Υπ`Αριθμόν 1 Δημόσιος Κίνδυνος


του Jean-Francois Richet. Με τους Vincent Cassel, Cecile De France, Gerard Depardieu.

Με(σ)ρίν, πρώτο ημίχρονο!
του zerVo
Αν υπήρχε ένας λόγος που το γαλλόφερτο crime-νουάρ, απέκτησε αμέτρητους φανατικούς φίλους, την εποχή της άνθησης του, ήταν διότι ανέβαζε στην εξέλιξη του τόσο δυνατές στροφές, που σου ήταν αδύνατο να αποχωριστείς έστω και μισό λεπτό την οθόνη, αδημονώντας για την εξέλιξη της ιστορίας. Φαντάσου να βλέπεις Borsalino λοιπόν και την στιγμή που το αεικίνητο δίδυμο των κακοποιών βάζει σε λειτουργία τα σχέδια του, να εμφανιστεί ένα μήνυμα στο πανί που να λέει "έλα πάλι σε δυο βδομάδες για να παρακολουθήσεις το αγωνιώδες φινάλε". Κόκκαλο ο θεατής, αντίο διάθεση. Ειλικρινά δεν μπορώ να φανταστώ τους λόγους που οδήγησαν την παραγωγή στην επιλογή του χωρισμού στα δύο της βιογραφίας του διαβόητου γκάνγκστερ Ζακ Μερίν, που υπήρξε ο νούμερο ένα δημόσιος κίνδυνος ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού για είκοσι ολάκερα χρόνια. Ακόμη και αν το θέμα είχε να κάνει με την συνολική χρονική διάρκεια - που ξεπερνά τις τέσσερις ώρες - προσωπικά θα προτιμούσα να την συμπτύξω με αφαιρετική διάθεση, παρά να παίξω με την υπομονή του κόσμου. Τα δυσμενή αποτελέσματα είχαν δε αντίκτυπο και στο Box office, αφού το δεύτερο επεισόδιο, είχε πτώση περίπου 25% στις εισπράξεις, σε σύγκριση με το πρώτο και ας ήταν καλύτερο και πιο ενδιαφέρον. Και να μου το θυμηθείς, όταν θα βγει στο βίντεο θα έχει πολύ μεγαλύτερη απήχηση από ότι στην κινηματογραφική του διαδρομή.


Στο L'Instinct De Mort παρακολουθούμε την πρώτη δεκαετία της πορείας στον υπόκοσμο του Μερίν, από την εποχή που μέσα του αναπτύχθηκε το φονικό συναίσθημα, όντας πολεμιστής του γαλλικού στρατού, στα γεγονότα της Αλγερίας (1956), μέχρι την επιστροφή στην χώρα του, από τον Καναδά, όπου είχε αναζητήσει καταφύγιο αποφεύγοντας τις διώξεις της αστυνομίας. Ενδιάμεσα γνωριζόμαστε καλύτερα με έναν ακραία βίαιο χαρακτήρα, με τον τρόπο που μπλέχτηκε στα πλοκάμια της μαφίας, με τις φυλακίσεις του αλλά και τις νοτόριους αποδράσεις του, αλλά και το πως διαχειρίστηκε τις ενδοοικογενειακές του σχέσεις. Ο Μερίν είναι το υπόδειγμα εκείνου που είναι βαθιά βουτηγμένος στην παρανομία, αλλά ακολουθεί κατά πόδας τους άτυπους κανόνες και νόμους της. Δεν προδίδει συνεργάτες, δεν αθετεί τις υποσχέσεις του, δεν εκμεταλλεύεται τους αδύναμους. Από την άλλη μεριά είναι κυνικός στις κινήσεις του, στυγνός όταν πρέπει να πάρει μια φονική απόφαση και αδίστακτος όταν διακυβεύονται τα συμφέροντα του. Διαθέτει το χάρισμα του λόγου και ως μπον βιβέρ περνάει μια εντελώς διαφορετική εικόνα στην κοινή γνώμη από εκείνη που έχει σχηματίσει για τους μαφιόζους. Ο Richet, που δεν περίμενα το Mesrine για να τον αγαπήσω, μιας και το δικό του Assault on Precinct 13 είναι ότι καλύτερο είδα σε διασκευή τα τελευταία χρόνια, στέκεται κάπως απόμακρα από την φιγούρα του αντι-ήρωα του, δίχως να κρίνει τις πράξεις του, αλλά ούτε και εξυψώνοντας τον. Ενώ η απεικόνιση της περιόδου είναι υπέροχη, ένιωσα πως κάποιες λεπτομέρειες από την ζωή του - που θα μπορούσαν και να αποφευχθούν - περνιούνται σαν σε fast forward, κοφτές και χωρίς επεξηγήσεις. Κάτι που δεν ισχύει στο επερχόμενο δεύτερο μέρος, που διαθέτει πιο προσεγμένο μοντάζ.

Για πες:
Φυσικά από το πρώτο μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο του έργου, τα πάντα είναι δομημένα πάνω στην φιγούρα ενός έξοχου Vincent Cassel, που σολάρει σαν ο άνθρωπος με τα χίλια πρόσωπα. Οι αλλαγές στιλ αλλά και εξωτερικής εμφάνισης, που δεν οφείλονται τόσο στα ειδικά εφέ αλλά στις σωματικές μεταλλάξεις του 43χρονου γαλανομάτη Παριζιάνου, εκτοξεύουν στα ύψη τις ήδη ανεβασμένες μετοχές του, δίνοντας του μεγάλες ελπίδες όχι μόνο για εσωτερική αναγνώριση (το Cesar ερμηνείας το απέσπασε δια περιπάτου) αλλά και για μια σημαντικότερη καριέρα στο Χόλιγουντ, που εκτιμώ δικαιούται.




Στις αίθουσες 23 Απριλίου από την Audiovisual Enterprises

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική