο στην ιδέα, πως θα έλθει τετ α τετ, με εκείνον που τον κατέστρεψε. Και ο Προτεστάντης - ο αγαπημένος Neeson - φαινομενικά ψύχραιμος, μα εσωτερικά τρομοκρατημένος, περιμένει, μήπως και η συνάντηση τους, δώσει τέλος στον μακροχρόνιο πόλεμο. Το φινάλε, θα λειτουργήσει εξιλεωτικά και για τους δύο. Ο κόσμος τους, το περιβάλλον τους, το ντεκόρ τους θα είναι παρόμοιο με εκείνο του χθες, με το ίδιο τρίχρωμο λάβαρο να κυματίζει περήφανο δίπλα στο κυρίαρχο της Αλβιόνας. Ψυχικά όμως θα γνωρίζουν πως τα πυρά σώθηκαν, ο όλεθρος έλαβε χώρα και πως τα ονόματα τους απουσιάζουν από την μακρά λίστα των χιλιάδων νεκρών που άφησε πίσω του...
Σε κωμόπολη της Βόρειας Ιρλανδίας, δεκαεξάρι φασιστάκι της νεολαίας UVF, δολοφονεί εν ψυχρώ Καθολικό συνομήλικο του, μπροστά στα κοκαλωμένα μάτια του μικρού του αδελφού. Τριάντα τρία χρόνια μετά, δολοφόνος και αυτόπτης δίνουν ραντεβού σε τηλεοπτικό μίτινγκ... Γιατί ρε παιδιά? Δεν μου πέρασε από τον νου άλλο ερώτημα. Για τις θρησκείες? Για εκείνη την ρουφιάνα την βασίλισσα, που το προφίλ της καμαρώνει οπουδήποτε κι αν στρίψεις το βλέμα παν-βρετανικά? Για την σημαία με το χιαστί ή για εκείνη με τις πορτοκαλοπράσινες λουρίδες? Και δεν μπορούσε η οποιαδήποτε ανεξαρτησία να επιτευχθεί δίχως να κυλήσει αθώο αίμα? Στην μια άκρη του ρινγκ στέκεται ο πενηντάρης (πια) εκτελεστής. Έχει ξοδέψει περισσότερα από δώδεκα χρόνια στην φυλακή, φέρνοντας στο μυαλό την στιγμή που πάτησε την ριμάδα την σκανδάλη, αφαιρώντας μια ζωή, κίνηση που πρόσκαιρα θα τον αναδείξει σε γίγαντα, μπροστά στα μάτια των ομοίων του. Στην απέναντι ακριβώς γωνιά στέκεται το μεγαλύτερο θύμα της ιστορίας, ο πιτσιρίκος που είδε το πιστόλι να ξερνά φωτιά, με στόχο να τινάξει στον αέρα τα μυαλά του αίματος του. Μπάλα έπαιζε ο φουκαράς και έμεινε στήλη άλατος, κοιτάζοντας απλά το παγωμένο μπλε βλέμμα του εγκληματία, μέσα από τις τρύπες της κουκούλας. Για τρεις και πλέον δεκαετίες το επίθετο που τον κυνηγά είναι δειλός, γιατί δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει το κακό. Αμφότεροι ψυχικά διαλυμένοι, ρημαγμένοι, μα σοφοί από την εμπειρία της ηλικίας, να ξέρουν πως αν άρχιζε μόλις τώρα η ζωή, μάλλον θα ήταν φίλοι, παρά εχθροί. Κι όμως όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση πολεμικής σύρραξης ανά τον κόσμο, το σύνθημα είναι ένα: Το αίμα κυλάει, εκδίκηση ζητάει...
Για πες: Ο Hirschbiegel είναι ένα τυπικό δείγμα δημιουργού, που χρειάζεται ελάχιστα υλικά για να παρουσιάσει ένα σημαντικό έργο. Στο Downfall, με ψίχουλα, νομίζεις πως είσαι κομμάτι της γερμανικής ιστορίας, σαν παρόντας στο μουχλιασμένο υπόγειο του Βερολίνου. Στο Invasion, με γερό πορτοφόλι και σούπερ σταρς, αντίθετα, βάζεις τα γέλια από την αφέλεια του προϊόντος. Ευτυχώς εδώ τα λεφτά δεν ήταν πολλά, μα η έμπνευση περίσσεψε... Ο Γερμανός, χρησιμοποιώντας υπέροχες προοπτικές και καμερικές τεχνικές, στήνει το παζλ του, σπάζοντας το φιλμ σε τρία μέρη. Το ένα παρελθοντικό, με την απεικόνιση του προαστίου του Μπέλφαστ, να μοιάζει κάτι παραπάνω από ρεαλιστική και την δυναμική εξέλιξη της ιστορίας να είναι αληθινή, ζωντανή, να σου πνίγει τις εντυπώσεις. Το δεύτερο κομμάτι σύγχρονο, σε μια βικτοριανή έπαυλη, όπου οι πάλαι ποτέ αντίδικοι, σε λίγο θα ανταλλάξουν ματιές. Εκεί ο Καθολικός - ο αδικημένος Nesbitt σε (το λιγότερο) οσκαρική ερμηνεία - τρέμει και μόνο στην ιδέα, πως θα έλθει τετ α τετ, με εκείνον που τον κατέστρεψε. Και ο Προτεστάντης - ο αγαπημένος Neeson - φαινομενικά ψύχραιμος, μα εσωτερικά τρομοκρατημένος, περιμένει, μήπως και η συνάντηση τους, δώσει τέλος στον μακροχρόνιο πόλεμο. Το φινάλε, θα λειτουργήσει εξιλεωτικά και για τους δύο. Ο κόσμος τους, το περιβάλλον τους, το ντεκόρ τους θα είναι παρόμοιο με εκείνο του χθες, με το ίδιο τρίχρωμο λάβαρο να κυματίζει περήφανο δίπλα στο κυρίαρχο της Αλβιόνας. Ψυχικά όμως θα γνωρίζουν πως τα πυρά σώθηκαν, ο όλεθρος έλαβε χώρα και πως τα ονόματα τους απουσιάζουν από την μακρά λίστα των χιλιάδων νεκρών που άφησε πίσω του...
Στις αίθουσες 27 Αυγούστου από την Odeon
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η δική σου κριτική